Δύο όψεις της ελληνικής πραγματικότητας: Ο Αυγενάκης με το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ» και ο Αντώνης που πνίγηκε επειδή ήταν ο «κανένας»
Και οι δύο έφτασαν αργοπορημένοι στο μεταφορικό μέσο τους, αλλά ο ένας τραμπούκισε και ο άλλος δολοφονήθηκε - Ελλάδα 2 ταχυτήτωνΤο βίντεο με τους τραμπουκισμούς του Λευτέρη Αυγενάκη που τα έκανε γυαλιά – καρφιά στο Ελευθέριος Βενιζέλος επειδή δεν πρόλαβε την πτήση του, φέρνει στο μυαλό μου μια άλλη περίπτωση που απασχόλησε το πανελλήνιο και αφορούσε άνθρωπο που δεν πρόλαβε το δρομολόγιο του. Ή μάλλον δεν τον άφησαν να το προλάβει γιατί τον πέταξαν στη θάλασσα. Αυτός ο πολίτης δεν ζει σήμερα. Τον σκότωσε η αδιαφορία και το γεγονός ότι ήταν «άσημος». Δεν ήταν Αυγενάκης.
Ήταν ο 36χρονος Αντώνης Καρυώτης που σπρώχτηκε με τη βία στον θάνατο, όταν άργησε να επιβιβαστεί στο Blue Horizon και οι τραμπούκοι υπάλληλοι τον απώθησαν από τον καταπέλτη, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του και να πνιγεί.
Ο Αντώνης είχε χρυσή καρδιά όπως ομολογούν οι συγχωριανοί του, αλλά η ζωή τον έφερε να ανήκει στην τάξη των «πληβείων». Εκεί που ανήκει το 95% των Ελλήνων, δηλαδή σχεδόν όλοι μας. Ο Αντώνης δεν μπορούσε να πει «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», δεν είχε εξουσία αλλά ούτε και πρόθεση να απειλήσει τους ανθρώπους που τον τραμπούκισαν, δεν ενόχλησε ποτέ του ούτε μυρμήγκι. Το μόνο που ήθελε ήταν να μπει στο καράβι για να επιστρέψει στο σπίτι του, στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης. Να συνεχίσει την απλή ζωή του.
Στην απύθμενη κυνικότητα του σημερινού ελληνικού κράτους, δεν σκοτώνει μόνο η φτώχεια, σκοτώνει και το να είσαι ανέγνωρος. Το να μην σε αναγνωρίζει κανένας, παρά μόνο οι οικείοι σου. Το να μην έχεις «κονέ», «άκρες», και χατίρια που περιμένουν να σου εκπληρωθούν.
Βάλτε σε παράλληλη σκέψη αυτές τις δύο περιπτώσεις για να δείτε σε όλη την ωμότητά τους, τα δύο πρόσωπα της Ελλάδας. Αντώνης Καρυώτης και Λευτέρης Αυγενάκης. Και οι δύο είδαν να χάνουν το μεταφορικό τους μέσο. Ο ένας σκοτώθηκε γιατί ήταν άγνωστος και ο άλλος ξεκίνησε επιτόπου να «δολοφονεί» την αξιοπρέπεια των εργαζόμενων, απειλώντας θεούς και δαίμονες.
Ο ένας σκοτώθηκε και κανένας δεν θα τιμωρούνταν γι’ αυτό το έγκλημα αν δεν τύχαινε να το τραβήξουν βίντεο. Ο άλλος ξεσήκωσε ένα ολόκληρο αεροδρόμιο και δεν θα είχε καμία συνέπεια, αν δεν κατέγραφαν τα νταηλίκια του οι κάμερες. Η συγκάλυψη και η ατιμωρησία είναι ο συντριπτικός κανόνας, που αραιά και που παραβιάζεται από τα αδιάψευστα καρέ ενός βίντεο.
Στον έναν είπαν «και ποιος είσαι εσύ;» και τον σκότωσαν, ο άλλος είπε «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» και παρέλυσαν μην ξέροντας τι να κάνουν. Ούτε καν οι αστυνομικοί που έσπευσαν στο περιστατικό με τον Αυγενάκη, δεν τόλμησαν να συμπληρώσουν μια αναφορά για όσα έγιναν. Ο πρώην υπουργός τους απειλούσε με δυσμενείς μεταθέσεις. Ένοιωθε ότι οι πάντες και τα πάντα είναι έρμαια της εξουσίας του: οι υπάλληλοι του αεροδρομίου, οι αστυνομικοί, οι κανονισμοί επιβίβασης.
Ακόμα χειρότερα, ο λαός είναι σχεδόν εξοικειωμένος με τις συμπεριφορές τύπου Αυγενάκη. Αντιλαμβάνονται ότι η υπέρμετρη αλαζονεία οδηγεί στην εξαχρείωση, αλλά είναι τέτοια η ψυχολογική βία που υφίσταται εδώ και 15 χρόνια ο μέσος πολίτης, που η σωματική βία του Αυγενάκη του φαίνεται σχεδόν αναμενόμενη.
Ο λαός έχει απέναντί του έναν κυβερνητικό μηχανισμό που με τη διαφθορά του δολοφόνησε 57 ζωές στα Τέμπη, έστησε μια κολοσσιαία επιχείρηση συγκάλυψης και κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του ενώ βγαίνουν στη φόρα συγκλονιστικά στοιχεία. Σε αντίθεση με τον Αυγενάκη, εκείνοι οι 57 δυστυχώς πρόλαβαν το μεταφορικό τους μέσο, και επιβιβάστηκαν σε αυτό επειδή η κυβέρνηση τους διαβεβαίωνε για την ασφάλειά του.
Στο Μάτι κάηκαν 104 άνθρωποι και οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν ύβρις κατά της ανθρωπότητας. Επιπλέον, εξήλθαμε από μια τριετία ακραίου απολυταρχισμού όπου η κρατική βία ήταν σε ημερήσια διάταξη. Εκεί και αν οι κυβερνώντες την είδαν «θεοί».
Βάλε τη φορολογία, βάλε την ακρίβεια, βάλε την εγκληματικότητα, βάλε την τρομοκρατία των εμπρησμών, βάλε το ατιμώρητο της Θεσσαλίας, βάλε τις σκανδαλώδεις μεταχειρίσεις «VIP» εγκληματιών. Τώρα έφεραν και την εξαήμερη εργασία και δεν κουνιέται φύλλο, ενώ ΜΜΕ από όλο τον κόσμο απορούν με τον εργατικό μεσαίωνα στην Ελλάδα. Έβαλαν και τους συνταξιούχους να δουλεύουν στη δύση της ζωής τους για να βγάζουν το μήνα, αλλά και πάλι δεν υπήρξε καμία αντίδραση.
Βία παντού, βία στα πάντα. Το χαστούκι του Αυγενάκη δεν μπορεί να σοκάρει κανέναν σήμερα. Και αυτό είναι το πιο τρομακτικό. Η αξιοπρέπεια του λαού φθίνει, παρέα με τη δημοκρατική εγρήγορση του. Αναπτύσσεται μια απάθεια και ένας ραγιαδισμός που συμβαδίζει με την εκτόξευση των ποσοστών της αποχής. Ο αγώνας της επιβίωσης γίνεται ατομικό θέμα, ενώ ότι δικαιώματα κατέκτησε ο Έλληνας, ήρθαν με συλλογικό αγώνα.
Ο πολίτης καταθέτει τα όπλα και βυθίζεται στην παθητικότητα. Η προπαγάνδα δύο δεκαετιών πιάνει τόπο. Ο κόσμος έχει αρχίσει να το βλέπει «λογικό» πώς ένας Αυγενάκης θα τα «σπάει» όλα όταν δεν γίνεται το δικό του και την ίδια στιγμή κάποιος «Αντώνης» θα πληρώνει τα σπασμένα, σε ένα άδικο και απάνθρωπο σύστημα. Μπορεί να μην συμφωνεί με αυτήν την κατάσταση, αλλά λέει «και ποιος είμαι εγώ να την αλλάξω»;
Δύο είναι οι πιθανές εξηγήσεις γι’ αυτό το θλιβερό φαινόμενο: είτε η βίαιη καταπίεση έχει δημιουργήσει συσσωρευμένη οργή που δεν εκδηλώνεται (αλλά κάποια στιγμή θα «σκάσει»), είτε γινόμαστε ένας λαός εγκεφαλικά «νεκρός». Πιθανότατα συμβαίνουν και τα 2 ταυτόχρονα, ανάλογα με ποιο αφήγημα κοιμίζει ο κάθε πολίτης τη συνείδησή του…