Φακούντο Καμπάτσο: Ένας γίγαντας 179 εκατοστών
Φακούντο Καμπάτσο: Φοβάται το σκοτάδι. Ακόμη και τώρα, δεν κοιμάται αν δεν υπάρχει φως στο δωμάτιο. Φοβάται τα αεροπλάνα. Κανείς δεν θέλει να ταξιδεύει δίπλα του. Δεν φοβάται το ύψος. Από τι να κινδυνέψει άλλωστε; Από… βέρτιγκο, έχοντας μόλις 179 εκατοστά μπόι; Παράταιρο για μπασκετμπολίστα. Μαθημένος, όμως. Ο Καμπάτσο, από τα μικρατά του, όταν από...Φακούντο Καμπάτσο: Φοβάται το σκοτάδι. Ακόμη και τώρα, δεν κοιμάται αν δεν υπάρχει φως στο δωμάτιο. Φοβάται τα αεροπλάνα. Κανείς δεν θέλει να ταξιδεύει δίπλα του. Δεν φοβάται το ύψος. Από τι να κινδυνέψει άλλωστε; Από… βέρτιγκο, έχοντας μόλις 179 εκατοστά μπόι;
Παράταιρο για μπασκετμπολίστα. Μαθημένος, όμως. Ο Καμπάτσο, από τα μικρατά του, όταν από 5 χρονών παιδάκι, άρχισε σ’ ένα γήπεδο με ξύλινες μπασκέτες και παρκέ από μωσαϊκό να κοπανάει την «σπυριάρα» σε μια φτωχογειτονιά της γενέτειρας του στην Κόρδομπα κι έγινε, παρέα με τους τότε συμπαίκτες του, σημείο αναφοράς της πόλης, αφού μια παρέα κοντοπίθαρων τα έβαζε με παιδιά πολύ ψηλότερα και αθλητικότερα.
Το μπάσκετ τον κέρδισε. Παρότι ο πατέρας (χωρισμένος με τη μητέρα του) και ο αδερφός του –ο μόνος, αφού έχει και 3 αδερφές– έπαιζαν ποδόσφαιρο και στην αρχή του μετέδωσαν το μικρόβιο, μεγάλωσε βλέποντας την Generación Dorada, την «Χρυσή Γενιά» όπως αποκαλούν οι Αργεντινοί την παρέα των Τζινόμπιλι, Σκόλα, Νοσιόνιο, Σκονοκίνι, Σάντσεθ που έδειξε στον κόσμο πως πέρα από το τάνγκο και τον Μαραντόνα, η χώρα διακρίνεται, ξεχωριστά, στο άθλημα που κατόπιν της απαίτησης της μητέρας του, διάλεξε οριστικά πριν την εφηβεία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τα cojones του Φακούντο Καμπάτσο και οι… ιπτάμενοι κάδοι!
Παρότι ψευτοκομπάζοντας ο ίδιος λέει, πως θα μπορούσε κάλλιστα να είχε εξελιχτεί σε έναν Ντάνι Καρβαχάλ, αν τελικά επέλεγε το ποδόσφαιρο. Ναι, σε έναν… δεξιό μπακ. Τουλάχιστον τα πρότυπα του στο μπάσκετ, περισσότερο συμβατά με τη θέση και –φυσικά– το μπόι του. Αφίσες του Στιβ Νας και του Τζέισον Κιντ είχε στο προσκέφαλο του.
Δεν έγινε… τέτοιος. Σαφώς και δεν ήταν όταν πριν 5 χρόνια, παρότι φτασμένος στη Λατινική Αμερική, τον έφερε στη Μαδρίτη η Ρεάλ. Είχε μπροστά τους… Σέρχιο (Γιουλ – Ροντρίγκεθ) και έτσι, από τα 30λεπτα που «έγραφε» στην Πενιαρόλ, αρκέστηκε στο να… κουνάει την πετσέτα από τον πάγκο. Δύσκολα. Το τσιπάκι άλλαξε στη διετία που πέρασε δανεικός στη Μούρθια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: O Λουίς Σκόλα στα 39 του μένει… νηστικός για το μπάσκετ
Το έβαλε το χεράκι του ο Φώτης Κατσικάρης, ο οποίος τον έβαλε σε καλούπια top επαγγελματισμού. Εκεί άρχισε να βλέπει βίντεο για να δουλέψει σε αδυναμίες δικές του και αδυναμίες αντιπάλων. Άλλωστε, αρχικά, τη φήμη του έτσι ξεκίνησε να την χτίζει στην Ευρώπη. Ως ένα ενοχλητικό ζιζάνιο που χώνεται στα πόδια, στα μούτρα, οπουδήποτε των αντιπάλων του.
Εκτός από έναν. Τον Μάνου Τζινόμπιλι. Όχι σε ματς, αλλά στις προπονήσεις της εθνικής. Ο επίδοξος Hall of Famer λάτρευε να τον… ξεφτιλίζει. Σε οποιαδήποτε περίσταση και συγκυρία και να ήταν μόνο αυτό. Τον είχε προσβάλλει, ως μέρος αν θέλετε της δοκιμασίας που πέρναγε κάθε συνεχιστής της «Χρυσής Γενιάς», δημοσίως, με ανοιχτά μικρόφωνα, σε μια από τις πρώτες πρώτες παρουσίες του με το εθνόσημο: «Ποτέ δεν έχω δει παιδί στην ηλικία σου με τέτοια… μπάκα»! Ανταποκρίθηκε.
Σε ένα καλοκαίρι, δουλεύοντας με τον γυμναστή ξάδερφο του Μανού, έχασε 7 κιλά. Το επόμενο, σε ένα φιλικό με την Team USA στη Βαρκελώνη, παραμονές των Ολυμπιακών Λονδίνου, έφτασε να ταπώνει μέχρι και τον Κόμπε. Ένα καλοκαίρι μετά, στους Παναμερικανικούς του ’13, σ’ ένα ματς κόντρα στον Καναδά, κάρφωσε στον αιφνιδιασμό με δύο αντιπάλους κολλημένους πίσω του.
Μικρές μικρές νίκες. Νίκες προσωπικότητας, θέλησης. ήταν οι μόνες. Επιστρέφοντας στη Μαδρίτη μετά τη Μούρθια, έπεσε πάνω στο φαινόμενο Ντόντσιτς. Ξανά κάρτερι. Το φευγιό, όμως, του Σλοβένου για το NBA, το πρότερο από τη Ρεάλ του Ροντρίγκεθ, ο τραυματισμός του Γιουλ, του έδωσαν την μπαγκέτα. Ανταποκρίθηκε. Έφτασε να κερδίσει το βραβείο του MVP των φετινών τελικών του ισπανικού πρωταθλήματος. Προφανώς, δεν ήταν πλέον το ζιζάνιο. Η καθημερινή ιεροτελεστία, της έξτρα προπόνησης με 105 μετρημένα σουτ από διάφορες θέσεις, σε διάφορες καταστάσεις και την αποχώρηση από το παρκέ μόνο όταν πετύχει τα δύο τελευταία «άγγιχτα», απέδιδε.
Και όμως, ύστερα από μια τέτοια σεζόν, μια σεζόν 10 μηνών και 84 παιχνιδιών, με τη σύζυγο του Κονσουέλα έγκυο στο 1ο τους παιδί, αρκέστηκε σε μόλις 10 μέρες διακοπές και μετά… εθνική! Με την επική του και νούμερα… Κούκοτς εμφάνιση του (έγινε ο 2ος στην ιστορία που σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου καταγράφει +15 πόντους, +10 ασίστ, +5 ριμπάουντ και +3 κλεψίματα), την οδήγησε μετά τον προχθεσινό θρίαμβο επί της Σερβίας στην τετράδα του κόσμου, δύο βήματα μόνο μακριά από τον 22ο τίτλο της καριέρας του. Διόλου άσχημα για ένα ζιζάνιο. Για έναν κοντό.
Η Generación Dorada μπορεί να ησυχάσει. Ναι, ο τελευταίος της εκπρόσωπος, ο Λουίς Σκόλα, είναι ακόμη εκεί, αλλά πλέον ο συνεχιστής της ψυχής, των τεράστιων cojones της είναι ο Φακούντο Καμπάτσο…