Μάρεκ Χάμσικ, το σύγχρονο σύμβολο της Νάπολι
Η «σημαία» της Νάπολι αποχωρεί, έχοντας κατακτήσει κάτι μεγαλύτερο από τρόπαια, να αναδεχθεί σε αιώνιο είδωλο, πλάι στον μέγιστο Ντιέγκο ΜαραντόναΟ Ντιέγκο Μαραντόνα έφυγε από τη Νάπολι για λόγους εξωαγωνιστικούς, εξαιτίας του σκανδάλου με τα ναρκωτικά. 16 χρόνια μετά, το 2007, ο Μάρεκ Χάμσικ θα φορούσε τη γαλάζια φανέλα τη χρονιά που εξασφαλίστηκε η επιστροφή στη Serie A. Δύο αρχηγοί, δύο είδωλα που ενσάρκωσαν το πνεύμα μιας ολόκληρης πόλης με τους δικούς τους διαφορετικούς τρόπους.
Ο Μαραντόνα ήταν σταρ. Μοναδικός, υπερπαίκτης, η πιο επιδραστική ποδοσφαιρική προσωπικότητα όλων των εποχών. Το γεγονός πως ο Χάμσικ ανήκει σε μια άλλη γενιά το καταλαβαίνει κανείς από την εμφάνισή του και μόνο. «Μοϊκάνα», τατουάζ σε όλο του το κορμί και εκκεντρικό ντύσιμο, που θα μπορούσε άνετα να το υιοθετήσει ένας ροκ σταρ.
Μεταξύ όμως των όσων έχει γράψει στο δέρμα του υπάρχουν οι συντεταγμένες της ιδιαίτερης πατρίδας του, Μπάνσκα Μπιτρίτσα, στους πρόποδες των Καρπάθιων. Οι συνεντεύξεις του δεν ταιριάζουν με την εικόνα του, σκιαγραφούν έναν άνθρωπο λιγότερο εξωστρεφή απ’ ότι θέλει να δείχνει. Οι αξίες του είναι παλιομοδίτικες.
Ετσι εξηγείται το γεγονός πως ο Χάμσικ έπρεπε να φτάσει στα 32 του για να πάρει με βαριά καρδιά την απόφαση να αποχωρήσει από τη Νάπολι. Κι όχι για κάποια από τα μεγάλα κλαμπ που προσπάθησαν να τον δελεάσουν κατά καιρούς, αλλά για την κινεζική Νταλιάν Γιφάνγκ. Το επιβεβαίωσε ο ίδιος σε οπαδούς της ομάδας που ήρθαν να τον δουν στην προπόνηση, πως αυτές είναι οι τελευταίες του μέρες στην ομάδα (του).
Πρώτα το συναίσθημα
Σε αυτούς ξέρει πως πρέπει να λογοδοτήσει, σε αυτούς χρωστάει ό,τι είναι σήμερα. Στο άρθρο του στο Player’s Tribune αφηγείται πως ερωτεύτηκε στο ποδόσφαιρο βλέποντας τους Βραζιλιάνους να κατακτούν την κορυφή του κόσμου στις ΗΠΑ στο Μουντιάλ του 1994. «Αυτή η ομάδα ήταν τόσο γρήγορη. Δεν είχα ξαναδεί κάτι παρόμοιο». Ρομάριο και Μπεμπέτο τον μάγεψαν, αλλά αυτός άρχιζε να παίζει πιο πίσω, ως «δεκάρι». Έτσι εξηγείται η ευκολία με τη οποία βρίσκει δίχτυα. Ζιντάν και Νέντβεντ ήταν τα πρότυπά του μεγαλώνοντας και παίρνοντας μεταγραφή στην Μπρέσια, ήρθε πιο κοντά στο κοντά τους. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς το δέλεαρ για έναν παίκτη όταν σε προσεγγίζει το ίδιο του το είδωλο για να σε δελεάσει. Όμως ακόμα και μπροστά στον Νέντβεντ η πίστη του Χάμσικ δεν «έσπασε». Ο… θρύλος θέλει τον Τσέχο να υποστηρίζει πως με τα «μπιανκονέρο» το ταβάνι του Χάμσικ ήταν η Χρυσή Μπάλα. Αυτός όμως είχε άλλα στο μυαλό και στην καρδιά του.
Όταν αποκτήθηκε, το καλοκαίρι του 2007, ήρθε μαζί του κι άλλος ένας παίκτης που λατρεύτηκε στο «Σαν Πάολο», ο Εζέκιελ Λαβέτσι. Ωστόσο αυτός, όπως και οι Καβάνι και Ιγουαΐν μπορεί να ήταν μεγαλύτεροι ως αστέρια, αλλά ποτέ δεν έγιναν «ένα» με τη φανέλα. Δεν άλλαξαν το όνομά τους σε… Μαρεκιάρο, δεν αντιστάθηκαν στους (μεταγραφικούς) πειρασμούς. Για τον Χάμσικ ως ποδοσφαιριστή, προείχε κάτι άλλο. «Θέλω κάτι περισσότερο από καλό συμβόλαιο και τρόπαια. Να νιώθω κάτι στην καρδιά μου». Η φανέλα έγινε δεύτερο δέρμα του, το μεγάλο του «τατουάζ», αυτός έγινε το κέντρο γύρω από τον οποίο γύριζαν όλα στους «παρτενοπέι». Εγινε Ναπολιτάνος.
«Το ποδόσφαιρο είναι σημαντικό για μένα, αλλά τα να παίζω στη Νάπολι είναι από τις μεγαλύτερες τιμές στη ζωή μου. Ο λόγος όμως που έχω μείνει ξεπερνά το ποδόσφαιρο. Στη Νάπολι είμαι μέρος μιας κοινότητας, μιας οικογένειας. Η Νάπολι που το έδωσε αυτό και θα είμαι για πάντα ευγνώμων».
Οι «Κινέζοι»
Οι οπαδοί των «παρτενοπέι» πήραν μια κρυφή χαρά με την ανακοίνωση της ομάδας τους πως η μεταγραφή αναβάλλεται λόγω ασυμφωνίας στους οικονομικούς όρους που είχαν συμφωνηθεί με τους «κινέζους», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά. Το να μην αναγράφεται καν το όνομα της Νταλιάν Γιφάνγκ ήταν σαφώς ο τρόπος του Αουρέλιο Ντε Λαουρέντις να δείξει τη δυσαρέσκεια του. Ο Σλοβάκος όμως δεν πήγε στην προπόνηση, δεν συμπεριλήφθηκε στην αποστολή για το ματς με τη Φιορεντίνα. Η δική του εποχή στη Νάπολι είχε τελειώσει. Η χαρά των ναπολιτάνων ήταν προσωρινή, ήταν όντως μια καθυστέρηση.
Κατάφερε να βάλει το όνομά του δίπλα σε αυτό του Μαραντόνα, τον πέρασε σε γκολ, κατέκτησε το πρώτο τρόπαιο του κλαμπ μετά από σχεδόν τρεις δεκαετίες, αν και δεν κατάφερε να ικανοποιήσει τον μεγάλο του πόθο: να φέρει το Σκουντέτο στο Νότο. Καβάνι, Λαβέτσι και Ιγουαΐν θεώρησαν πως ήταν αδύνατο και έφυγαν νωρίτερα από αυτόν. Ίσως είχαν δίκιο.
Στον Χάμσικ όμως κανείς δεν πρόκειται να κρατήσει κακία. Ούτε για το πρωτάθλημα, ούτε που φεύγει. Τα 12 αυτά χρόνια συνόψισε τέλεια Πάολο Καναβάρο: «Στο τέλος της ημέρας, παίκτες σημαδεύουν εποχές που μετά από χρόνια ξεχνιούνται. Είμαι σίγουρος πως το όνομα Μάρεκ Χάμσικ θα ηχεί στην αιωνιότητα στους δρόμους της πόλης μας».