Ο Κώστας Σκρέκας έχει τη λύση στο ενεργειακό και οικονομικό πρόβλημα
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας θέλει να μας θυμίσει τις εποχές στα χωριά της Ελλάδας πριν από 50-70 χρόνιαΜου είναι ιδιαίτερα συμπαθής ο Κώστας Σκρέκας για έναν πολύ παράξενο λόγο: Υπήρξε μπασκετμπολίστας. Και δεν κάνω καθόλου πλάκα
Και από όσο θυμάμαι όταν τουλάχιστον ήταν έφηβος ο Σκρέκας μας ενημέρωναν από το Μαρούσι ότι ο μικρός ήταν εξαιρετικός παίκτης και θα μπορούσε να προχωρήσει πολύ στο μπάσκετ. Ήταν τέλη δεκαετίας 80 με αρχές δεκαετίας 90 όταν είχα γράψει για εκείνον 2-3 κομμάτια αφού μου το είχε ζητήσει ο αείμνηστος Θεόδωρος Νικολαΐδης στο «Φως».
Και για εμένα ότι έλεγε ο κυρ Θόδωρος ήταν νόμος.
Τα χρόνια πέρασαν και ο Κώστας Σκρέκας δεν έγινε μπασκετμπολίστας σε υψηλό επίπεδο. Όμως έγινε βουλευτής και υπουργός. Προφανώς είχε τις καταβολές αυτό αν θυμάμαι καλά ο πατέρας του ήταν υπασπιστής του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή, τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, όταν ο μικρός Κώστας έπαιζε μπάσκετ.
Επειδή εμείς οι μπασκετικοί είμαστε και λίγο «μασόνοι» (έτσι μας λένε) κάθε ένα που ασχολιόταν με το άθλημα αυτό τον θεωρούμε ξεχωριστό. Κάπως έτσι μέσα στο υποσυνείδητό μου είχε καλλιεργηθεί μία συμπάθεια για τον πολύ καλό μπασκετμπολίστα Κώστα Σκρέκα.
Και πλέον ξεπέρασα το όριο της απλής συμπάθειας και αισθάνομαι πολύ τυχερός που έχουμε ένα τέτοιο υπουργό σε αυτό το υπουργείο. Μας έδωσε μία πολύ καλή συμβουλή. Να σβήνουμε τα φώτα να μην τα ξεχνάμε ανοιχτά να ανάβουμε το θερμοσίφωνα λιγότερο. Κάπως έτσι εξασφάλισε την οικονομία στην τσέπη μας.
Εκτιμώ ότι το ίδιο κάνει και αυτός. Άλλωστε δεν γίνεται να προτείνεις κάτι αν πρώτα δεν το έχεις δοκιμάσει ή δεν το έχεις αποδεχτεί εσύ.
Άλλωστε είναι και υπουργός για την ενέργεια και το περιβάλλον. Θέλει να προστατέψει το περιβάλλον. Χαίρομαι λοιπόν που ο αγαπητός Κώστας Σκρέκας με υποχρέωσε να γυρίσω το χρόνο πίσω και να νοσταλγώ τα μέσα της δεκαετίας του 70 όταν συναντούσα τον παππού και τη γιαγιά στη Μάνη.
Παρά το μύθο του Παττακού ότι «είχε βάλει φως και δρόμο σε όλη την Ελλάδα» το δικό μας το χωριό όπως και άλλα εκεί γύρω, ούτε ηλεκτρικό είχαν ούτε και δρόμο εκτός από ένα καρόδρομο σαν εκείνο που πήγαινε ο Ορέστης Μακρής στη Λεστινίτσα για να κάνει τον γιατρό στην υπέροχη ταινία «Η κυρά μας η μαμή».
Σκέφτομαι όμως πόσο καλό κάναμε στο περιβάλλον και στην τσέπη μας. Αφού δεν είχαμε ηλεκτρικό δεν πληρώναμε ρεύμα. Ούτε θερμοσίφωνα ανάβαμε αλλά ζεσταίνουμε το νερό στο καζάνι και κάναμε μπάνιο. Αγνά πράγματα
Επίσης δεν χρειαζόταν να ανάψουμε το φως. Είχαμε εκεί μία λάμπα πετρελαίου η οποία φώτιζε οπότε ανάβαμε κι άλλες δύο για να έχουμε πολύ καλό φωτισμό.
Λίγο πετρέλαιο χρειαζόμασταν για τις λάμπες μας. Κάναμε καλό στο περιβάλλον και δεν είχαμε ανάγκη καμία βενζίνη για να κινηθούμε. Ανεβαίναμε στο μουλάρι και στο γαϊδουράκι του παππού και της γιαγιάς και πηγαίναμε όπου θέλαμε. Τι ήθελαν τα καημένα;
Λίγη αγάπη και χορταράκι που βρίσκανε άνετα στα λιβάδια.
Κανένα έξοδο.
Επίσης χρειαζόμασταν μερικές μπαταρίες για τους φακούς μας όταν βγαίναμε έξω από το σπίτι για να γκρεμοτσακιστούμε. Από όσο θυμάμαι κανείς δεν είχε φάει τα μούτρα του άρα έκαναν πολύ καλή δουλειά οι φακοί και με οικονομία.
Και βέβαια φορτώναμε με κουβάδες το μουλάρι και το γαϊδουράκι και πηγαίναμε στο πηγάδι που έβγαζε υπέροχο νερό. Κρύσταλλο.
Ούτε νερό πληρώναμε, τα πιάτα και όλα τα σκεύη τα πλέναμε με χειροποίητο σαπουνάκι από ελαιόλαδο (εκπληκτικό) ενώ φυσικά η σκάφη και το ίδιο αγνό σαπούνι μας βοηθούσαν για να πλύνουμε τα ρούχα μας.
Ούτε ρεύμα ουτε μόλυνση του περιβάλλοντος ούτε τίποτα. Απλώς χρειαζόταν να αγοράσουμε λίγο πάγο για το ψυγείο πάγου που υπήρχε ώστε να διατηρούμε τα κρέατα τα νερά τα φρούτα, όλα.
Πολύ πιο οικονομικό.
Όλα αυτά μαζί με την αξία το να μη βλέπεις τηλεόραση αφού δεν είχες ηλεκτρικό μας τα θύμισε ο Κώστας Σκρέκας. Και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων
Κώστα Σκρέκα, σε ευχαριστώ!