Ο Δημήτρης Νατσιός με φόντο την πρώτη μέρα στο σχολείο ανατρέχει σε κείμενα Ανθολογίων του δημοτικού. Ποια αλήθεια είναι η εικόνα που περνά στα παιδιά για την πρώτη μέρα στο σχολείο; Ποιες εντυπώσεις αποφασίστηκε από τους αρμόδιους πως είναι οι κατάλληλες για να θυμούνται και να διδάσκονται τα παιδιά που περνούν για πρώτη φορά την πόρτα ενός ελληνικού σχολείου που οι ρίζες του φτάνουν στον Όμηρο, τον Παπαδιαμάντη, τον Ελύτη και που σκεπάζει η χάρις των Τριών Ιεραρχών;
Ας δούμε τι απαντήσεις δίνονται σε όλα τα παραπάνω από τον δάσκαλο, Δημήτρη Νατσιό, στο άρθρο του στο Sportime.
«Πρώτη μέρα στο σχολείο» τιτλοφορείται κι ένα κείμενο που περιέχεται στο «Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Α΄ και Β΄ Δημοτικού», σελ. 30-31. Στο κείμενο αυτό «προσφέρονται», ανεπιγνώστως προφανώς από τους συγγραφείς, όλα τα τρέχοντα ιδεολογήματα και τα κενοεπή στοιχεία που χαρακτηρίζουν το «νέο σχολείο».
Ένας μικρός μαθητής, πρωτάκι, διηγείται τις εντυπώσεις του από την πρώτη μέρα στο σχολείο. Μετά τις γνωστές αγωνίες, τον φόβο του αγνώστου, τη σπαραξικάρδιες «απαγκιστρώσεις» εκ της μητρικής αγκάλης και τα συναφή της παρθενικής «ακαδημαϊκής» σταδιοδρομίας, διαβάζουμε στον επίλογο: «Η δασκάλα μας ήταν η κυρία Μεταξά. Ήθελε να τη φωνάζουμε Γεωργία και κυρίως όχι δασκάλα. Ο Κυριάκος που καθόταν δίπλα μου, είπε: – Δασκάλα, μπορώ… Σταμάτησε. Η δασκάλα μας χαμογέλασε. Μετά είπαμε όλοι τα ονόματά μας. Φανή, Γιάννης, Ιουλία, Αναστασία…. Με τι θέλετε να αρχίσουμε; ρώτησε η κυρία μας.
Ο Κωστής σήκωσε το χέρι.
– Με την τουαλέτα κυρία».
Τι αχνοφέγγει πίσω από τις χαζοχαρούμενες αυτές αράδες, οπωσδήποτε α(κατα)νόητες για νεοεισερχόμενο στο σχολείο μαθητή, απαξιωτικές και προσβλητικές για τον δάσκαλο; Εδώ έχουμε μια «προοδευτικιά» δασκάλα, που αποποιείται την αποστολή της. Εφ’ όσον απορρίπτει τον σεβασμό που περιέχει η προσφώνηση «κυρία», προκρίνει την «κακή» οικειότητα, η οποία συνήθως παρερμηνεύεται από τους μαθητές και καταντά η μητέρα της καταφρονήσεως και της απειθαρχίας. Πολλοί εκπαιδευτικοί πράττουν το ίδιο, έχοντας θολά εντυπωμένη στο νου τους την θεωρία της αντιαυταρχικής ή αντιαυθεντικής αγωγής. Καλλιεργούν με τους μαθητές τους δήθεν φιλική σχέση. Όμως όταν ο εκπαιδευτικός παρουσιάζεται υπερβολικά επιεικής σημαίνει ή ότι δεν μπορεί να διαδραματίσει σωστά τον ηγετικό ρόλο του ή ότι δεν ενδιαφέρεται για τα παιδιά. Στις περιπτώσεις αυτές η επιείκεια αποτελεί την χειρότερη μορφή αδιαφορίας. (Κάτι παρόμοιο ισχύει και με τους γονείς, που προσπαθώντας να κερδίσουν την εκτίμηση των παιδιών τους, διαβάζοντας και κάποια «βίπερ», περί «δημοκρατικής» οικογενειακής αγωγής, που κυκλοφορούν και σε μπακάλικα, λένε στα παιδιά τους: «Μην με βλέπεις σαν πατέρα. Εγώ θέλω να είμαι φίλος σου».
Σ’ αυτήν την περίπτωση και ο γονέας είναι ένα ανώριμο παιδί που παραιτείται από την πατρική ή την μητρική του ευθύνη και δημιουργεί στο παιδί αίσθημα ανασφάλειας, που θα φτάσει ως τον πανικό. Τα παιδιά θα βρουν ευκαιρίες στην ζωή τους ν’ αποκτήσουν φίλους, είναι όμως αμφίβολο αν θα βρουν κάποιον άλλο πατέρα ή άλλη μητέρα). Η δασκάλα του κειμένου, που ήθελε να την προσφωνούν οι μαθητές της – και μάλιστα της πρώτης τάξης – Γεωργία (ή, γιατί όχι, Γωγώ ή Τζόρτζια), αυτοακυρώνεται και ταυτόχρονα, εξ απαλών ονύχων, «διδάσκει» στα παιδιά ότι δεν υπάρχει αυτή η ευλογημένη απόσταση μεταξύ δασκάλου και μαθητή, το μυστικό υφάδι που συνέχει αυτή τη σχέση, που ονομάζεται σέβας. Με τα καλοπιάσματα και τις κολακείες δεν βγάζεις γερούς μαθητές. Δάσκαλος, σημαίνει ελευθερία και σοφία, μαθητής, σημαίνει άσκηση, σεβασμός και υπακοή. Η σχέση δασκάλου και μαθητή είναι κατάκτηση, που θα έπρεπε να την προσέχουμε ως κόρην οφθαλμού.
«Δει δ’ αυτούς μηδέ τοις εγκωμίοις επαίρειν και φυσάν∙ χαυνούνται γαρ ταις υπερβολαίς των επαίνων και θρύπτονται», δηλαδή, πρέπει να μην παινεύουμε υπερβολικά και φουσκώνουμε τα παιδιά με τα εγκώμια, γιατί με τις υπερβολές των επαίνων γίνονται ματαιόδοξα και κακομαθημένα». (Πλούταρχος, «περί παίδων αγωγής», εκδ. «Κάκτος», σελ. 69).
Ο Δημήτρης Νατσιός για την πρώτη μέρα στο σχολείο
Και ο άγιος γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, επόμενος τοις θείοις πατράσι, έλεγε κάτι σημαντικό: «Στα παιδιά ο έπαινος κάνει κακό. Τι λέει ο λόγος του Θεού; «Λαός μου οι μακαρίζοντες υμάς πλανώσιν υμάς και την τρίβον των ποδών υμών ταράσσουσιν». Όποιος μας επαινεί, μας πλανάει και μας χαλάει τους δρόμους της ζωής μας. Πόσο σοφά είναι τα λόγια του Θεού! Ο έπαινος δεν προετοιμάζει τα παιδιά για καμιά δυσκολία στη ζωή. Και βγαίνουν απροσάρμοστα και τα χάνουν και τελικά αποτυγχάνουν. Τώρα ο κόσμος χάλασε. Στο μικρό παιδάκι λένε όλο επαινετικά λόγια. Μην το μαλώσουμε, μην του εναντιωθούμε, μην το πιέσουμε το παιδί. Μαθαίνει, όμως, έτσι και δεν μπορεί να αντιδράσει σωστά και στην πιο μικρή δυσκολία. Μόλις κάποιος του εναντιωθεί, τσακίζεται, δεν έχει σθένος.
Οι γονείς ευθύνονται πρώτοι για την αποτυχία των παιδιών στη ζωή και οι δάσκαλοι και καθηγητές μετά. Τα επαινούν διαρκώς. Τους λένε εγωιστικά λόγια. Δεν τα φέρνουν στο Πνεύμα του Θεού. Τ’ αποξενώνουν απ’ την Εκκλησία. Όταν μεγαλώσουν λίγο τα παιδιά και πάνε στο σχολείο μ’ αυτό τον εγωισμό, φεύγουν απ’ τη θρησκεία και την περιφρονούν, χάνουν το σεβασμό προς το Θεό, προς τους γονείς, προς όλους. Γίνονται ατίθασα και σκληρά κα άπονα, χωρίς να σέβονται ούτε τη θρησκεία, ούτε τον Θεό. Βγάλαμε στη ζωή εγωιστές και όχι χριστιανούς».(Γέροντος Πορφυρίου, «Βίος και Λόγοι»», εκδ. Ι.Μ. Χρυσοπηγής, σελ. 427).
Το κείμενο του σχολικού βιβλίου τελειώνει με την ομορφότατη και παιδαγωγικότατη «επιθυμία» του μαθητή να αρχίσει η σχολική χρονιά, η διδαχή, με την… τουαλέτα. Σαφές το μήνυμα, ελήφθη. Εύγε στους ιθύνοντες, τα σαΐνια του αμαρτωλού Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.