Μία εικόνα χίλιες σιωπές… Είμαστε όλοι Αρμένιοι ή θα έπρεπε να είμαστε όλοι Αρμένιοι…
Ο Δημήτρης Φιλιππίδης... ντρέπεται για το γεγονός πως η Ελλάδα ξέχασε τους αδερφούς της, τους Αρμένιους που πολέμησαν στα Άγια χώματα του Αρτσάχ.Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.
«Δημήτρη ξεκίνησε πόλεμος! Δεν είναι δυνατόν… Δημήτρη τί θα κάνουμε; Δημήτρη η ιστορία επαναλαμβάνεται! Τί θα γίνει ρε συ πάλι»; Ένα τηλεφώνημά από Αρμένιο φίλο μου στη Νέα Υόρκη, μία φωνή που έσπαγε μα και μία φωνή δυνατή.
Σσσσσσσσσς, η πατρίδα κοιμάται, έναν ύπνο βαρύ, παραδομένη εδώ και πολλά χρόνια στην αγκαλιά του Μορφέα…Η πατρίδα δεν ξύπνησε όταν τα μνημόνια έπεφταν βροχή, όταν οι νέοι μας έφευγαν για τα ξένα, όταν οι ηλικιωμένοι έπεφταν θύματα απάτης για να ανακεφαλοποιηθούν οι Γερμανικές τράπεζες, όταν οι πολιτικοί ξεπουλούσαν την Μακεδονία, όταν παραδίδαμε την εθνική κυριαρχία, όταν αλλάζανε τα σχολικά βιβλία και εξαφάνιζαν ήρωες και ηρωικές στιγμές, όταν τα κύματα λαθρομεταναστών εποίκιζαν τα νησιά μας και η χώρα παραδιδόταν στις ΜΚΟ! Η πατρίδα συνέχισε τον ύπνο ακόμα και όταν το σύστημα σκότωνε την αξιοπρέπεια και τα όνειρα των νέων ανθρώπων.
Και φτάσαμε στο 2020, και η πατρίδα δεν ξύπνησε ούτε απο τον εκκωφαντικό ήχο από τις βόμβες στα σχολεία, στις εκκλησίες, στα νοσοκομεία του Αρτσάχ. Η πατρίδα δεν ξύπνησε ουτε καν από τις οιμωγές της Αρμένισσας μάνας που έχανε το παιδί της στην εισβολή των βαρβάρων, δεν ξύπνησε ούτε απ΄οτο κλάμα των ηλικιωμένων που αναγκάστηκαν να ζήσουν τον ξεριζωμό, δεν ξύπνησε ούτε καν από το κλάμα των παιδιών που περιμένουν εις μάτην τους γονείς τους…Νοιώθω πολλά, με πνίγουν τα συναισθήματα εδώ και 45 μέρες. 45 μέρες πολέμου για τους ήρωες της Αρμενίας, 45 μέρες αυτοθυσίας, 45 μέρες αγωνίας, οργής, αγανάκτησης! Και στην πατρίδα 45 μέρες σιωπής. Ένοχης, αδικαιολόγητης σιωπής μα και συνάμα μίας σιωπής συνενοχής.
Ντρέπομαι και φοβάμαι…. Ντρέπομαι για την κατάντια μας, ντρέπομαι για το πού φτάσαμε αλλά κυρίως για το που δεν φτάσαμε στην Ελλάδα. Ντρέπομαι για τη στάση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Εξημέρωσης, Εξαπάτησης, ντρέπομαι για την ένοχη σιωπή των συναδέλφων μου. Κάποιοι φοβήθηκαν, κάποιοι έστριψαν το κεφάλι και έκλεισαν τα μάτια, κάποιοι υπέκυψαν, κάποιοι συναίνεσαν και όλοι σφράγισαν ερμητικά τα στόματα τους. Μία σιωπή νεκρική, μία σιωπή ατιμωτική. Να πρέπει να φωνάξεις και να το βουλώνεις. Να πρέπει να ουρλιάξεις και να σκύβεις το κεφάλι. Να πρέπει να ξεσηκώσεις και να κρύβεσαι. Να πρέπει να σηκώσεις το ανάστημα και να γίνεσαι νάνος. Εξάλλου δεν γεννήθηκες για κάτι άλλο. Γεννήθηκες για να είσαι μικρός. Σιωπηλός. Φοβισμένος. Ατιμωμένος. Εξαφανισμένος.
Φοβάμαι επειδή την ιστορία την ζήσαμε το 1915 και ξέρουμε ποιανού η σειρά ακολούθησε την γενοκτονία των Αρμενίων… Ήρθε η σειρά των Ποντίων, των Μικρασιατών των Θρακιωτών. Τότε όμως ελάχιστοι γνώριζαν πέρα από τα θύματα που το ζούσαν. Σήμερα ΟΛΟΙ ξέρουμε, όλοι βλέπουμε και όλοι καταλαβαίνουμε. Απλά η πλειοψηφία επιλέγει να προσποιηθεί ότι δεν συμβαίνουν όσα συμβαίνουν, ότι δεν πονάνε όσα πονάνε…φοβάμαι γιατί μας έμαθαν να φοβόμαστε, φοβάμαι γιατί μας ύπνωσαν, μας αλλοτρίωσαν. Ως έθνος, ως ανθρώπους, ως πολίτες, ως Ελληνες.
Το 2019 γνώρισα την Χριστίνα Αλεξανιάν, μία υπέροχη Αρμένισσα ηθοποιό, έναν υπέροχο άνθρωπο. Παρακολούθησα την παράσταση τα Ημερολόγια της Ανζελ Κουρτιάν και αυτό αποτέλεσε το έναυσμα να διαβάσω περισσότερο και να μάθω περισσότερα για την πορεία προς την καταστροφή του Αρμενικού λαού αλλά και την αναγέννηση. Μία Ελληνίδα Αρμενικής καταγωγής η Χριστίνα που σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων της δεν κρύβεται, δεν φοβάται δεν σιωπά. Έχει αφιερώσει την καριέρα της στην ανάδειξη της Γενοκτονίας των Αρμενίων, σε εποχές που το να νοιώθουμε περήφανοι για την πατρίδα μας και να μιλάμε για εθνικά θέματα μας βάζει σε μαύρες λίστες «προοδευτικών»!
45 μέρες δεν έχω κοιμηθεί ήσυχος. Ο Κρικόρ, η Χριστίνα, η Μαρία, η Αραξή, η Σιρανούς, ο Σαρό, η Μαρία, ο Σεβάν, ο Γκρεγκ, ο Σαμ, η Ανίτα, ο Αγκόπ, ο Αρντάς, η Σόνια, η Ανι, η Κριστίνα, η Τζίτζι, η Ζάρα και πόσοι ακόμα… συμμέτοχοι στο ξενύχτι, στην αγωνία, στον πόνο, στο πένθος, στον αγώνα, στην περηφάνια, στον θαυμασμό και στην ελπίδα. Δεν μπορώ να τους κοιτάξω στα μάτια γιατί ξέρω ότι τους αφήσαμε μόνους, γιατί ξέρω ότι δεν σεβαστήκαμε την ιστορία μας ούτε την ιστορία τους. Δεν μπορώ να τους κοιτάξω στα μάτια, επειδή ξέρω ότι ο λαός της Αρμενίας πάλεψε με ηρωικό τρόπο, πάλεψε με Θεούς και Δαίμονες, πάλεψε για τα όσια, τα ιερά, τις αξίες, την πατρίδα, τα άγια χώματα του Αρτσάχ και εμείς δεν ήμασταν εκεί. Δεν μπορώ να τους κοιτάξω στα μάτια επειδή αυτοί έδωσαν το παρόν. Και οι δικοί μας πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι και πολλοί πολίτες ήταν απόντες.
Με πονάει αυτό. Κάθε φορά που τους αντικρίζω στα μάτια. Κάθε φορά που τους μιλάω. Κάθε φορά που σχεδιάζουμε την επόμενη κίνηση. Κάθε φορά που τα κόκκινα, πορτοκαλί και μπλε κεριά φωτίζουν τις Εκκλησίες εδώ στη Νέα Υόρκη, τιμώντας τα θύματα του ηρωικού και άνισου αγώνα. Γαμώτο. Εμείς οι Έλληνες δεν ήμασταν έτσι. Εμείς οι Ελληνες δεν έπρεπε να γίνουμε έτσι. Δεν σιωπήσαμε γαμώτο στις Θερμοπύλες, δεν σιωπήσαμε στην Σαλαμίνα, δεν σιωπήσαμε στον Γρανικό ποταμό, δεν σιωπήσαμε το 1821, δεν σιωπήσαμε στον αγώνα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, δεν σιωπήσαμε στους Βαλκανικούς, δεν σιωπήσαμε το 1940, δεν σιωπήσαμε με την ΕΟΚΑ… Μετά δεν ξαναμιλήσαμε. Μία σιωπή πιο έντονη από μία κραυγή.
Προσωπικά αποφάσισα να μη σιωπήσω από την πρώτη μέρα κιόλας. Πώς να σιωπήσεις στην σκηνή με το κοριτσάκι που ουρλιάζει από τον πόνο πάνω από το φέρετρο του ήρωα πατέρα; Πώς να σιωπήσεις στην εικόνα με τους ηλικιωμένους ανάμεσα στα γκρεμίσματα στο Στεπανακέρτ; Πώς να σιωπήσεις στην εικόνα του σχολείου που καταστράφηκε; Πώς να σιωπήσεις στην εικόνα των βάρβαρων τζιχαντιστών που ασελγούν στα νεκρά σώματα ηρώων Αρμενίων; Πώς να σιωπήσεις στην εικόνα του αποχαιρετισμού των νέων παιδιών με τους γονείς τους; Πώς να σιωπήσεις στην εικόνα του θανάτου, του πόνου, του εγκλήματος, της γενοκτονίας; Μία εικόνα χίλιες σιωπές να πάρει η ευχή.
45 μέρες, ήρθα τόσο κοντά στην κουλτούρα των Αρμενίων όσο δεν μπορούσα να φανταστώ. Ερωτεύτηκα το πάθος, την αποφασιστικότητα, το πείσμα, την ένταση, την αγωνιστικότητα, το χαμόγελο με το οποίο πήγαιναν στο μέτωπο στο Αρτσάχ, το σθένος με το οποίο δεν φοβούνται τον θάνατο. Αγάπησα το πόσο αγαπούν την οικογένεια, την θρησκεία, την πατρίδα. Αξίες που και εμείς αγαπούσαμε αλλά κάποιοι έχουν βαλθεί να μας κάνουν να ξεχάσουμε. Είμαι περήφανος για τους φίλους και τις φίλες στην Αρμενία και την Αρμενική Διασπορά. Μόνο περηφάνεια για όσους φυλάττουν Θερμοπύλες. Μόνο περηφάνια για όσους δεν φοβήθηκαν και ας ήταν μόνοι, και ας ήταν λιγότεροι και ας μην είχαν τον ίδιο στρατό και την ίδια οικονομία. Εξάλλου ήταν αυτό που τους ανέστησε μετά την Γενοκτονία του 1915, ήταν αυτό που τους πείσμωσε. Η Αρμενία όπως λέει ο λαός είναι τα βουνά της… Βουνά άγρια, ατίθασα, περήφανα που είδαν πολλά για αιώνες και όμως δεν κρύφτηκαν!Παρέμειναν εκεί να θυμίζουν ότι αυτός ο λαός πληγώνεται μα δεν πεθαίνει, γενοκτονείται μα δεν αφανίζεται, πέφτει αλλά σηκώνεται! Και τότε να τον φοβάσαι!
Εχω τόσα πολλά να βγάλω από μέσα μου. Και δεν βγαίνει λέξη. Φίλε Σαρό, ο πόλεμος τελείωσε…τώρα τί κάνουμε;
Θα κλεισω με τα λόγια του κορυφαίου και βραβευμενου Αρμενοαμερικανού ποιητή Ουίλιαμ Σαρογιάν, τα λόγια, που αντηχούν στα αυτιά των αδελφών μας εδώ και χρόνια:
«Εμπρός, λοιπόν, καταστρέψτε την Αρμενία! Στείλτε τους στην έρημο. Στερήστε τους το ψωμί και το νερό. Κάψτε τα σπίτια και τις εκκλησίες τους. Και τότε θα δείτε αν το χαμόγελό τους ανθίσει ξανά, αν ξανατραγουδήσουν ή αν προσευχηθούν και πάλι. Γιατί αρκεί να συναντηθούν δύο απ’ αυτούς, δεν έχει σημασία σε ποιο μέρος του κόσμου, για να δημιουργήσουν μια νέα Αρμενία.»
(Ουίλιαμ Σαρογιάν)
*O Δημήτρης Φιλιππίδης είναι Δντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Νέας Υόρκης Hellas FM και Πρόεδρος της Παμμακεδονικής Ενωσης ΗΠΑ