Ναι, έχουμε και μπιτς χάντμπολ…
Το μπιτς βόλεϊ έχει καθιερωθεί εδώ και πολλά χρόνια και όχι άδικα. Έχει φέρει και διακρίσεις στην χώρα μας εξάλλου. Το μπιτς χάντμπολ πάλι… όχι. Δικαιολογημένα βέβαια καθώς είναι κάτι το καινούργιο στην Ελλάδα και έρχεται από ένα άθλημα που σε εθνικό επίπεδο δεν υπάρχει η παραμικρή διάκριση ακόμη και στην σάλα. Το χάντμπολ έχει...Το μπιτς βόλεϊ έχει καθιερωθεί εδώ και πολλά χρόνια και όχι άδικα. Έχει φέρει και διακρίσεις στην χώρα μας εξάλλου. Το μπιτς χάντμπολ πάλι… όχι. Δικαιολογημένα βέβαια καθώς είναι κάτι το καινούργιο στην Ελλάδα και έρχεται από ένα άθλημα που σε εθνικό επίπεδο δεν υπάρχει η παραμικρή διάκριση ακόμη και στην σάλα.
Το χάντμπολ έχει το δικό του κοινό στην Ελλάδα και είναι μικρό (συγκριτικά με άλλα ομαδικά σπορ). Όμως έχει ανθρώπους που είναι παθιασμένοι μ’ αυτό. Και από χθες το άθλημα που λέγεται μπιτς χάντμπολ, μπήκε για πρώτη φορά στην επικαιρότητα, χάρη σε μια εθνική ομάδα (γυναικών) που στο ντεμπούτο της σε παγκόσμιο πρωτάθλημα, κατάφερε να πάρει την πρώτη θέση!
Υπό άλλες συνθήκες, θα περνούσε απαρατήρητο αυτό το επίτευγμα. Δεν περνάει όμως και δεν πρέπει να περάσει για αρκετούς λόγους.
Πρώτον, γιατί το άθλημα από το Τόκιο το 2020 θα είναι στο πρόγραμμα (ως αγώνας επίδειξης και από το 2024 επίσημα), άρα η επιτυχία αυτή δημιουργεί προοπτικές για διάκριση κι εκεί. Και ταυτόχρονα αυτό αποτελεί κίνητρο για τις ίδιες και το άθλημα, που ψάχνει απεγνωσμένα μια αντίστοιχη επιτυχία για να κερδίσει περισσότερο κόσμο.
Δεύτερον, γιατί η ομάδα αποτελείται από παίκτριες που μετέχουν στην εθνική γυναικών στην σάλα και χωρίς χρήματα ουσιαστικά, μαζεύτηκαν να περάσουν τα καλοκαίρια τους παίζοντας στην παραλία, γιατί απλά… γουστάρουν το χάντμπολ.
Και τρίτον γιατί αν δει κανείς το πως δημιουργήθηκε αυτή η ομάδα και δει τις δοκιμασίες που πέρασε για να φτάσει ως ένα χρυσό μετάλλιο, θα καταλάβει πως όταν κάνεις κάτι που γουστάρεις, θα το κάνεις καλά… Και από την στιγμή που δεδομένα στην σάλα δεν μπορεί να έρθει διάκριση σε μεγάλη διοργάνωση, το χάντμπολ στην άμμο, μπορεί να «ξελασπώσει» το άθλημα και να φέρει διακρίσεις.
Στην περίπτωση της εθνικής γυναικών, μιλάμε για μια ομάδα που έχει παίκτριες τριών γενεών. Από την 45χρονη Σκάρα στην 16χρονη Κεπεσίδου, το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα αποτελείται από παίκτριες που ζουν ή κατάγονται στην βόρεια Ελλάδα.
Η Σκάρα έχει φάει με το «κουτάλι» τις σάλες και στα… τελειώματα κατάφερε να γίνει παγκόσμια πρωταθλήτρια. Από την άλλη, η Νικολίνα Κεπεσίδου, αδερφή της γκολκίπερ Μάγδας Κεπεσίδου (τεράστιο κεφάλαιο για την εθνική και το χάντμπολ καθώς στα 21 της χρόνια είναι από τις κορυφαίες στον κόσμο στη θέση της) λίγο πριν ενηλικιωθεί, έγινε κι αυτή παγκόσμια πρωταθλήτρια. Δεν το βλέπεις συχνά σε μια ομάδα…
Μαζεύονται τα καλοκαίρια και μένουν η μία στο σπίτι της άλλης (καθώς δεν υπάρχουν χρήματα να μείνουν μαζί ως αποστολή και να κάνουν προπονήσεις) και πηγαίνουν κάθε μέρα για προπόνηση στην παραλία, προκειμένου να παίζουν σε τουρνουά. Με δικά τους έξοδα τρώνε, προπονούνται και το κάνουν κυρίως για να περάσουν καλά.
Κανείς δεν τις ανάγκασε και κανείς δεν επένδυσε πάνω σε ένα άθλημα που αφήνει αδιάφορη (δυστυχώς) την πλειοψηφία των φιλάθλων των σπορ, πλην των «ρομαντικών» του χάντμπολ.
Και αφού κέρδισαν μια θέση στο παγκόσμιο πρωτάθλημα κάνοντας το… χόμπι τους στην παραλία, πήγαν και το πήραν… Κέρδισαν την παγκόσμια πρωταθλήτρια (Ισπανία) και την πρωταθλήτρια Ευρώπης (Νορβηγία) σε ημιτελικό και τελικό και το σήκωσαν.
Τώρα βάζουν και την ίδια την ομοσπονδία τους στο «τρυπάκι» να επενδύσει πάνω σε αυτή την επιτυχία και να προσφέρει περισσότερα στο άθλημα της άμμου.
Το πιθανότερο βέβαια είναι να ξεχαστεί στην Ελλάδα και από τα ΜΜΕ, γρήγορα. Όμως σε δύο χρόνια θα είναι Ολυμπιακό άθλημα. Και αν εκεί έρθει ένα μετάλλιο, ίσως αλλάξει αυτό. Ίσως γίνει ότι έγινε το μπιτς βόλεϊ στις εποχές των Καραντάσιου / Σφυρή, που καθιέρωσαν το άθλημα στην χώρα.
Στο χέρι των κοριτσιών είναι…