Σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδηγεί τη χώρα σε μαύρες εποχές αντι – δημοκρατίας
Ανάβει η συζήτηση για το νόμο - έκτρωμα - Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καταστρέφει το πολίτευμα, για να σωθεί από τη δημοσκοπική της κατρακύλαΜε νύχια και με δόντια δείχνει ότι θέλει να κρατηθεί στην εξουσία η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχοντας ήδη αρχίσει να «ζυγίζει» τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης για μια αλλαγή του εκλογικού νόμου που θα φέρει ακόμα περισσότερο έλλειμμα δημοκρατίας και ακόμα μεγαλύτερο αποκλεισμό της λαϊκής βούλησης.
Με σχετικές δηλώσεις του υπέρ της αλλαγής εκλογικού νόμου, ο Άδωνις Γεωργιάδης λειτούργησε ως «λαγός» του Μαξίμου για να φέρει το ζήτημα στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου και να αρχίσει να εξοικειώνεται ο κόσμος με την ιδέα. Ο υπουργός Υγείας χρησιμοποίησε τη γνωστή καραμέλα περί «σταθερότητας» της χώρας και κυβερνησιμότητας που εξασφαλίζεται μόνο με μονοκομματικές κυβερνήσεις, γιατί – όπως δήλωσε – σε διαφορετική περίπτωση θα έχουμε «κυβερνήσεις συνεργασίας εντελώς ερμαφρόδιτες».
Ασφαλώς είναι εντελώς άτοπο το επιχείρημα του Άδωνι Γεωργιάδη, εφόσον είναι πολλές οι ευρωπαϊκές χώρες που (είτε κατά καιρούς – είτε συνεχώς) βασίζονται σε κυβερνήσεις συνεργασίας και δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα κυβερνησιμότητας. Μάλιστα οι κυβερνήσεις συνεργασίας με πρωθυπουργό τον αρχηγό του πρώτου κόμματος αποτελούν τον «κανόνα» που επικρατεί στην ΕΕ. Ειδικότερα, από τις 26 χώρες της ΕΕ., πέραν της Ελλάδας, μόνον άλλες τρεις χώρες έχουν μονοκομματικές κυβερνήσεις: η Ουγγαρία, η Μάλτα και η Πορτογαλία.
Επομένως ο πραγματικός «κίνδυνος» που ανιχνεύει το πολιτικό σύστημα Μητσοτάκη – Γεωργιάδη και γι’ αυτό εξετάζει να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, είναι ο κίνδυνος της απώλειας της μονοκομματικής… ρεμούλας και εξουσίας. Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι τυχαίο το ότι ανοίγει μια τέτοια συζήτηση, την ίδια στιγμή που η ΝΔ καταρρέει δημοσκοπικά και παράλληλα αντιμετωπίζει τεράστια εσωκομματικά ρήγματα.
Ο Παύλος Μαρινάκης και ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί ως τώρα να διαψεύδουν τα σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου, αλλά οι λόγοι που το κάνουν αυτό είναι αποκλειστικά επικοινωνιακοί. Επιθυμούν (για όσο μπορούν ακόμα) να «πουλάνε» αέρα ικανότητας για αυτοδυναμία, για να μην δώσουν την εντύπωση ότι βρίσκονται σε δεινή πολιτική θέση.
Παρόλα αυτά, το ζήτημα αλλαγής του εκλογικού νόμου φαίνεται ότι ήδη έχει μπει σε επίπεδο συζητήσεων και διεργασιών, στο παρασκήνιο. Μια συζήτηση που στοχεύει σε μικροπολιτικό «μαγείρεμα» του ορίου αυτοδυναμίας στο 35%, το οποίο αντιστοιχεί μόλις στο 1/3 του εκλογικού σώματος.
Και αν συμπεριλάβουμε και την τεράστια αποχή που εμφανίζει αυξητική τάση στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, θα έχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση θλιβερής μειοψηφίας, χωρίς αντιπροσωπευτικότητα του εκλογικού σώματος και άρα χωρίς έρεισμα δημοκρατίας. Κάτι που ήδη υφίσταται, αλλά θα διολισθήσουμε ακόμα περισσότερο σε μαύρες εποχές που η εξουσία δεν δίνεται από τον λαό, αλλά υφαρπάζεται.
Ταυτόχρονα στις συζητήσεις για τον εκτρωματικό εκλογικό νόμο, μελετάται και η αύξηση του ποσοστού εισόδου για τα κόμματα στην βουλή από 3% σε 5%. Μια κίνηση που προφανώς αποσκοπεί στο να ξεφορτωθεί η κυβέρνηση τα μικρά κόμματα που την εκθέτουν, και ιδιαιτέρως εκείνα που κινούνται δεξιότερα της ΝΔ.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδηγεί τη χώρα σε μια εποχή πρωτοφανούς οπισθοδρόμησης της δημοκρατίας που δεν έχει προηγούμενο στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Μεγάλο ρόλο για το πως θα εξελιχθεί το ζήτημα της αλλαγής του νόμου, θα παίξουν και οι εσωκομματικές εκλογές σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τότε θα εκτιμηθούν από το Μαξίμου οι νέες πολιτικές ισορροπίες…