Υποδέχτηκαν τον Βασιλιά της Πολωνίας, με όλες τις τιμές που έπρεπε, αλλά μετά κατάλαβαν ότι δεν ήταν βασιλιάς, ήταν απλά ένας απατεώνας
Ο Γιοάννο Σομπιέσκι έγινε δεκτός στο Λονδίνο ως εξόριστος βασιλιάς της Πολωνίας, με τιμές και αποδοχή
Το Λονδίνο στις αρχές του 19ου αιώνα έβριθε από φιλοδοξία, κοσμοπολιτισμό και την αφέλεια μιας κοινωνίας που διψούσε για ειδήσεις, φιγούρες εξωτικές και ιστορίες παραμυθένιες. Ήταν η εποχή που η Ευρώπη ταλανιζόταν από τους Ναπολεόντειους Πολέμους, η Πολωνία δεν υπήρχε στον χάρτη ως ανεξάρτητο κράτος, και οι βασιλικές ιστορίες έμοιαζαν με λαϊκές παραβολές. Ήταν, λοιπόν, το ιδανικό φόντο για έναν ευφάνταστο τυχοδιώκτη με το όνομα Γιοάννο Σομπιέσκι να εμφανιστεί στην αγγλική πρωτεύουσα υποδυόμενος τον χαμένο βασιλιά της Πολωνίας – και να γίνει δεκτός με όλες τις τιμές.
Ο Σομπιέσκι, που δανείστηκε το όνομά του από τον ένδοξο Πολωνό βασιλιά του 17ου αιώνα, Ιωάννη Γ΄ Σομπιέσκι, έφτασε στο Λονδίνο το 1810 ντυμένος με εντυπωσιακή στρατιωτική στολή, μιλώντας με προφορά και φέρνοντας μαζί του μια συνοδεία από αυλικούς που κανείς δεν ήξερε από πού ακριβώς προέρχονταν. Με χειροφιλήματα, κορδέλες, σφραγίδες και δηλώσεις γεμάτες στόμφο, αυτοπαρουσιάστηκε ως εξόριστος γαλαζοαίματος που ήρθε να ζητήσει υποστήριξη για την πατρίδα του. Οι Άγγλοι, πάντα γοητευμένοι από ξένους ευγενείς, έσπευσαν να τον υποδεχτούν με κάθε επισημότητα.
Προσκλήσεις σε δείπνα, δωμάτια σε πολυτελή ξενοδοχεία, συναντήσεις με πολιτικούς και ευγενείς, ακόμα και προσβάσεις σε λόμπι επιρροής του παλατιού – όλα άνοιξαν μπροστά του σαν χαλί, χωρίς κανένας να ζητήσει επίσημα έγγραφα ή πειστήρια. Η Πολωνία, άλλωστε, ήταν μια ιδανική “χαμένη πατρίδα” για να τυλίξει κάποιος την απάτη του. Η ανυπαρξία πρεσβείας, επίσημου αντιπροσώπου ή εθνικού μηχανισμού καθιστούσε οποιονδήποτε ισχυριζόταν κάτι για λογαριασμό της… αυθεντία από μόνος του.
Για εβδομάδες ο Σομπιέσκι ζούσε σαν πραγματικός μονάρχης. Οι εφημερίδες έγραφαν για εκείνον, οι καλεσμένοι του μιλούσαν για το πόσο γοητευτικός και καλλιεργημένος ήταν, ενώ μερίδα του κόσμου τον αντιμετώπιζε σαν σύμβολο της ευρωπαϊκής ελπίδας απέναντι στον Ναπολέοντα. Όμως, καθώς οι επισκέψεις του πολλαπλασιάζονταν, άρχισαν να εγείρονται υποψίες. Κανείς δεν είχε ακούσει ποτέ για “Γιοάννο” Σομπιέσκι στους βασιλικούς κύκλους της Πολωνίας. Τα πολωνικά του ήταν περιορισμένα. Τα γράμματά του ήταν γεμάτα συντακτικά λάθη. Και οι “αυλικοί” του… συχνά μιλούσαν ιταλικά.
Η αποκάλυψη δεν άργησε. Ένας Πολωνός πολιτικός εξόριστος στο Λονδίνο, που είχε προσωπική γνώση της πολωνικής αριστοκρατίας, τον αναγνώρισε αμέσως ως απατεώνα και ειδοποίησε τις αρχές. Μέσα σε λίγες ημέρες, ο Σομπιέσκι συνελήφθη και ξεγυμνώθηκε η φάρσα. Το όνομά του δεν υπήρχε σε κανένα γενεαλογικό δέντρο, είχε φτιάξει πλαστά διαπιστευτήρια και η περιουσία του προερχόταν από μικροαπάτες που είχε κάνει ήδη στη Γαλλία και την Ιταλία. Δεν φυλακίστηκε, αλλά απελάθηκε αθόρυβα, και χάθηκε στη σκιά της ευρωπαϊκής ιστορίας όπως εμφανίστηκε: θεατρικά και ξαφνικά.
Η ιστορία του Γιοάννο Σομπιέσκι αποκαλύπτει πόσο εύκολα μπορούσε κανείς, σε μια εποχή χωρίς ηλεκτρονικά αρχεία, χωρίς επίσημους διακρατικούς μηχανισμούς και με μια κοινωνία διψασμένη για δράμα, να φτιάξει έναν τίτλο, να ντυθεί αναλόγως και να πείσει ολόκληρη μια μητρόπολη ότι είναι κάτι που δεν είναι. Δεν ήταν ο μόνος, αλλά παραμένει ίσως ο πιο πετυχημένος φαρσέρ που παρουσιάστηκε ως βασιλιάς και έπεισε τους πάντες. Όχι με σπαθί, αλλά με ένα φράκο, λίγο θράσος και αρκετή φαντασία.