Θρυλείται -αλλά ποιος θρύλος δεν επιβεβαιώθηκε με τον Παύλο Γιαννακόπουλο;-, ότι το μακρινό 1987 σε έναν καναπέ του ξενοδοχείου Χίλτον, ο Παύλος Γιαννακόπουλος συζητούσε με τον προπονητή Ρίτσαρντ Ντουξάιρ. Σε εκείνη τη συζήτηση του αποκάλυψε τον πόθο του να φέρει έναν παίκτη από το ΝΒΑ.
Για να κατανοήσουμε λίγο την εποχή: δεν μιλάμε για το 2018 όπου για να φέρεις έναν παίκτη από την άλλη άκρη του Ατλαντικού δεν είναι άπιαστο όνειρο. Μιλάμε για το 1987 όπου η μπασκετική Ελλάδα άρχισε να φτιάχνει το μύθο της.
Σε εκείνη τη συζήτηση, με την ευθύτητα που διέκρινε τον Παύλο ανέφερε το όνομα του Μάτζικ Τζόνσον! Ναι, του γνωστού Μάτζικ. Τον είδε δει στην τηλεόραση σε ένα All Star Game, είχε ακούσει που μιλούσε γι’ αυτόν ο επίσης αείμνηστος Φίλιππος Συρίγος και του άρεσε η ιδέα. Φυσικά, ο Μάτζικ δεν φόρεσε ποτέ τα πράσινα, αλλά ο «σπόρος» είχε πέσει.
NΤΟΜΙΝΙΚ ΓΟΥΙΛΚΙΝΣ
Ακριβώς οκτώ χρόνια έπειτα από εκείνη τη συνάντηση, ο Παύλος Γιαννακόπουλος εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία του ΝΒΑ και έφερε τον Ντομινίκ Γουίλκινς στην Ελλάδα. Όχι έναν απλό NBAer, αλλά έναν παίκτη θρύλο για το πρωτάθλημα. Ήταν μια μεταγραφή δαπανηρή, δύσκολη που χρειάστηκε να γίνουν πολλά και διάφορα για να επιτευχθεί. Κι αν δεν ήταν η επιμονή του Παύλου, ο Ντομινίκ δεν θα περνούσε ποτέ τον Ατλαντικό. Μπορεί το τέλος της συνεργασίας τους να ήταν άδοξο, αλλά αυτό δεν αλλάζει ότι η «βόμβα έσκασε.
ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΛΗΣ
Ο Παναθηναϊκός έκανε το λάθος να τον χάσει το 1979, όταν πλησίασε πρώτος τον Νικ στο κολέγιο. Δεν έχασε την ευκαιρία το 1992 όταν ήταν φανερό πως ο Γκάλης δεν θα έμενε στον Άρη και φυσικά έκανε το «χτύπημα». Οι φήμες λένε πως η πρόταση του Παύλου ήταν 650 εκατομμύρια για τρία χρόνια, κατά άλλους το ποσό έφτασε 800 εκατομμύρια για το ίδιο διάστημα, την ώρα που ο Ολυμπιακός του Γιάννη Ιωαννίδη πρόσφερε 350 εκατομμύρια για διετές και ο Ηρακλής 450 εκατομμύρια για τριετές. Ο Παύλος χειρίστηκε το θέμα προσωπικά. Ανέβηκε στο Πευκοχώρι της Χαλκιδικής και το ίδιο βράδυ δείπνησε σε ψαροταβέρνα της περιοχής με τον Νίκο Γκάλη και τον Γιώργο Ραμπότα. Η όλη υπόθεση έχει και μια εκδοχή μυστηρίου και κατασκοπευτικού φιλμ. Το πώς ήρθε στην Αθήνα ο Γκάλης, ποιο όνομα έγραφε το εισιτήριό του, η μυστικότητα της συνέντευξης Τύπου στην οποία θα παρουσιαζόταν. Ήταν ένα χτύπημα που μόνο ο Παύλος μπορούσε να καταφέρει.
ΜΠΑΪΡΟΝ ΣΚΟΤ
https://www.youtube.com/watch?v=sqYRg7CUnaw
Μέλος του περιώνυμου Showtime των Λέικερς, μαζί με τους Τζόνσον, Τζαμπάρ και Γουόρθι, ο Σκοτ είχε γράψει ήδη το όνομά του με χρυσά γράμματα στις σελίδες του ΝΒΑ. Δέκα χρόνια στους «Λιμνάνθρωπους», ένα μικρό πέρασμα από τους Γκρίζλις και, αίφνης, έρχεται η προοπτική του Παναθηναϊκού. Το 1997, σε ηλικία 36 ετών, φοράει τα πράσινα, σε μια μεταγραφή ουσίας και πρεστίζ. Και, φυσικά, μόνο για τα συντάξιμα δεν ήρθε στον Παναθηναϊκό.
ΝΤΕΓΙΑΝ ΜΠΟΝΤΙΡΟΓΚΑ
Στα 18 του προσπάθησε να τον πάρει ο Ολυμπιακός, αλλά απέτυχε. Ο Μποντιρόγκα ήταν πάντα το μήλον της έριδος για μεγάλες ομάδες. Ψηλός, όχι πολύ αθλητικός, αλλά πανέξυπνος και πάνω από όλα ηγέτης με τσαγανό και cojones, ο «Ντέκι» ήρθε στον Παναθηναϊκό γιατί τον ήθελε ο Παύλος και γιατί η παρουσία του Ζέλικο Ομπράντοβιτς ήταν καθοριστική. Συνολικά, πρόκειται για την πιο επιδραστική μεταγραφή που έκανε ο Γιαννακόπουλος επί εποχής του. Και τούτο διότι ο Μποντιρόγκα αγαπήθηκε ως ημίθεος από τους οπαδούς της ομάδας. Έγινε σύμβολο, τραγούδι, όνομα στο οποίο έπιναν όλοι νερό.
ΣΤΟΓΙΑΝ ΒΡΑΝΚΟΒΙΤΣ
Το κόψιμό του στον τελικό του Παρισιού κόντρα στην Μπαρτσελόνα είναι μνημειώδες. Ο Μοντέρο, ακόμη δεν μπορεί να το πιστέψει. Ο Βράνκοβιτς έγινε αιώνια πιστός Παναθηναϊκός. Άλλο ένα αγαπημένο παιδί της εξέδρας.
Τον πρωτογνωρίσαμε στον Άρη, εν συνεχεία έκανε ένα πέρασμα στο ΝΒΑ και επιστρέφοντας δεν γινόταν να μην έρθει στον Παναθηναϊκό. Το 1992, ο Παύλος έψαχνε ένα γίγαντα να θωρακίσει τη ρακέτα της ομάδας του και ο Στόικο ήταν η σπουδαιότερη επιλογή που θα μπορούσε να κάνει. Έμεινε ως το 1996 στους πράσινους, καθώς στη συνέχεια θέλησε να προσπαθήσει εκ νέου στο ΝΒΑ δίχως όμως επιτυχία.
ΖΑΡΚΟ ΠΑΣΠΑΛΙ
Αυτό κι αν ήταν «μπαμ». Ο παίκτης που ήταν συνώνυμο της επιστροφής του μπασκετικού Ολυμπιακού να φορέσει τα πράσινα. Το καλοκαίρι του 1994, όμως, εκεί που περιμένουν άπαντες να παραμείνει ο Σέρβος στον Ολυμπιακό, ο Παύλος έχει άλλη άποψη. Λέγεται πως το συμβόλαιό του ήταν 340 εκατομμύρια δραχμές το χρόνο. Ο Παύλος έδρασε έξυπνα. Το γυαλί ανάμεσα στον Πάσπαλι και τον Ιωαννίδη είχε ραγίσει, ο Κόκκαλης δεν έθεσε βέτο και στο ενδιάμεσο κενό βρέθηκε ο Παύλος για να τον αρπάξει και να προκαλέσει αναταραχή.
ΝΤΡΑΖΕΝ ΠΕΤΡΟΒΙΤΣ ΚΑΙ ΑΡΒΙΝΤΑΣ ΣΑΜΠΟΝΙΣ
Θα πεις κανείς πως αυτοί οι δύο παίκτες δεν έπαιξαν ποτέ στον Παναθηναϊκό. Ναι, όντως. Όμως, βρέθηκαν τόσο κοντά που μόνο συγκυρίες, η μοίρα και εξωγενείς παράγοντες δεν τους έντυσαν στα πράσινα. Για τον Ντράζεν έχουν γραφτεί τόσα πολλά. Υπάρχουν πολλοί που λένε πως τον είχε κλείσει ο Κόκκαλης. Οι καλά γνωρίζοντες, όμως, μπορούν να πουν πως αν ήταν κακή η μοίρα του «Μότσαρτ», τη φανέλα του Παναθηναϊκού θα φορούσε. Όσο για τον Σαμπόνις, ο Παύλος τον είχε κλείσει για δύο χρόνια έναντι 2,5 εκατ. δολάρια, επί εποχής Πολίτη, αλλά επενέβη… τρίτος παράγοντας και χάλασε τη μεταγραφή στο τέλος.
ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΣΟΥΠΕΡ ΣΤΑΡ
Δεν γίνεται να ξεχαστεί κανένας. Με οικονομικούς όρους, όλοι αυτοί οι παίκτες κόστισαν ένα καράβι χρήματα. Μάλλον: πολλά καράβια. Τα ονόματα από μόνα τους ζαλίζουν: Έντγκαρ Τζόουνς, Αντόνιο Ντέιβις, Άριαν Κόμαζετς, Σάσα Βολκόφ, Ντίνο Ράτζα, Ζέλικο Ρέμπρατσα, Όντετ Κάτας, Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, Μάικ Μπατίστ, Ραμούνας Σισκάουσκας, Ντρου Νίκολας.
Έλληνες όπως ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Φάνης Χριστοδούλου, ο Φραγκίσκος Αλβέρτης, ο Δημήτρης Διαμαντίδης, ο Νίκος Οικονόμου, ο Βασίλης Σπανούλης, ο Χρήστος Μυριούνης, ο Αντώνης Φώτσης, ο Κώστας Τσαρτσαρής, Δημήτρης Παπανικολάου, Λάζαρος Παπαδόπουλος, Κώστας Παταβούκας και δεκάδες άλλοι.
Αν καταμετρηθούν όλες οι περιπτώσεις παικτών που φόρεσαν την πράσινη φανέλα επί εποχής Παύλου Γιαννακόπουλου, όχι θα πέσουν τα τσιμέντα, αλλά θα λυγίσουν και τα σίδερα. Αν, δε, προσπαθήσει να υπολογίσει κανείς τα χρήματα που έβγαλε από την τσέπη του ο Παύλος Γιαννακόπουλος, θα χάσει το μέτρημα. Είναι ανυπολόγιστα. Απλώς: είναι δυσθεώρητο το ποσό.