ΜΠΑΣΚΕΤ

Βασίλειος Τσερνισώφ: Ο άνθρωπος που μαθαίνει μπάσκετ στους Νορβηγούς μίλησε στο Sportime – Οι μπασκετικοί Χάαλαντ και οι σαρωτικές επιτυχίες

Ο άνθρωπος που μαθαίνει μπάσκετ στους Νορβηγούς, Βασίλειος Τσερνισώφ μίλησε στο Sportime για το παρόν και το μέλλον του αθλήματος στη Σκανδιναβική χώρα

Συντάκτης: Χρήστος Μαγγίνας Χρόνος ανάγνωσης: 9 λεπτά

Βασίλειος Τσερνισώφ. Ένα ονοματεπώνυμο σταθμός για το Νορβηγικό μπάσκετ, με τον Έλληνα προπονητή να σημειώνει τη μια επιτυχία μετά την άλλη στα αναπτυξιακά τμήματα της Σκανδιναβικής χώρας.

Με ιδέες εφαρμοσμένες από μηδενική βάση, με δίψα για εξέλιξη, η μεγαλύτερη του επιτυχία ίσως κρύβεται στα χιλιόμετρα που κάνουν νεαροί αθλητές μόνο και μόνο για να προπονηθούν υπό τις οδηγίες του.

Ο Βασίλειος Τσερνισώφ ,αποκαλείται δικαίως ο άνθρωπος που μαθαίνει μπάσκετ στους Νορβηγούς και μέσα από το Sportime, ανέπτυξε ορισμένες από τις σκέψεις του για το παρόν του αθλήματος στη Νορβηγία αλλά και τα σχέδια του για το μέλλον, μέσα από μια κουβέντα που ξεκινά από τα μέρη από όπου κατάγεται (Τασκένδη), συνεχίζεται στα φοιτητικά του χρόνια στην Κομοτηνή και καταλήγει στο σήμερα όπου κατορθώνει να εξελίσσεται σε συλλέκτη τίτλων.

Αναλυτικά τα όσα είπε ο Βασίλειος Τσερνισώφ στο Sportime:

Έχοντας καταγωγή από την Τασκένδη, θα περίμενε κανείς πως θα σας κέρδιζε περισσότερο το ποδόσφαιρο ελέω Βασίλη Χατζηπαναγή. Αντιθέτως το βλέμμα στράφηκε προς το μπάσκετ, πώς συνέβη αυτό;

«Όταν ήμουν πολύ μικρός και οι γονείς μου με πήγαν στο πρώτο άθλημα, με πήγαν στο ποδόσφαιρο. Ο προπονητής εκεί με είδε λίγο ψηλό και είπε ¨αυτόν θα τον βάλουμε τερματοφύλακα¨. Όπως όλα τα παιδιά όμως, προτιμούσα να παίζω επίθεση. Όντας τερματοφύλακας στην πρώτη προπόνηση, έφυγα και στη δεύτερη δεν πήγα καν. Σκέφτηκα, τι θα κάνω στο τέρμα; Δεν ήθελα. Ο ξάδερφός μου, πήγαινε στο μπάσκετ, στον Αρχέλαο Κατερίνης (ήταν ξεχωριστά από τον Πιερικό) και κάπως ετσι εγώ πήγα στον Πιερικό και γράφτηκα μόνος μου 10 χρονών. Τότε ξεκίνησα να ασχολούμαι με το μπάσκετ».

Από την Κομοτηνή και τις σπουδές στο ΤΕΦΑΑ στη Νορβηγία. Είναι μια τεράστια αλλαγή. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η επιλογή ενός νέου ανθρώπου να αφήσει την Ελλάδα για την Σκανδιναβία και από πού άντλησες δύναμη για να ανταπεξέλθεις σε αυτή τη μετάβαση;

«Η αλλαγή σίγουρα ήταν δύσκολη αλλά είμαι ένας άνθρωπος που μου αρέσουν οι αλλαγές και τα ρίσκα και αυτό πιστεύω φέρνει πρόοδο. Μετά το πανεπιστήμιο ξεκίνησα απευθείας στην παλιά μου γνώριμη ομάδα τον Αρχέλαο Πιερικό οπου με προσέγγισε ο καλός φίλος και μέντορας μου Στέλιος Χατζηιωάννου, μετά ανέλαβα ως υπεύθυνος ακαδημιών μιας τοπικής ομάδας μπάσκετ στον Γ.Α.Σ. Κορινό, και κάποια χρόνια αργότερα μετακόμισα στο Δήμο Δίου Ολύμπου, στο χωριό του Αγίου Σπυρίδωνα. Εκεί συνεργαστήκαμε σε καλό επίπεδο με τον Μιχάλη Σαραπτσή σε μια ομάδα που μετρούσε 120 παιδιά. Χρειαζόταν όμως να φεύγω τα καλοκαίρια στην Κρήτη για δουλειά (σεζόν) γιατί η κατάσταση οικονομικά ήταν δύσκολη με την έλευση του καλοκαιριού.

Οι ακαδημίες δεν είχαν τη δυνατότητα να καλύψουν έναν καλό μισθό. Η συνεχόμενη αυτή εναλλαγή δουλειάς χωρίς δυνατότητα διακοπής για την οικονομική εξασφάλιση είχε ταλαιπωρία και ήταν πολύ κουραστική.

Σκεφτόμουν το εξωτερικό ως επιλογή. Ψαχνόμουν αρκετά ώστε να φύγω στο εξωτερικό λόγω της οικονομικής στασιμότητας στο χώρο ώσπου την Πέμπτη χρονιά που δούλευα σεζόν στην Κρήτη ως γυμναστής, ένας φίλος που βρισκόταν ήδη στη Νορβηγία μεσολάβησε και μέσα σε μία κυριολεκτικά εβδομάδα μετά από την απαραίτητη συνέντευξη, βρέθηκα να ταξιδεύω στο Τένσμπεργκ της Νορβηγίας.

Έφευγα και δεν το πίστευα, ήμουν στο αεροπλάνο και αναρωτιόμουν “πού πάω τώρα”. Ξεκίνησα σε μια μικρή ομάδα της περιοχής στην αρχή, για τρία χρόνια και μετά υπέγραψα συμβόλαιο με την τωρινή μου ομάδα».

Σε μία άγονη μπασκετικά χώρα όπως η Νορβηγία ήταν μία πρόκληση το γεγονός ότι υπήρχε και υπάρχει ο χώρος να περάσεις τις ιδέες σας από το μηδέν;

«Μη έχοντας βγει ξανά στο εξωτερικό ως προπονητής στα 32 μου επικοινώνησα με το Δημήτρη Κυριακού που ήταν από τους πιο γνωστούς προπονητές του εξωτερικού. Μίλησα μαζί του κι έτσι γνωριστήκαμε ο οποίος τώρα επιστρέφοντας από Αμερική εργάζεται στον Ηρακλή. Τον συμβουλευόμουν για τους τομείς που πρέπει να εξελίξω και από επιστημονικής άποψης δεδομένης της απειρίας των Νορβηγών επάνω στο μπάσκετ, σε σχέση με το δημοφιλέστερο σε αυτούς χόκεϊ.

Όταν πήγα εκεί έπρεπε να τους δείξω πράγματα από το μηδέν, ακόμα και το πώς να σουτάρουν, δίδασκα δηλαδή σε 16χρονα πράγματα που μαθαίνουν στην Ελλάδα παιδάκια ηλικίας 9 ετών για παράδειγμα. Στην αρχή απογοητεύτηκα με το επίπεδο που υπήρχε όμως ήμουν αποφασισμένος να παλέψω και τα αποτελέσματα ήρθαν πολύ γρήγορα φτάνοντας ακόμα και στην κατάκτηση του πρωταθλήματος με μια ομάδα που ήταν συνηθισμένη να βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας. Στη συνέχεια, έψαξα για ένα καλύτερο συμβόλαιο και πήρα τη μεταγραφή μου στο Όσλο εκεί όπου βρίσκομαι μέχρι σήμερα».

Οι πιο νεαρές ηλικίες με τις οποίες συνεργάζεστε είναι και οι πλέον κομβικές για το μέλλον ενός αθλητή;

«Ναι, εννοείται! Όταν έφυγα με μεταγραφή από το Τένσμπεργκ στο Όσλο το πρώτο πράγμα που ζήτησα ήταν να αναλάβω τις μικρότερες ηλικιακές κατηγορίες (10-11 ετών) αντί για 15-16χρονα κι έκλεισα συμβόλαιο με αυτή την προϋπόθεση. Μάλιστα οι  συγκεκριμένοι 11χρονοι που ανέλαβα τότε, έφτασαν σήμερα έως την κατάκτηση του πρωταθλήματος της Νορβηγίας το οποίο διαφέρει από το Πανελλήνιο καθώς διεξάγεται μόλις δύο φορές και αφορά τις ηλικιακές κατηγορίες Κ16 και Κ19».

Στο ποδόσφαιρο, ένας από τους καλύτερους παίκτες αυτή την περίοδο είναι ο Έρλινγκ Χάαλαντ. Ένας αθλητής με τρομερά φυσικά χαρακτηριστικά. Υπάρχει το ταλέντο στη Νορβηγία να αναδειχθούν και μπασκετικοί Χάαλαντ;

«Πιστεύω πως ναι, αυτή την στιγμή υπάρχει ο Harald Frey ο οποίος ξεκίνησε από ένα αμερικάνικο κολλέγιο (Montana State), υπήρξε NBA draft 2020 και πλέον αγωνίζεται στην Ευρώπη για λογαριασμό της Μπιλμπάο (πέρυσι αγωνιζόταν στη Βόννη) ενώ ο καλύτερος και παλαιότερος παίκτης τους υπήρξε ο Torgeir Bryn ο οποίος έφτασε μέχρι το NBA ενώ αγωνίστηκε στο παρελθόν και στον Άρη. Θεωρώ πως μπορούν να βγάλουν ταλέντα αρκεί να πιάσουν το νόημα του επαγγελματισμού καθώς έχουν φοβερά φυσικά χαρακτηριστικά αλλά και τα μέσα για να το πετύχουν».

Οι 12 πρωτιές, (ΠανΝορβηγικο Κ16 μετα απο 24 χρονια), 2 φορες και η παρουσία σε ευρωπαϊκό τουρνουά αποτελούν σίγουρα την καλύτερη διαφήμιση για τη χώρα μας. Ποια είναι η εικόνα και η άποψη των Νορβηγών για το ελληνικό μπάσκετ;

«Έχουμε συνεργαστεί με το Γιώργο Καράγουτη κι έχουμε φέρει αρκετά τμήματα Νορβηγών για φιλικούς αγώνες στην Ελλάδα. Γνωρίζουν την μπασκετική της κουλτούρα αλλά γενικότερα δεν παρακολουθούν ευρωπαϊκό μπάσκετ και Euroleague. Το μόνο μπάσκετ που παρακολουθούν οι Νορβηγοί είναι το NBA. Εγώ προσπαθώ με όσα παιδιά έχω συνεργαστεί έως τώρα (σχεδόν 200 παιδιά) να τους δείξω τον ευρωπαϊκό τρόπο του παιχνιδιού αποβάλλοντας τα στοιχεία show που έχει το άθλημα στην Αμερική.

Μάλιστα τους θέτω ως υποχρέωση να παρακολουθούν αγώνες της Euroleague για να γνωρίσουν την ουσία της Ευρώπης ενώ τους προτρέπω ως μία μορφή ευχάριστης εργασίας να κατεβάσουν το παιχνίδι Fantasy Basketball Euroleague, να διαλέξουν παίκτες και να ασχοληθούν προκειμένου να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις. Παράλληλα έχουν μάθει και μικρότερες ελληνικές ομάδες, όπως για παράδειγμα το Περιστέρι ή τον Προμηθέα Πάτρας και γιαυτό σημαντικό μερίδιο ευθύνης έχει και πάλι ο Γιώργος Καράγουτης που συνέδεσε μπασκετικά τη Νορβηγία με την Ελλάδα με την πολύ καλή οργάνωσή του».

Αν προσθέτατε ένα στοιχείο από το ελληνικό μπάσκετ στο αντίστοιχο Νορβηγικό, ποιο θα ήταν;

«Μία προσθήκη που θα έκανα θα ήταν το στοιχείο του τσαμπουκά και η ανταγωνιστικότητα σε υγιή μορφή, Δηλαδή θα πέσει ο αντίπαλος σε μια αντεπίθεση και ο παίκτης που επιτίθεται θα σταματήσει τη φάση για να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Φοβούνται να μην μαλώσουν, φοβούνται την επαφή, παίζουν by the book. Ένας ξένος για παράδειγμα πολύ εύκολα μπορεί να λυγίσει ψυχολογικά ένα Νορβηγό. Αντίθετα, αν ήθελα να δω ένα στοιχείο τους σε μας θα ήταν η συμπεριφορά των γηπέδων τους η οποία είναι υποδειγματική, επιβραβεύουν πάντα και τις δύο αντίπαλες ομάδες, σέβονται τον αθλητή και την συμμετοχή του».

Σε μια πρόβλεψη για το μέλλον, που πιστεύεται ρεαλιστικά ότι μπορεί να φτάσει το Νορβηγικό μπάσκετ και πώς το οραματίζεστε;

«Αν στα επόμενα 5-10 χρόνια η Νορβηγία μελετήσει τον τρόπο λειτουργίας των ευρωπαϊκών συλλόγων και η ομοσπονδία κερδίσει τον σεβασμό που υπάρχει στη χώρα για το χάντμπολ και το ποδόσφαιρο θα μπορούσαν ρεαλιστικά να φτάσουν στο επίπεδο των γειτονικών τους λαών όπως της Ισλανδίας και της Φινλανδίας που έχουν περισσότερο αναπτυγμένο μπάσκετ καθώς είναι κοντά σαν κουλτούρες. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό πως όταν μία χώρα αναπτύσσεται σε κάτι και οι υπόλοιπες σκανδιναβικές ακολουθούν.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, θα ήθελα να φτάσουν σε σημείο να μπορούν να εισάγουν προπονητές, να πραγματοποιούν αγοραπωλησίες παικτών, και να μπορούν οι Νορβηγικές ομάδες να έχουν συμμετοχή στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις όπως το Eurocup».

Δείχνετε ένας άνθρωπος που του αρέσει η εξέλιξη. Παίρνεται συνεχώς νέα διπλώματα. Υπάρχει κάποια προοπτική για μια νέα συνεργασία;

«Κάθε χρόνο ψάχνω για νέες ευκαιρίες είτε εντός είτε εκτός Νορβηγίας με σκοπό την εξέλιξη γι’ αυτό και παίρνω συνεχώς νέα διπλώματα όπως εσχάτως έκανα EHCB (Euroleague Head Coaches Board) που θεωρώ ότι είναι ένα από τα καλύτερα διπλώματα που έχω πάρει το οποίο μου δίνει νέες προοπτικές. Για παράδειγμα, είχα κάποιες επαφές για μία συνεργασία με την Ομοσπονδία της Γεωργίας ή στην Αμερική για ένα camp. Σαφώς, το οικονομικό κομμάτι και η σιγουριά είναι αυτά που μετράνε γιατί η Νορβηγία μπορεί να μου τα προσφέρει ακόμα κι αν το επίπεδο δεν είναι ακόμα αρκετά υψηλό».

Συμμετείχατε μαζί με 700 ακόμη προπονητές από όλον τον κόσμο στο σεμινάριο του EHCB. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία και πώς θα σας βοηθήσει μακροπρόθεσμα;

«Φυσικά, συμμετείχα σε αυτό το σεμινάριο και μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς προπονητές. Μάλιστα είχα την τιμή να συνομιλήσω και με τον κ. Παναγιώτη Γιαννάκη με τον οποίο είχα γνωριστεί από την εποχή που εκείνος εργαζόταν ως προπονητής στον Άρη και να συζητήσουμε το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής συνεργασίας του ΣΕΠΚ και της νορβηγικής ομοσπονδίας σε ένα γενικότερο πλαίσιο ανάπτυξης».

 Υπάρχει η πιθανότητα να σας δούμε πίσω στην Ελλάδα και τι θα έπρεπε να συμβεί για να πεισθείτε να πάρετε μια τέτοια απόφαση;

«Ναι, θα ήθελα να έρθω σε μία μεγάλη ελληνική ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός ή ο Ολυμπιακός αλλά μόνο με τις απαραίτητες οικονομικές εγγυήσεις γιατί η Νορβηγία σου προσφέρει κάτι τέτοιο. Πάντα αναζητώ όμως νέες προοπτικές έχοντας στο μυαλό μου και το ρίσκο που περιλαμβάνει η κάθε αλλαγή».

Exit mobile version