Ο Αυγενάκης δεν ακούει, δεν καταλαβαίνει, δεν νιώθει
Ο Αυγενάκης δεν ακούει, δεν καταλαβαίνει, δεν νιώθει: 7 Ιανουαρίου λοιπόν. Του Αϊ Γιαννιού. Την επομένη δηλαδή που σύμφωνα με την παράδοση μας, οι καλικάντζαροι7 Ιανουαρίου λοιπόν. Του Αϊ Γιαννιού. Την επομένη δηλαδή που σύμφωνα με την παράδοση μας, οι καλικάντζαροι έχουν φύγει από την επιφάνεια της γης, επιστρέφοντας στα έγκατά της για να συνεχίσουν ό,τι κάνουν όλες τις προηγούμενες μέρες: να προσπαθούν δηλαδή να πριονίσουν το δέντρο που κρατά τη γη.
Μέχρι τότε, σύμφωνα με τις χτεσινές κυβερνητικές εξαγγελίες, θα παραταθεί το lockdown, συμπληρώνοντας εννιά (!) εβδομάδες και – το κυριότερο – χωρίς κανείς να γνωρίζει αν η συγκεκριμένη ημερομηνία θα αποτελέσει και το τέλος του. Δεν ήταν η 30η Νοεμβρίου, δεν ήταν η χτεσινή, 7η Δεκεμβρίου, προφανώς δεν θα είναι πλέον ούτε η 14η ούτε η 21η που το τελευταίο διάστημα εικάζονταν ως πιθανές ημερομηνίες ανοίγματος.
Δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης (σύνδεση με το εορταστικό της ημέρας). Η ζημιά έχει γίνει. Στην οικονομία, στην ψυχολογία, στα πάντα. Μακάρι τουλάχιστον αυτή να μην είναι και υγειονομική και όλο αυτό που ζούμε, ξανά, να έχει αντίκρισμα στην ουσιαστική αντιμετώπιση όχι του covid, αλλά της καθημερινής, συνεχόμενης, μάχης που δίνουν γιατροί και νοσηλευτές στα νοσοκομεία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο Αυγενάκης και η πολιτεία σκοτώνουν τον αθλητισμό – Κλειστά τα πάντα!
Για κάποιους άλλους όμως, αυτή η παράταση είναι καταδικαστική. Είναι ταφόπλακα. Εννιά εβδομάδες. Ξέρετε τι είναι για τους αθλητές εννιά εβδομάδες απραξίας; Χωρίς παιχνίδια, χωρίς προπονήσεις, χωρίς τίποτα; Καταδίκη! Τα μόνα αθλήματα, τα μόνα πρωταθλήματα, οι μόνοι αθλητές που επιτρέπονται σε αυτό το διάστημα να συνεχίζουν τις δραστηριότητες και την (επαγγελματική και αθλητική) ενασχόληση τους είναι οι δύο κορυφαίες επαγγελματικές κατηγορίες σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ.
Κανείς άλλος, τίποτα άλλο, οπουδήποτε αλλού, είτε μιλάμε για επαγγελματίες, είτε για ερασιτέχνες (βάσει πλαισίου), είτε πρόκειται για ομαδικά σπορ, είτε για ατομικά. Είτε πρόκειται για παρουσία μέσα στα γήπεδα, έστω και χωρίς κόσμο, είτε πρόκειται για προπονήσεις (με ή χωρίς… συναθροίσεις).
Οπου και αν γυρίσεις το κεφάλι σου, σε όποιον αθλητή ή αθλητική ένωση απευθυνθείς και ζητήσεις γνώμη, το ίδιο θα ακούσεις. Κραυγή. Κραυγή απόγνωσης. Εννιά εβδομάδες απραξίας. Αθλητικά, επαγγελματικά, βιοποριστικά, σωματικά, όπως και να το δει κανείς, είναι θάνατος. Είτε πρόκειται για τους ποδοσφαιριστές της Super League 2, που οι περισσότεροι ζουν με το μηνιατικό τους, είτε για τις αθλήτριες του βόλλεϋ γυναικών, είτε πρόκειται για τους στιβικούς, είτε πρόκειται για τους κολυμβητές, το πλαίσιο, η αντιμετώπιση, το αποτέλεσμα, είναι ίδια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο ΣΕΓΑΣ εκθέτει πλέον με αποδείξεις και μέσω ΓΓΑ τα όσα ισχυρίζεται ο Αυγενάκης τόσο καιρό για τα σωματεία
Και μην ξεχνάτε. Σε μια χρονιά που – υποτίθεται πως – είναι προπαρασκευαστική για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό όμως, το ιδανικό αθλητικό μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Ο προσπορισμός των περισσότερων, η ψυχολογική συνάφεια με την αθλητική υπόσταση και τη διατήρηση της αθλητικής καθημερινότητας και ρουτίνας, είναι αυτά που ζεματάνε εδώ.
Θα πει κανείς, θα άλλαζε κάτι αν εν μέσω γιορτών ο αθλητισμός τουλάχιστον άνοιγε ξανά; Προφανώς και θα άλλαζε, εννοείται. Ένα μηνιατικό στην τελική, θα «δουλεύονταν», τέσσερις εβδομάδες προπονήσεων θα σώζονταν, η ψυχική υγεία – ή έστω μέρος της – του πλέον δυναμικού κομματιού της κοινωνίας, ενός κομματιού που παίζει καθοριστικό ρόλο για το ψυχολογικό πρόσημο όλης της κοινωνίας, θα αναπτερώνονταν.
Που το κακό σε αυτό; Προφανώς, η αξίωση όλων δεν ήταν παράλογη και εκτός εποχικών δεδομένων. Πάντα με μέτρα, όποια μέτρα, πάντα με διάθεση να ακούσουν και να εφαρμόσουν – όπως η συντεταγμένη πολιτεία ευαγγελίζεται – γνώμες, απόψεις, νόρμες ειδικών. Κανείς όμως.
Η ηγεσία του ελληνικού αθλητισμού, προεξάρχοντος του υφυπουργού, Λευτέρη Αυγενάκη, δεν ακούει. Δεν συμμερίζεται. Δεν καταλαβαίνει. Το κυριότερο ίσως; Δεν νιώθει, δεν αισθάνεται, το πόσο σημαντικό είναι για όλους, όχι μόνο για όσους εντάσσονται «ψυχρά» στην ευθύνη του χαρτοφυλακίου του, το ευ ζην της κοινωνίας – που εξασφαλίζει ο αθλητισμός – και το ζην των αθλητών.