ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΑΝΔΡΩΝΗΣ

Απαντήσεις στο αντίχριστο και ανθελληνικό παραλήρημα του Δ.Δημητριάδη σε συνέντευξη στο Πρώτο Θέμα (Μέρος Β’)

Αποδομούμε όλες τις αισχρότητες, τις βλασφημίες, τις αθεολόγητες μομφές και τα ανιστόρητα ψεύδη που είπε ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης

Αποδομούμε όλες τις αισχρότητες, τις βλασφημίες, τις αθεολόγητες μομφές και τα ανιστόρητα ψεύδη που είπε ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης.
Συντάκτης: Ελευθέριος Ανδρώνης Χρόνος ανάγνωσης: 27 λεπτά

Στο παρόν άρθρο, συνεχίζουμε την αποδόμηση των ισχυρισμών του συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη, ολοκληρώνοντας την κριτική στην συνέντευξη που παραχώρησε στο «Πρώτο Θέμα» και προκάλεσε έντονες συζητήσεις.

Για το πρώτο κομμάτι της συνέντευξης που καλύψαμε, καθώς και για το ποιος είναι ο Δημήτρης Δημητριάδης, θα διαβάσετε στο άρθρο: Απαντήσεις στο αντίχριστο και ανθελληνικό παραλήρημα του Δ.Δημητριάδη σε συνέντευξη στο Πρώτο Θέμα (Μέρος Α’).

Ο κύριος σκοπός της επιχειρηματολογίας που παραθέτουμε, δεν είναι να έρθουμε σε αντιπαράθεση με τον ίδιο τον Δημήτρη Δημητριάδη, αλλά οι απαντήσεις να χρησιμεύσουν ως «εργαλείο» απόκρουσης αυτών των τραγικών απόψεων, καθώς η σχολή (μη) σκέψης που αντιπροσωπεύει ο κ. Δημητριάδης, συμπυκνώνει εξαιρετικά τη νεοεποχίτικη και ανθελληνική νοοτροπία που δηλητηριάζει την κοινωνία και το κράτος μας. Επομένως άρθρα σαν κι αυτό, χρησιμεύουν ως «εγχειρίδια» απολογητικής, για έναν αριθμό θεμάτων που ανακυκλώνουν συνεχώς οι πολέμιοι της πίστης.

Εάν ο Δημητριάδης ήταν μια εξαίρεση στην κοινωνία, δεν θα υπήρχε λόγος να ασχοληθούμε. Όμως το νοσηρό σκεπτικό του συγγραφέα τείνει να γίνει κανόνας στον κόσμο και πολλοί υιοθετούν αβασάνιστα τέτοιες απόψεις, γιατί είναι βολικές για την πνευματική αναπηρία που έχουν καταδικάσει τον εαυτό τους. Είναι βολικές για τη στάση ζωής του «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γαρ ἀποθνήσκομεν».

Σκοπός μας είναι να κατανοήσει ο κάθε αναγνώστης τη φαιδρότητα, τη ρηχότητα, την ψευδή προπαγάνδα, τον φανατισμό, τον δογματισμό και την υστεροβουλία που διακατέχουν τέτοια συγχυσμένα μυαλά, σαν του κ. Δημητριάδη.

Όπως και στο Α’ Μέρος των απαντήσεών μας, παραθέτουμε σημεία των λεγομένων του συγγραφέα και ακολουθούν τα επιχειρήματά μας για το κάθε ένα:

«Βγείτε σε ένα καφενείο όπου παίζουν τάβλι, ας πούμε, και κάντε μια ερώτηση σε όλους: ‘’Πιστεύετε ότι θα ζήσετε μετά τον θάνατό σας;’’. Θα σας απαντήσουν όλοι: ‘’Ναι’’. Εδώ ο Σεφέρης χρησιμοποιεί τη φράση ‘’Αν το θέλει ο Θεός’’. Τι προάλλες η Αρβελέρ, μιλώντας για τη Γαλλία, είπε: ‘’Μόνο ο Θεός ξέρει’’. Ή αυτά που λέγονται στις κηδείες: ‘’Καλή αντάμωση! Καλό Παράδεισο!’’. Βρισκόμαστε στο επίπεδο της απόλυτης κατάργησης της νοημοσύνης. Μας έχει κάνει βλάκες ο χριστιανισμός»

Εδώ ο συγγραφέας με την αθεϊστική του προκατάληψη, ακυρώνει την ίδια τη φύση του ανθρώπου. Επιτίθεται εντελώς άτσαλα και χωρίς επιχειρήματα στον χριστιανισμό, αλλά όχι μόνο σε αυτόν. Επιτίθεται και συνολικά στον θεϊσμό, ανεξαρτήτως σε ποια θρησκεία υπάγεται. Παραγνωρίζει την ίδια την αρχετυπική τάση του ανθρώπινου γένους, που από τότε που εμφανίστηκε στη γη, αποδέχτηκε τη μεταθανάτια ζωή και απέδωσε την ύπαρξη των πάντων σε ένα (ή περισσότερα) ανώτερο ον, σε έναν Θεό.

Ο θεϊσμός είναι τόσο αρχαίος ως επικρατούσα θεωρία, όσο το ανθρώπινο είδος. Και τόσο ριζωμένος στην εξέλιξη του ανθρώπου που ποτέ δεν έσβησε (και ποτέ δεν θα σβήσει), ούτε στο πέρασμα των πιο βάρβαρων αθεϊστικών καθεστώτων. Τα θεμέλια όλων των αρχαίων πολιτισμών βασίστηκαν στον θεϊσμό, και μέσω της φιλοσοφίας γύρω από το θείο θεμελιώθηκαν και αναπτύχθηκαν όλες οι Επιστήμες, οι Τέχνες, η Γλώσσα, οι δομές των κοινωνιών, τα Πολιτεύματα.

Αν δεν υπήρχαν τα έμφυτα ερεθίσματα της αναζήτησης του θείου και της νοηματοδότησης της ζωής, η ανθρωπότητα θα είχε βυθιστεί σε ένα ατέρμονο σκότος και ο πολιτισμός θα βάλτωνε σε επίπεδα εξαχρείωσης. Με λίγα λόγια αν οι αρχαίοι πολιτισμοί βασίζονταν στην αθεΐα, δεν θα υπήρχε καν εξέλιξη, αλλά μόνο αυτοκαταστροφή.

Όχι μόνο δεν εμπόδισε την πρόοδο της νοημοσύνης ο θεϊσμός, αλλά εξολοκλήρου σε αυτόν οφείλουμε την ακμή της ανθρωπότητας και την ανάπτυξη του πολιτισμού από τον οποίο εξελίχθηκαν τα σύγχρονα κράτη. Φτάνει μια μόνο επίσκεψη σε οποιοδήποτε αρχαιολογικό μουσείο (οποιουδήποτε αρχαίου λαού, οποιασδήποτε θρησκείας) για να αντιληφθεί ο καθένας ότι ο ισχυρισμός του κ. Δημητριάδη είναι εντελώς ανυπόστατος.

Η ενστικτώδης τάση του ανθρώπου να πιστεύει στη μεταθανάτια ζωή, είναι απαύγασμα κοινής λογικής. Το να πιστεύεις ότι το «τίποτα» δημιούργησε το σύμπαν και ότι η «τύχη» εφοδίασε τον κόσμο με δισεκατομμύρια σκοπιμότητες, νόμους και εκπληκτικούς λειτουργικούς μηχανισμούς που ανιχνεύονται στο σύμπαν, στους πλανήτες, στη φύση, στις μορφές ενέργειας, στο ανθρώπινο σώμα κ.ο.κ, αυτό είναι απόλυτος παραλογισμός και αποβλάκωση.

Και όσον αφορά τον Χριστιανισμό συγκεκριμένα, εκείνος ήταν που εμφύσησε τα ανθρωπιστικά ιδεώδη στην Ευρώπη και τον κόσμο, μέσω του Ευαγγελίου. Ούτε η αρχαία Ελληνική Δημοκρατία, ούτε το Ρωμαϊκό Δίκαιο, δεν κόμισαν το μήνυμα προς την ανθρωπότητα ότι: «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ. 3, 27-28).

Κανένας αρχαίος πολιτισμός δεν ανέπτυξε τη θεωρία ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Ο Χριστός είναι που θεμελίωσε δια της αποκαλύψεως Του, την απόλυτη ισότητα μεταξύ των ανθρώπων και ο Παύλος διατύπωσε αριστουργηματικά αυτό το ευαγγελικό αξίωμα. Ένα αξίωμα που έγινε θεμελιώδες για κάθε δημοκρατία και κάθε επανάσταση της ιστορίας κατά των καταπιεστών (ασχέτως αν δυστυχώς κάποιοι πήραν το αίτημα της ισότητας και το έπνιξαν στο αίμα για να το πετύχουν).

Το γεγονός ότι εργαλειοποιήθηκε ο χριστιανισμός κατά τόπους και χρόνους (από τον Παπισμό και τα σχίσματά του), διαστρεβλώθηκε το μήνυμά του, και μετετράπη σε εργαλείο καταδυνάστευσης λαών, είναι εντελώς διαφορετική υπόθεση από το πρωταρχικό μήνυμα του Χριστού που είναι αγνό και καθάριο όπως ο ήλιος.

Επομένως ο χριστιανισμός όχι μόνο δεν μας έχει κάνει… βλάκες, αλλά στα μηνύματα του Ευαγγελίου χρωστάμε την ίδια τη θεμελίωση της Ευρώπης και όλων των δημοκρατικών κρατών διεθνώς. Η πίστη στη μεταθανάτια ζωή είναι έμφυτη. Η διαστροφή του νου την κάνει ανεπιθύμητη, γιατί η μεταθανάτια «αντάμωση», προϋποθέτει κρίση και η κρίση απαιτεί αυτοέλεγχο από τούτη τη ζωή. Και πολλοί έχουν αλλεργία στον αυτοέλεγχο και τη αυτομεμψία, γιατί το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να οργιάζουν παντοιοτρόπως.

«Το ξέρετε ότι η Εκκλησία φέρει την ευθύνη για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης; Όταν ετέθη το ζήτημα ποιους θα ακολουθήσει η Εκκλησία, τους Οθωμανούς ή τους Δυτικούς, τον Πάπα, η Εκκλησία διάλεξε το φέσι του Οθωμανού και όχι την τιάρα του Πάπα. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει ιστορικά για την Ελλάδα αυτό; Χάσαμε την Αναγέννηση.

Από το 1200 ήδη η Εκκλησία προτίμησε τον ισλαμισμό, τον μωαμεθανισμό, και όχι τη δυτική χριστιανική παράδοση. Η ίδια η Εκκλησία. Τα λένε ποτέ αυτά; Ο κ. Βερέμης γιατί δεν βγαίνει να μιλήσει γι’ αυτό ή ο κ. Μαυροκορδάτος; Οι καλύτεροι ιστορικοί μας; Γιατί δεν βγαίνουν να διαφωτίσουν τα σχολεία σε τέτοια ζητήματα; Και οδηγούν τα παιδιά σαν πρόβατα να φιλούν τα χέρια των παπάδων;»

Εδώ ο – κατά τα άλλα άθεος – συγγραφέας, αποκαλύπτει για πρώτη φορά την απεριόριστη συμπάθειά του για την αίρεση του Παπισμού. Αλίμονο. Οι ύαινες ποτέ δεν επιτίθενται ως μονάδες. Πάντα συνεργατικά ως κοπάδι. Το ίδιο και οι αντίχριστες ιδέες. Αθεϊσμός, Παπισμός και Οικουμενισμός είναι 3 κεφάλια ενός κοινού θηρίου της Νέας Εποχής.

Ξεκινάμε με δύο σύντομες παρατηρήσεις που δείχνουν αμέσως την τρικυμία εν κρανίω, στο μυαλό του κ. Δημητριάδη. Ο συγγραφέας οδύρεται επειδή το Βυζάντιο δεν υποτάχθηκε στη «δυτική χριστιανική παράδοση», δηλαδή στον Παπισμό. Ακριβώς πριν (όπως είδαμε παραπάνω) ο Δημητριάδης λέει ότι «ο χριστιανισμός μας έχει κάνει βλάκες». Τελικά είμαστε… βλάκες εμείς οι χριστιανοί ή δεν είμαστε; Το μόνο νόημα που μπορεί να σταθεί από τα λόγια του Δημητριάδη, είναι ότι θεωρεί πώς μόνο οι ορθόδοξοι είναι… αποβλακωμένοι, αλλά οι Παπικοί ήταν ανέκαθεν… έξυπνοι. Η αντικειμενικότητα στα καλύτερά της.

«Χάσαμε την αναγέννηση» λέει ο συγγραφέας, επειδή δεν πήγαμε με τους Παπικούς. Εδώ σηκώνει μεγάλη συζήτηση αν ο ουμανισμός, η εκκοσμίκευση, ο ορθολογισμός και ο ανθρωποκεντρισμός που έφερε η Αναγέννηση, προήγαγε την πρόοδο του ανθρώπου ή έθεσε τα θεμέλια για την πορεία αποκτήνωσής του, όπως εξελικτικά διαπιστώνουμε στην εποχή μας. Δεν αρκεί ο χώρος ενός άρθρου για να αναπτύξουμε τα μείον της Αναγέννησης, που ουσιαστικά ήταν το πρώτο βήμα της δυτικής Ευρώπης να τεθεί σταδιακά στο περιθώριο ο Θεός και να έρθει στο επίκεντρο ο άνθρωπος. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχε και κάποια θετικά, που όμως αφορούσαν μόνο την υλική διάσταση της προόδου.

Αλλά μαζί με την αναγέννηση, (ευτυχώς) «χάσαμε» και άλλα πράγματα που περιέργως τα… ξεχνάει ο Δημητριάδης. «Χάσαμε» την Ιερά Εξέταση, «χάσαμε» τις Σταυροφορίες που έπνιξαν στο αίμα τους λαούς (και την Κωνσταντινούπολη), τα συγχωροχάρτια, τα ατελείωτα σκάνδαλα ακολασίας του μεσαιωνικού Παπισμού, τα απάνθρωπα φεουδαρχικά καθεστώτα, αλλά και τα φρικτά σκάνδαλα παιδεραστίας στον σύγχρονο Παπισμό.

Οι τοποθετήσεις του διδάκτορος νεώτερης ιστορίας, Χαράλαμπου Μηνάογλου

Για να έχει ακόμη περισσότερη βαρύτητα η απάντησή μας, για τα ιστορικά (και όχι μόνο) ζητήματα που θίγονται εδώ, ζητήσαμε τη γνώμη του κ. Χαράλαμπου Μηνάογλου, διδάκτορος νεώτερης ιστορίας, του τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Ε.Κ.Π.Α.

Στα θέματα της ιστορίας του Βυζαντίου, ο κ. Μηνάογλου τοποθετήθηκε:

«Είναι ψευδές ότι η σύσσωμη η Εκκλησία του Βυζαντίου, θεώρησε ότι εφόσον ήταν αναπόφευκτη η υποταγή (είτε στους Παπικούς – είτε στους Οθωμανούς), έπρεπε να οδηγηθεί η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Οθωμανών.

Αυτήν την στάση δεν την είχαν όλοι οι ιερωμένοι της εποχής, αλλά ορισμένοι. Υπήρξαν άλλοι, επίσκοποι μάλιστα, όπως ο Βησσαρίων και ο Ισίδωρος ο τότε Ρωσίας, που προτιμούσαν την υποταγή στην Δύση και για αυτόν τον λόγο πήγαν και στον Πάπα και έγιναν καρδινάλιοι!

Επίσης, τη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας την υπέγραψαν όλοι οι τότε παρευρισκόμενοι επίσκοποι της Ανατολής, εκτός του Αγίου Μάρκου. Ποια εκκλησία, λοιπόν, ήταν κατά της Δύσης και υπέρ των Οθωμανών;

Ακόμη και πραγματικά όλοι οι εκκλησιαστικοί άνδρες να ήταν με την Δύση, ακόμη και αν δεν υπήρχε ο Μάρκος ο Ευγενικός και ο Σχολάριος, πάλι η Δύση απεδείχθη ότι δεν είχε τότε ούτε τις δυνάμεις ούτε και την πρόθεση να πολεμήσει τους Οθωμανούς και να σώσει την Πόλη ή έστω να την καταλάβει για τον εαυτό της. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ιστορικό ψευτοδίλημμα, καθώς τελικά οι μόνοι που μπορούσαν να καταλάβουν τότε την Πόλη ήταν αυτοί που την κατέλαβαν, δηλαδή οι Οθωμανοί».

Και ο κ. Μηνάογλου συνεχίζει με ακόμα πιο αδιάσειστα επιχειρήματα:

«Ο αρχαιολάτρης, ο «πατριάρχης» της νεότερης αρχαιολατρείας, ο Πλήθων (Γεώργιος Γεμιστός), ήταν αναφανδόν κατά της ένωσης με τους Λατίνους και υποστήριζε τις απόψεις του Αγίου Μάρκου στην Σύνοδο της Φερράρας – Φλωρεντίας, που τον είχαν πάρει ως γραμματικό-σύμβουλο.

Και ποιος ήταν ο λόγος; Ότι θεωρούσε ότι με την υποταγή στους Οθωμανούς, θα χανόταν πρώτα η ορθοδοξία και μετά από μερικές δεκαετίες και ο Παπισμός! Αυτό ακριβώς που συνέφερε τους αρχαιολάτρες τότε, δηλαδή να σβηστεί εντελώς από τον χάρτη ο χριστιανισμός και οι ομολογίες του». Άρα, ούτε οι γνήσιοι «ελληναράδες» και οι «αρχαιόπληκτοι» πιστεύουν αυτές τις παιδαριώδεις αρλούμπες που ακούγονται σήμερα.

Όσον αφορά την πνευματική σκοπιά του διλήμματος αν συνέφερε την Ορθόδοξη πίστη το να έχει για δυνάστη τον Οθωμανό ή τον Παπικό, o κ. Μηνάογλου προχωρά στην πιο ουσιαστική ερμηνεία του ζητήματος. Εξηγεί γιατί ακόμα και το τουρκικό «φέσι» ήταν προτιμότερο από την παπική τιάρα:

H ορθόδοξη εκκλησία, η όντως ορθόδοξη (Ευγενικός, Σχολάριος) και όχι οι οικουμενιστές της εποχής (Βησσαρίων, Ισίδωρος) πράγματι προτίμησε την υποταγή στους Οθωμανούς, όταν φάνηκε ότι η ελευθερία δεν ήταν πλέον θέλημα θεού να διατηρηθεί, επειδή με τους Οθωμανούς είδαν ότι θα υπήρχε διατήρηση της ορθής πίστης.

Με τους Οθωμανούς δεν θα βλαπτώμεθα στα δόγματα, καθώς υπήρχε απόλυτη διαφορά. Ενώ με τους δυτικούς, σιγά σιγά, με τον τότε αρχόμενο οικουμενισμό, «έλα και τα ίδια είμαστε», «έλα και χριστιανοί και οι δύο», θα καταλήγαμε σε 1-2 αιώνες να έχουμε εκδυτικιστεί. Ότι δηλαδή έχει γίνει από το 1821 έως σήμερα.

Αντίθετα, οι άγιοι της εποχής είδαν ορθά ότι ο μόνος τρόπος διατήρησης της οδού της σωτηρίας, της αληθινής πίστης στον Θεό, ήταν η υποταγή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και έτσι κι έγινε. Για αυτό υπήρχαν ακόμη ορθόδοξοι και Έλληνες μετά από 400 χρόνια. Αντίθετα, εάν ο Θεός είχε επιτρέψει να υποταχθούμε τότε στους δυτικούς, το 1821, αλλά και πολύ νωρίτερα, δεν θα υπήρχαν ούτε Έλληνες ούτε ορθόδοξοι».

Χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτε άλλο στο θέμα; Νομίζω πως όχι. Τα είπε όλα ο κ. Μηνάογλου.

«Ποιος ήταν παρών όταν δημιουργούσε τον κόσμο ο Θεός ώστε να το καταγράψουν μετά; Ποιος ήταν παρών στη δίκη του Πιλάτου με τον Χριστό ώστε να γράψει ακριβώς τι έγινε και τι ειπώθηκε στη δίκη εκείνη; Ποιος ήταν παρών στην Επί του Όρους Ομιλία ώστε να καταγραφεί με αυτό τον τρόπο που είναι γραμμένη στα Ευαγγέλια;»

Παιδαριώδεις ερωτήσεις γεμάτες ηθελημένη αφέλεια ή αθέλητη μωρία. Θα απαντήσουμε στην πρώτη ερώτηση με ερωτήσεις: Ποιος ήταν παρών στη γέννηση του ηλεκτρισμού; Ποιος ήταν παρών στη γέννηση της θερμότητας; Ποιος ήταν παρών στη γέννηση της βαρύτητας;

Κανείς δεν ήταν παρών, κι όμως θεωρούμε αυτονόητη σήμερα την ύπαρξη και την επίδραση αυτών των δυνάμεων, καίτοι δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι. Πρόκειται για δυνάμεις που ο άνθρωπος συνέλαβε το μηχανισμό τους, παρατηρώντας τις επιδράσεις τους στη φύση. Δυνάμεις αισθητές και υπολογίσιμες.

Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τη γνώση του Θεού. Ο Χριστιανός εντοπίζει το αποτύπωμα του Θεού σε όλη την πλάση και αναγνωρίζει το αίτιο και το αιτιατό σε όλη την αρμονία του σύμπαντος. Η διαφορά πχ. του ηλεκτρισμού σε σχέση με την αναγνώριση Θεού, είναι ότι ο πρώτος γίνεται αντιληπτός μόνο με τη λογική, ενώ το δεύτερο γίνεται αντιληπτό με την καρδιά (κυρίως) ΚΑΙ με τη λογική (δευτερευόντως).

Και πόσο μάλλον πιστεύει στην ύπαρξη Θεού ο Χριστιανός, αφού ο Θεός δεν αρκέστηκε μόνο στο να βάζει παντού την (ολοφάνερη) σφραγίδα του στον κόσμο, αλλά έστειλε τον ίδιο τον Υιό του και Θεό στη γη για να αποκαλυφθεί στην ανθρωπότητα. Το πώς ακριβώς δημιουργήθηκε ο κόσμος, όπως το περιγράφει η Γένεσις του Μωυσή, είναι αποτέλεσμα θείας φώτισης, γνώρισμα όλων των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.

Όπως διαβάζουμε όμως και στην Καινή Διαθήκη, ο ίδιος ο Χριστός μπορούσε να γνωρίζει παρελθοντικά ή μελλοντικά γεγονότα σαν να διαβάζει ανοιχτό βιβλίο. Περιέγραψε ακόμα και την αρχαία πτώση του Εωσφόρου όπως την είδε ο ίδιος (ως Θεός). Κατά τη Μεταμόρφωσή Του, ο Χριστός συνομίλησε με τον Μωυσή και τον Ηλία στο όρος Θαβώρ, δηλαδή με (αιωνίως ζώντες) προφήτες που βιολογικά ήρθαν στον κόσμο πολύ πριν την εποχή του Ιησού. Δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να μείνει κρυφό από το βλέμμα του Θεού. Ο Θεός είναι άχρονος. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι πτυχές του χρόνου που αφορούν μόνο τη φθαρτή φύση του ανθρώπου.

Στη δίκη του Χριστού από τον Πιλάτο, παρόντες ήταν πάρα πολλοί, είτε εχθροί του Χριστού, είτε φίλοι και μαθητές του (άλλοι φανεροί και άλλοι που κρύβονταν για τον φόβο των Ιουδαίων), είτε ακόμα και διώκτες που στην πορεία έγιναν χριστιανοί.

Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η δίκη δεν ήταν ενιαία χρονικά αλλά εξελίχθηκε σε διάφορες φάσεις (λόγω της αρχικής άρνησης του Πιλάτου να θανατώσει τον Χριστό και της επίμονης προσπάθειάς του να φορτώσει αλλού την ευθύνη για την τύχη Του), στιγμιότυπα της δίκης του Χριστού παρακολούθησαν πολλοί μαθητές του (από τον ευρύτερο κύκλο), οι Αρχιερείς και οι Φαρισαίοι με τον υποκινούμενο όχλο τους, Ρωμαίοι αξιωματούχοι και στρατιωτικοί, ο Ηρώδης με τη συνοδεία του, ενδεχομένως και ο Βαραββάς, αλλά και πολλοί άλλοι.

Αλλά ακόμα και η σύζυγος του Πιλάτου φαίνεται να ήταν ενήμερη για την πορεία της δίκης, αφού ο ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει ότι διεμήνυσε στον Πιλάτο να μην τιμωρήσει τον Χριστό, διότι είδε ένα αποκαλυπτικό όνειρο που της προκάλεσε μεγάλη ανησυχία. Η γυναίκα αυτή έγινε χριστιανή και είναι η Αγία Πρόκλα, της οποίας η μνήμη εορτάζεται στις 27 Οκτωβρίου.

Η δίκη του Χριστού, μπορεί να ήταν ολόκληρη μια παρωδία δίκης, αλλά όπως και κάθε σοβαροφανής δίκη είχε δημόσιο χαρακτήρα. Επομένως – όπως είδαμε παραπάνω – υπήρχε πλήθος μαρτύρων για να δουν τι ειπώθηκε και τι έγινε στη δίκη.

Για την επί του Όρους Ομιλία, τα – εκπληκτικής ομορφιάς – λόγια του Χριστού ειπώθηκαν μπροστά σε χιλιάδες λαού, με πολλούς από αυτό το πλήθος να είναι μαθητές του. Ο ίδιος ο Ματθαίος γράφει για τον Χριστό ότι: «ιδών δὲ τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, καὶ καθίσαντος αὐτοῦ προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, 2 καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς». Η μνήμη αυτοπτών μαρτύρων (πόσο μάλλον όταν αυτοί είναι πάρα πολλοί) έχει καταγράψει με ακρίβεια πολύ εκτενέστερους προφορικούς λόγους από ιστορικά πρόσωπα.

«Μα τα Ευαγγέλια γράφτηκαν 40 και 50 χρόνια αργότερα. Ποιοι είναι οι μάρτυρες της ζωής του Χριστού ώστε η ζωή αυτή και η διδασκαλία να έχουν περάσει έτσι; Βέβαια, υπάρχουν και διαφορές από Ευαγγέλια σε Ευαγγέλια, ακόμη και αντιφάσεις. Ποιος από αυτούς τους Ευαγγελιστές ήταν εκεί παρών ώστε να καταγράψει; Εκτός αν είχε μαγνητόφωνο ή κάμερα»

Εδώ έχουμε παραπληροφόρηση η μάλλον μια διακίνηση μεμονωμένης επιστημονικής άποψης που εξυπηρετεί το συμφέρον του κ. Δημητριάδη. Υπάρχει μια επιστημονική σχολή που (σκόπιμα) επιθυμεί να μεταφέρει τη συγγραφή των ευαγγελίων όσο μεταγενέστερα γίνεται (μέχρι και σε διαφορετικό… αιώνα από εκείνον που έζησε ο Χριστός). Αλλά υπάρχει και σοβαρός επιστημονικός αντίλογος που εκτιμά ότι τα Ευαγγέλια γράφτηκαν περίπου από το 50 μ.Χ έως το 70 μ.Χ. Δηλαδή περίπου 20 με 40 χρόνια μετά τον θάνατο (και την Ανάσταση) του Χριστού.

Ενδεικτικά να πούμε ότι η ιστορία του Θουκιδίδη, εξιστορεί τα γεγονότα της περιόδου 460-400 π.Χ. Δεν σώζεται το πρωτότυπο. Τα 8 διασωθέντα χειρόγραφα, είναι όλα γραμμένα μετά το 900 μ.Χ., δηλαδή 1300 χρόνια μεταγενέστερα. Ακούσατε κανέναν να αμφισβητεί τα γραφόμενα του Θουκιδίδη ή ακόμα και την ίδια την ιστορική ύπαρξή του; Μόνο για τα Ευαγγέλια υπάρχει τέτοιος καταιγισμός αμφισβήτησης.

Αλλά ακόμα και αν δεχθούμε το πλαίσιο των 40-50 χρόνων, αλλάζει κάτι αυτό από την εγκυρότητα των ευαγγελίων; Ξεχνά ο Δημητριάδης ότι οι πρώτοι χριστιανοί μπήκαν από την αρχή στο μάτι του κυκλώνα και εκδιώχθηκαν λυσσαλέα και από τον Ιουδαϊσμό και από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία;

Οι εκδιωγμένοι χριστιανοί που καθημερινά αντιμετώπιζαν τη φυλάκιση, τα βασανιστήρια και τον θάνατο, δεν θα έπρεπε πρώτα να εδραιώσουν τη επιβίωση των ιδίων και της νεοσύστατης Εκκλησίας τους, ώστε κατόπιν να απευθύνουν και το ευαγγελικό μήνυμα στον κόσμο; Ούτως ή άλλως τα γεγονότα της δράσης του Χριστού, έχοντας ως αρχική πηγή πληροφόρησης όλους τους αυτόπτες μάρτυρες (τους μαθητές), μεταφέρονταν για χρόνια προφορικώς στις τάξεις των χριστιανών. Αυτά κατετέθηκαν και γραπτώς στα Ευαγγέλια όταν επέτρεψαν οι συνθήκες να γίνει αυτό. Ειδικά ο Ματθαίος και ο Ιωάννης κατέγραψαν όσα οι ίδιοι είδαν με τα μάτια τους.

Κανείς από τους ευαγγελιστές δεν χρειαζόταν ούτε… μαγνητόφωνο, ούτε κάμερα. Αυτά είναι αστεία πράγματα να λέγονται. Κατέγραψαν την ιστορία (όπως όλοι οι ιστορικοί της αρχαιότητας) είτε από την ίδια την προσωπική μαρτυρία τους, είτε συγκεντρώνοντας πληροφορίες από αξιόπιστους μάρτυρες. Και επιπλέον είχαν και την φώτιση του Αγίου Πνεύματος που οξύνει τον νου. Την ίδια φώτιση που έκανε μερικούς αγράμματους και ταπεινούς ψαράδες να καταπλήξουν την οικουμένη με το κήρυγμά τους, αλλά και να αφήσουν ιερά κείμενα άφταστης τελειότητας.

Η Καινή Διαθήκη δεν έχει καμία αντίφαση, και ό,τι μοιάζει ως αντίφαση είναι μόνο φαινομενική. Όπου εντοπίζονται φαινομενικές διαφορές, ουσιαστικά είναι μαρτυρίες που η μία συμπληρώνει την άλλη. Ακριβώς γιατί η κατάθεση των ιστορικών γεγονότων προέρχεται από διάφορους μάρτυρες, από τους οποίους ο καθένας κατέθετε εκείνα τα στοιχεία που είχε προσέξει.

Οι (φαινομενικές και όχι πραγματικές) αντιφάσεις στα Ευαγγέλια, όχι μόνο δεν ακυρώνουν αλλά ενισχύουν την αξιοπιστία τους, διότι δείχνουν ότι όντως αποτελούν ένα ιστορικό ψηφιδωτό αληθινών μαρτυριών. Αν η Εκκλησία είχε σκοπό να πλανήσει τον κόσμο, θα εμφάνιζε πανομοιότυπα Ευαγγέλια χωρίς καμία (φαινομενική) διαφορά.

Ακόμα και σήμερα βλέπουμε ότι όταν η αστυνομία παίρνει καταθέσεις για ένα συμβάν που γίνεται δημόσια, αν εμφανιστούν 4-5 μάρτυρες, είναι βέβαιο ότι δεν θα περιγράψουν ακριβώς τα ίδια πράγματα. Διότι ο κάθε άνθρωπος έχει άλλη προσωπικότητα, άλλη αντίληψη, άλλη παρατηρητικότητα, δίνει σημασία σε άλλα πράγματα.

«Η Σταύρωση είναι γεγονός. Αλλά αυτό που έγινε με τη Σταύρωση, και πολύ περισσότερο με την Ανάσταση, για να επανέλθουμε σε αυτό που λέγαμε στην αρχή, δεν υπήρξε ποτέ αυτό το πράγμα. Αν όντως ο Χριστός αναστήθηκε και υπάρχει, γιατί δεν εμφανίστηκε επί 2.000 χρόνια;»

Πάλι καλά που δέχεται ο κ. Δημητριάδης ότι υπήρξε Χριστός και σταυρώθηκε. Είναι και αυτό μια αρχή. Άλλοι άθεοι δεν παραδέχονται ούτε αυτό. Φυσικά το γεγονός της Ανάστασης είναι αυτό που «σκοντάφτουν» όλοι οι υλιστές, γιατί καταρρέει το σύμπαν τους αν το παραδεχτούν.

Να πληροφορήσουμε τον κ. Δημητριάδη ότι ο Χριστός εμφανίστηκε, μόλις 3 μέρες μετά τη σταύρωσή του. Αναστήθηκε εκ νεκρών και αυτό το αδιαμφισβήτητο γεγονός κήρυξαν στα πέρατα της οικουμένης οι μαθητές του, μην υπολογίζοντας ότι θα έχουν μια ζωή από διωγμούς, ατιμώσεις, κακουχίες, βασανιστήρια και εκτελέσεις. Κανείς δεν περνάει όλα αυτά τα δεινά για ένα ψέμα. Μόνο για μια αλήθεια χαραγμένη στην ψυχή. Και πόσο μάλλον άξιζαν αυτές οι θυσίες, για μια αλήθεια αιώνιας προοπτικής και σωτηρίας ολόκληρου του ανθρώπινου γένους.

Ο Χριστός αναστήθηκε και τον είδαν οι απόστολοι, οι μυροφόρες, η Παναγία και πλήθος μαθητών. Και όχι μόνο εμφανίστηκε, αλλά έμεινε δίπλα στους μαθητές του για 40 μέρες, έως την Ανάληψη. Και γιατί αναλήφθηκε; Γιατί αν παρέμενε στη γη ως αποκεκαλυμμένος Θεάνθρωπος, θα παραβίαζε το αυτεξούσιο του ανθρώπου. Θα εκβίαζε όλη την ανθρωπότητα να πιστέψει σε Εκείνον, άρα θα ήταν ένας δυνάστης και τύραννος που θα επιβαλλόταν μόνο και μόνο με την θεϊκή παρουσία του. Τι νόημα θα είχε μια τέτοια εκβιασμένη πίστη; Απολύτως κανένα. Όμως ο Θεός αναλήφθηκε γιατί είναι Θεός αγάπης που θέλει να τον προσεγγίζουμε κι εμείς με ανταπόδοση αγάπης. Όχι με επιβολή. Αυτή είναι μια ουσιαστική απάντηση σε αυτό το παιδικό επιχείρημα των υλιστών: «αν υπάρχει Θεός, τότε γιατί δεν εμφανίζεται»; Να γιατί δεν εμφανίζεται.

«Αποδίδουμε στον Θεό ανθρώπινα αισθήματα. Μα, ο Θεός έχει καταγραφεί από τους ίδιους τους χριστιανούς και τους Πατέρες της Εκκλησίας ότι είναι άυλος, νοητός. Είναι δυνατόν το άυλο να έχει αισθήματα; Το άυλο μπορεί να αγαπάει, να μισεί, να τιμωρεί, να συμπονεί;»

Απορούμε από που ο κ. Δημητριάδης αντλεί αυτά που λέει! Τι σύγχυση και τι θεολογική παράκρουση είναι αυτή; Ποιος Πατέρας της Εκκλησίας είπε ότι ο Χριστός είναι άυλος και νοητός; Ο Τριαδικός Θεός είχε ως έργο σωτηρίας την Ενσάρκωση μέσω της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο ενσαρκωμένος Θεός – Λόγος, ο Ιησούς Χριστός, έλαβε κανονικό ανθρώπινο σώμα μαζί με όλα τα αδιάβλητα πάθη (πείνα, δίψα, κούραση, θλίψη, αγωνία κλπ). Και ένοιωθε όλα τα ευγενή συναισθήματα που ταυτίζονται με τις αγαθές ενέργειες του Θεού. Άρα το μίσος που αναφέρει ο συγγραφέας, δεν έχει καμία θέση στην άδολη φύση του Θεού.

Και τι να πούμε για τη συμπόνια; Υπάρχει πιο μεγαλειώδης συμπόνια από το να σταυρωθεί ένας Θεός για τις δικές μας αμαρτίες; Ο Χριστός όχι μόνο έγινε ένας από εμάς, αλλά έλαβε την ανθρώπινη φύση για να την εξαγιάσει και να τη σώσει. Που είδε ο κ. Δημητριάδης ότι οι χριστιανοί λατρεύουμε κάτι άυλο και νοητό;

«Στην πραγματικότητα ο χριστιανισμός είναι ένας μηδενισμός. Είναι το μηδέν»

Εδώ σηκώνουμε τα χέρια ψηλά. Δεν χρειάζεται καν να μπούμε σε επιχειρήματα. Παραθέτουμε μόνο τον ορισμό του τι είναι μηδενισμός:

Ο μηδενισμός ή νιχιλισμός είναι φιλοσοφική κατεύθυνση που πρεσβεύει την ολοκληρωτική άρνηση κάθε θεωρητικής ή πρακτικής αξίας. Ηθικός μηδενισμός είναι εκείνος που απορρίπτει τις ηθικές αξίες και ισοδυναμεί με τον αμοραλισμό. Μεταφυσικός μηδενισμός είναι εκείνος που αρνείται την ύπαρξη νοήματος στη ζωή, την ύπαρξη του Θεού, λογικής τάξης στον κόσμο.

Ο κατεξοχήν μηδενιστής, είναι ο άθεος και ο υλιστής. Ο χριστιανισμός είναι το άκρως αντίθετο του μηδενισμού.

«Όταν ο κ. Γιανναράς λέει ότι η δολοφονία της Υπατίας είναι ένα μεμονωμένο γεγονός κοροϊδεύει. Μεμονωμένο γεγονός όταν πλήθη ολόκληρα κατακρεουργούν μια φιλόσοφο;»

Και αν ακόμα δεχθούμε ότι η μυθοποιημένη (αλλά ιστορικώς υπαρκτή) δολοφονία της φιλοσόφου Υπατίας οφειλόταν πράγματι σε μερικούς φανατικούς χριστιανούς (αν και υπάρχουν σοβαρότατες ιστορικές ενστάσεις για το αν ήταν όντως θρησκευτικοί οι λόγοι της δολοφονίας), τι να πούμε για τους μυριάδες μάρτυρες του Χριστού από τους λυσσαλέους διωγμούς της ειδωλολατρικής Ρώμης; Τι να πούμε για τους αιώνες σφαγών των ορθοδόξων από τον τουρκικό ζυγό; Και τι να πούμε για τις μαζικές εκκαθαρίσεις της Ιεράς Εξέτασης και τις Σταυροφορίες των Παπικών, τους οποίους… εκτιμά ιδιαίτερα ο κ. Δημητριάδης; Αυτά τα εγκλήματα προφανώς τον αφήνουν ασυγκίνητο.

Με μια Υπατία από την μια μεριά της πλάστιγγας και με έναν ωκεανό μαρτυρικού αίματος από την άλλη, ο κ. Δημητριάδης συγκινείται μόνο με μια ανιστόρητη και αντιχριστιανική προπαγάνδα του Προτεσταντισμού και του Διαφωτισμού.

Όσον αφορά το άλλο ιστορικό ψέμα ότι οι χριστιανοί δήθεν κατέστρεψαν τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας (το αναφέρει και αυτό ο Δημητριάδης), η πραγματικότητα είναι ότι η βιβλιοθήκη καταστράφηκε πρώτα από πολιορκία του (ειδωλολάτρη) Ιουλίου Καίσαρα. Έπειτα ο (ειδωλολάτρης) Διοκλητιανός στο τέλος του 3ου αιώνα έλαβε νομοθετικά μέτρα για τη διοίκηση των βιβλιοθηκών και έδωσε εντολή να καούν τα χειρόγραφα που πραγματεύονταν την αιγυπτιακή χημεία. Επόμενη σημαντική καταστροφή της βιβλιοθήκης συνέβη επί του (ειδωλολάτρη) Ρωμαίου Αυτοκράτορα Καρακάλλα.

Επί Θεοδοσίου καταστράφηκε (όχι η βιβλιοθήκη αλλά) ο Αιγυπτιακός ναός του Σέραπι και όσα χειρόγραφα είχαν απομείνει εντός του ναού στάλθηκαν στην Ρώμη και στην Κωνσταντινούπολη.

«Δηλαδή όταν λένε «θανάτω θάνατον πατήσας ο Χριστός», αλήθεια, τον πάτησε ποτέ τον θάνατο; Αλήθεια; Σταμάτησαν να πεθαίνουν οι άνθρωποι έκτοτε; Άλλη απάτη. Ο θάνατος δεν καταπατήθηκε ποτέ»

Ήδη από τη στιγμή που ο Χριστός παρέδωσε το πνεύμα επάνω στον Σταυρό, το Ευαγγέλιο αναφέρει ότι «μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη, καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς».

Όχι μόνο αναστήθηκαν άγιοι αλλά εμφανίστηκαν και σε πολλούς. Έπειτα έχουμε την ανάσταση του τετραήμερου νεκρού, Λάζαρου. Συνολικά καταγράφονται πέντε αναστάσεις στην Καινή Διαθήκη. Τρεις τελούνται από τον Χριστό, μία από τον απόστολο Πέτρο και μία από τον απόστολο Παύλο. Και βεβαίως πάνω απ’ όλα έχουμε την ίδια την ένδοξη Ανάσταση του Χριστού. Εφόσον ο Χριστός νίκησε τον θάνατο ως Θεάνθρωπος, τον νίκησε και ολόκληρη η ανθρωπότητα. Αρκεί ο κάθε άνθρωπος να αγαπήσει τον Χριστό για να μην γνωρίσει τον αιώνιο θάνατο, τον πνευματικό.

Άρα λοιπόν έχουμε καταγεγραμμένες αναστάσεις, ως υπερφυσικά σημεία που δείχνουν ότι ο Χριστός είναι εκείνος που ορίζει τη ζωή και τον θάνατο και ανατρέπει τους φυσικούς νόμους της φθοράς εφόσον το θελήσει. Αλλά ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να μας σώσει πρώτα από τον πνευματικό θάνατο. Αυτός ο θάνατος ήταν ένα αδιαπέραστο εμπόδιο για τη Βασιλεία των Ουρανών. Η Ανάσταση όλων των ανθρώπων (δίκαιων και αμαρτωλών) θα γίνει κατά τη Δευτέρα Παρουσία, άρα ναι, όντως δεν υπάρχει θάνατος, δεν υπάρχει κενό, δεν υπάρχει μηδέν. Υπάρχει ανάσταση για όλους και κρίση για όλους.

Ο σωματικός θάνατος έπρεπε να παραμείνει παρών ως τη Δευτέρα Παρουσία για να μην γίνει το κακό αθάνατο. Για να μη διαιωνίζεται και πολλαπλασιάζεται ξέφρενα η αμαρτία. Αν ο άνθρωπος γίνεται θηρίο ανήμερο ζώντας μια σύντομη ζωή των 70-80 ετών, φανταστείτε τι κόλαση επί γης θα είχαμε αν ήμασταν σωματικά αθάνατοι. Φανταστείτε αν δεν υπήρχε το φρένο του θανάτου, πόσοι πόλεμοι, πόσα εγκλήματα και τι μέγεθος διαστροφής θα μάστιζε την ανθρωπότητα. Αν υπήρχε ακόμη ανθρωπότητα! Το ότι ο (σωματικός) θάνατος θα καταργηθεί ως έσχατος εχθρός (όπως γράφει ο Παύλος) είναι και αυτό απόφαση του πάνσοφου σχεδίου του Θεού.

Σημάδι ότι ο σωματικός θάνατος είναι ήδη υποταγμένος, (αλλά σκοπίμως ενεργός ως υλικός νόμος), είναι τα άφθαρτα σώματα των αγίων της ορθοδοξίας, τα άπειρα θαύματα τους, οι εμφανίσεις τους, οι ανταποκρίσεις τους σε προσευχές. Η φθορά έχει ήδη προσκυνήσει την αθανασία, όπου υπάρχει η χάρη της αγιότητας.

«Κατηγορούμε και θεωρούμε ανήθικα τα βιβλία, και τελευταία αυτό το καταπληκτικό, κατά τη γνώμη μου, το «120 μέρες των Σοδόμων» του Μαρκήσιου ντε Σαντ. Διαβάζω παράλληλα το βιβλίο του Νόρμαν Ριτς για τον ναζισμό. Λοιπόν, τα πεπραγμένα του ναζισμού ξεπερνούν τον Μαρκήσιο ντε Σαντ»

Εδώ ο κ. Δημητριάδης δείχνει ακόμα περισσότερο την πραγματική του πρόθεση για την επίθεσή του στην Ορθοδοξία, που δεν είναι άλλη από την νομιμοποίηση του πανσεξουαλισμού και της ολοκληρωτικής αποκτήνωσης. Οι «120 μέρες των Σοδόμων» του υμνητή της διαστροφής, Μαρκήσιου ντε Σαντ, είναι ένα βιβλίο με θηριώδεις πράξεις ανωμαλίας, όπως ομαδικοί βιασμοί, κτηνώδη όργια, ακρωτηριασμοί, ακόμα και ανομολόγητες πράξεις με ανθρώπινα περιττώματα. Μια πραγματικά δαιμονική φρικωδία.

Αυτό το συγγραφικό έκτρωμα του καταστροφέα των ηθικών και βιολογικών φραγμών που λέγεται Μαρκήσιος ντε Σαντ (το οποίο μετέφερε στη μεγάλη οθόνη και ο Παζολίνι), ο κ. Δημητριάδης το βρίσκει… καταπληκτικό. Βγάλτε τα συμπεράσματά σας.

«Η Ρώμη είναι το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όχι η Αθήνα»

Καταλαβαίνουμε τη λατρεία του κ. Δημητριάδη για τις ρίζες του ρωμαιοκαθολικισμού, άλλα όπως είπαμε παραπάνω ο ευρωπαϊκός πολιτισμός συνέχεται από τρία βασικά στοιχεία κληρονομιάς: την Αρχαία Ελλάδα, το Ρωμαϊκό Δίκαιο και τον Χριστιανισμό ως πολιτιστικό επιστέγασμα της ισότητας, της ανθρωπιάς, της ανεκτικότητας, της ηθικής τάξης και της εξύψωσης του ανθρώπου ως μοναδική προσωπικότητα.

«Μπορούν τα σώματα να λειτουργούν σε περιορισμούς θεολογικούς;»

Τα σώματα όπως και το καθετί στον υλικό κόσμο, λειτουργούν σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Και όπου υπάρχει νόμος, υπάρχει και ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ. Και ο νομοθέτης του σύμπαντος είναι ο Θεός. Επομένως παρότι ο άνθρωπος έχει το αυτεξούσιο ακόμα και να παραβαίνει τους νόμους, τα σώματα είναι κατασκευασμένα από τον Πλάστη να λειτουργούν σύμφωνα με αυτούς. Αυτός είναι και ο λόγος που υπάρχει τέλεια βιολογική και ψυχοσυναισθηματική αλληλοσυμπλήρωση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού. Κάθε παράβαση των φυσικών νόμων (είτε στους ανθρώπους, είτε στην κτίση γενικότερα), νομοτελειακά δημιουργεί ανισορροπία και χάος. Οπότε ναι, τα σώματα έχουν και θεολογική συνάφεια, με τη έννοια ότι οι άνθρωποι είναι πλασμένοι ως εικόνες Θεού. Και οτιδήποτε μολύνει αυτή την εικόνα, μολύνει ψυχοσωματικά και το σώμα.

Και αν οι φυσικοί νόμοι λειτουργούν ως πυξίδα για τον προσανατολισμό μας προς το θείο, πόσο μάλλον λειτουργεί ως οδηγός των σωμάτων και των ψυχών μας, ο πνευματικός νόμος που παρέδωσε ο ίδιος ο Θεός, μέσω της αποκεκαλυμμένης αλήθειας του Χριστού. Το Ευαγγέλιο λοιπόν έβαλε σαφέστατα όρια στο πώς λειτουργούν τα σώματα κατά φύσιν και πώς λειτουργούν παρά φύσιν.

«Είμαστε τόσο διαποτισμένοι απ’ όλο αυτό το δηλητήριο (σ.σ. του χριστιανισμού), που δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να βγει από αυτή την παγίδα. Διότι και τα παιδιά που βγαίνουν από τις οικογένειες είναι φορείς της οικογένειας και του ό,τι εκπροσωπεί αυτή η οικογένεια. Διότι η Εκκλησία και η οικογένεια είναι συγκοινωνούντα δοχεία»

Ο Δημήτρης Δημητριάδης αποκαλύπτεται μόνος του. Δεν του φτάνει να διαλύσει την ορθόδοξη Εκκλησία. Θέλει να διαλύσει και την οικογένεια. Τα παιδιά που βγαίνουν από τις οικογένειες είναι φορείς της οικογένειας, λέει. Σαν να είναι φορείς κάποιου… αφύσικου πράγματος! Σαν να είναι… ιός! Σαν να μην είναι η οικογένεια ο πανάρχαιος θεσμός που έφερε την ανατολή του πολιτισμού! Ή μήπως η… ορθόδοξη Εκκλησία επινόησε την οικογένεια και δεν το ξέρουμε;

Άρα να τις καταργήσουμε και τις οικογένειες, για να μην έρχονται στον κόσμο παιδιά που… θέλουν με τη σειρά τους να κάνουν οικογένεια. Να σπάσει αυτός ο… καταραμένος κύκλος της ζωής! Να αγκαλιάσουμε τον θάνατο και την αποκτήνωση. Να μείνουν μόνο οι στείρες ψευτο – οικογένειες της ομοφυλοφιλίας. Νιχιλισμός στα «καλύτερά» του! Τύφλα να ‘χει ο Μαρκήσιος ντε Σαντ! Αν δεν υπήρχε κάποια προσπάθεια διαμόρφωσης οικογένειας, θα είχε γεννηθεί ο κ. Δημητριάδης για να βγάζει σήμερα το δηλητήριό του κατά των οικογενειών; Ασφαλώς όχι. Όλοι χρωστάμε την ύπαρξή μας σε κάποια ένωση ανδρός και γυναικός.

Πάλι καλά που αναγνωρίζει ο συγγραφέας ότι Εκκλησία και οικογένεια είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Όντως έτσι είναι, και το γνωρίζουν καλά οι ανθέλληνες και αντιχριστιανοί. Γι’ αυτό θέλουν να καταργήσουν απαραίτητα και τα δύο. Μισούν και τον Θεό και τον άνθρωπο. Και ότι κρατά αυτά τα δύο ενωμένα.

«Η χιλιετής μαθητεία μας ήταν στο να φοβόμαστε: «Να φοβάστε. Διότι μόνο έτσι θα υποταχθείτε και θα υπακούσετε σε αυτά που σας λέμε. Να φοβάστε»

Όχι το χιλιετές, αλλά το δισχιλιετές βάπτισμά μας στα αγιασμένα νερά της ορθοδοξίας, μας διδάσκει ακριβώς το αντίθετο: Να μη φοβόμαστε τίποτα. «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλά η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον, ότι ο φόβος κόλασιν έχει, ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη» (Α  Ἰω. δ , 18), λέει ο ευαγγελιστής της Αγάπης, ο Ιωάννης.

Δηλαδή, φόβος στην αγάπη δεν υπάρχει, αλλά η τέλεια αγάπη διώχνει τον φόβο, διότι ο φόβος είναι βασανιστικός, και όποιος φοβάται δεν έχει φτάσει στην τέλεια αγάπη.

Το μόνο που συντηρεί τον φόβο στις ζωές μας, είναι η ολιγοπιστία και πόσο μάλλον η απιστία και η αθεΐα. «Μη ταρασσέσθω ημών η καρδία μηδέ δειλιάτω. Πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε», λέει ο ίδιος ο Χριστός( Ιωάν. 14, 1.27).

«῾Ει ο Θεός υπέρ ημών, τις καθ᾽ ημών;», φωνάζει από τα βάθη των αιώνων ο απόστολος Παύλος (Ρωμ. 8, 31).

Η μόνη πίστη που διέλυσε κάθε ανθρώπινο και υπαρξιακό φόβο, είναι η Ορθοδοξία. Γι’ αυτό και μυριάδες μάρτυρες προχώρησαν άφοβα στο σπαθί του δημίου, στα θηρία και τα ανείπωτα βασανιστήρια. Ο χαριτωμένος χριστιανός δεν τρέμει τον θάνατο καίτοι είναι απόλυτα εξοικειωμένος με αυτόν και τον μελετά καθημερινά. Δεν τον σκιάζει ο θάνατος αλλά τον μετατρέπει σε σπουδή (μνήμη θανάτου), για να εργάζεται πάνω στη σωτηρία του.

Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος, είναι το σάλπισμα της νίκης του Θεανθρώπου απέναντι στο κράτος του Άδη. Η Ανάσταση διέλυσε οριστικά τον φόβο του θανάτου. Η σκιά του πλακώνει μόνο εκείνους που παραμένουν όμηροι στη σήψη της ύλης. Είθε και οι υλιστές σαν τον κ. Δημητριάδη να δείξουν μια σταλιά φιλότιμο προς τον Θεό που τους ανέχεται (και μας ανέχεται όλους), και είναι σίγουρο ότι αμέσως θα λάβουν βοήθεια για να σπάσουν τα δεσμά του νεκρωτικού φόβου που τους διακατέχει (αλλά δεν το παραδέχονται).

(Ευχαριστώ θερμά τον κ. Χαράλαμπο Μηνάογλου, διδάκτορα νεότερης ιστορίας του Tμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Ε.Κ.Π.Α, για την πολύτιμη συμβολή του σε ιστορικές πληροφορίες πάνω σε θέματα της εκκλησιαστικής ιστορίας και του Βυζαντίου)

Exit mobile version