Είναι από τις περιπτώσεις των παικτών που λατρέψαμε να μισούμε. Στα καλύτερα χρόνια της Εθνικής μας ομάδας, αλλά και των συλλόγων μας, ήταν πάντα εκεί. Αντίπαλο δέος. Ο μεγάλος αντίπαλος που όταν τον νικούσες έπαιρνες την παραπάνω δόξα που δίνει ο ηττημένος.
Χουάν Κάρλος Ναβάρο. «Λα Μπόμπα».
Ένας από τους πιο προικισμένους παίκτες που έβγαλε το ευρωπαϊκό μπάσκετ τις δύο τελευταίες δεκαετίες, αποφάσισε να αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Πιθανότατα λίγο καθυστερημένα μιας και η παρουσία του την τελευταία διετία, στο σπίτι του, το «Παλάου Μπλαουγκράνα», ξεθώριασε λίγο τη λάμψη του.
Όσοι στο μέλλον θελήσουν να αναλύσουν μπασκετικά τη δεκαετία των 00s και του ’10 δεν γίνεται να μην σταθούν (και) στον Ναβάρο.
Θα τον βρουν ίσο μεταξύ παικτών που όσο περνούν τα χρόνια θα αποκτήσουν χαρακτήρα θρύλου.
Είτε με την Μπαρτσελόνα, είτε πολύ δε περισσότερο με την Εθνική Ισπανίας, ο «Λα Μπόμπα» ήταν πάντα παρών στα μεγάλα ραντεβού.
Ήταν δε βασικό στέλεχος της μεγαλύτερης μπασκετικής έκπληξης που έχουμε δει εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια. Του Μουντομπάσκετ του 2006. Γιατί μπορεί όλοι -και δικαιολογημένα- να κομπάζουμε για την Εθνική μας ομάδα, που απέκλεισε στα ίσια τους Αμερικανούς και πήγε στον τελικό του Μουντιάλ, αλλά αντίστοιχο «θαύμα» ήταν και της Ισπανίας που έγινε παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Αποχωρεί από την ενεργό δράση έχοντας στην κατοχή του πάνω από 30 τίτλους και μετάλλια. Δεκάδες προσωπικές διακρίσεις και βέβαια τον τίτλο του «Λα Μπόμπα» από την αγαπημένη του μπομπίτα με την οποία πέτυχε τους περισσότερους από τους 8,5 χιλ. πόντους που σημείωσε στην επαγγελματική του καριέρα.
Το 2003 ήταν μέλος της ομάδας που ξόρκισε το φάντασμα του Final-4 για την Μπαρτσελόνα. Και ήταν ο «τρίτος πόλος» στο δίδυμο Γιασικεβίτσιους-Μποντιρόγκα που έφεραν τους Καταλανούς στην κορυφή της Ευρώπης. Ο Ναβάρο μπολιάστηκε σε εκείνη την ομάδα του Πέσιτς όπως και λίγους μήνες αργότερα όταν κατακτούσε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ. Και απέδειξε πως όταν ο καλός παίκτης «μεγαλώσει» μέσα στην επιτυχία μπορεί να γίνει κορυφαίος.
Την Ευρωλίγκα την κατέκτησε ξανά -και μόνη φορά- το 2010. Κανείς όμως δε θα πει, το στο τέλος του δρόμου πως ο Ναβάρο κέρδισε μόνο δύο φορές το τρόπαιο. Και αν το πει καλό θα είναι να ανατρέξει τα δέκα ατομικά βραβεία που έχει στη διοργάνωση, με κορυφαίο όχι τον τίτλο του MVP το 2009, αλλά τη συμμετοχή στην καλύτερη 10άδα παικτών της δεκαετίας 2001-10.
Έμεινε πιστός
Το 1996 πήγε για πρώτη φορά στην Μπαρτσελόνα και από το 1997 που άρχισε την επαγγελματική του καριέρα, φορούσε τα μπλαουγκράνα. Με εξαίρεση μόνο μία σεζόν, που τον βρήκε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Την περίοδο 2007/08 έζησε το αμερικανό όνειρο, όμως παρά την καλή παρουσία του στο Μέμφις, επέστρεψε και πάλι στην Ευρώπη. Στην Ισπανία. Στην Μπαρτσελόνα.
Ο Ναβάρο μαζί με τους αδερφούς Γκασόλ, τον Ρούντι, τον Γκαρμπαχόσα, τον Σέρχιο ή τον Γιουλ θα μας θυμίζουν πάντα τις δικές μας επιτυχίες. Γιατί μπορεί να ήταν πραγματικά ομαδάρα, αλλά είχαν απέναντί τους μια άλλη μεγάλη ομάδα, την Ελλήνική. Είχαν τον Διαμαντίδη, τον Σπανούλη, τον Παπαλουκά, τον Ζήση, τον Τσαρτσαρή, τον Ντικούδη κοκ. Θα μας θυμίζει ακόμα παίκτες όπως ο Πάρκερ, ο Νοβίτσκι, ο Ριγκοντό, ο Κιριλένκο κ.α.
ΥΓ: Ο τίτλος του κειμένου προέρχεται από μία ατάκα του αείμνηστου Φίλιππου Συρίγου, που σχολιάζοντας πριν από περίπου μια δεκαετία στην εκπομπή του στη Nova είχε χαρακτηρίσει τον Ισπανό “μπασκετικό σίχαμα”, επιχειρώντας να το τεκμηριώσει. Όποιος όμως έχει δει το σχετικό βίντεο, ίσως έχει ακούσει τον παρουσιαστή εκείνης της εκπομπής, Γιώργο Συρίγο, να λέει “έχει… 5 εκατομμύρια τρόπους να βάζει την μπάλα στο καλάθι”. Και αυτό το τελευταίο είναι πραγματικά η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος!