Άντε ρε που πέθανε ο Μαραντόνα…
Πως να περιγράψεις τον Ντιέγκο Μαραντόνα; Πως να τον αποδώσεις; Πως να τον χαρακτηρίσεις; Δεν μπορεί παρά να ήταν κάτι… ανώτερο. Μια απόδειξη της ύπαρξης κάτι εξωγήινου στο ποδόσφαιροΕίναι δύσκολο. Αφόρητα δύσκολο. Τέτοια νέα, δεν μεταφέρονται. Τέτοιες ειδήσεις δεν αποτυπώνονται. Ξεπερνάνε κάθε όριο. Ξεπερνάνε το οτιδήποτε ανθρώπινο. Γιατί το αντικείμενο τους ξεπέρασε κάθε όριο. Ξεπέρασε το οτιδήποτε θεωρούμε γήινο.
Πως να περιγράψεις τον Ντιέγκο Μαραντόνα; Πως να τον αποδώσεις; Πως να τον χαρακτηρίσεις; Δεν μπορεί παρά να ήταν κάτι… ανώτερο. Μια απόδειξη της ύπαρξης κάτι εξωγήινου στο ποδόσφαιρο. Ενδεδυμένης όμως με ανθρώπινα πάθη.
Δεν ήρθε σε τούτη την πλάση για να αγιάσει. Ήρθε για να αλητέψει. Ήρθε για να αμαρτάνει. Συνέχεια. Επαναλαμβανόμενα. Ψυχή που δεν αμάρτησε άλλωστε, δεν γίνεται ν’ αγιάσει. Η δική του, από τις τόσες που «άγιασαν» βλέποντας τον να παίζει, το έκανε πριν φύγει χτες για να συναντήσει τον Δημιουργό του.
Πήγε να του γυρίσει το χέρι που του είχε… δανείσει. Μέρος και αυτό της δυσυπόστατης ύπαρξης του. Ο Μαραντόνα που θα σκοράρει με το χέρι. Ο Μαραντόνα που θα περάσει όλη την Αγγλία αμέσως μετά. Ο καλός και ο κακός. Ο κλέφτης και ο σολίστας. Η μεγαλοφυΐα. Ο ανυπέρβλητος.
Ολα σε ένα. Σ’ ένα σουλούπι που δεν έμοιαζε ποδοσφαιρικό. Μα γέννησε ποδόσφαιρο. Σε έναν χαρακτήρα που δεν μπόρεσε ποτέ να είναι ανάλογος του αθλήματος που τον εκτόξευσε στη μεταφυσική. Ποιος όμως ξεχωριστός, μοναδικός, το έχει πετύχει ποτέ αυτό;
Ποιος έφτασε να λατρεύεται σαν Θεός και δεν ήταν πρώτα και πάνω απ’ όλα άνθρωπος; Παραδομένος στα πάθη του. Πάθη που στο φινάλε τον σκότωσαν. Έστω και αν το ρήμα, το στάτους, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν πέθανε ο Ντιέγκο. Δεν θα πεθάνει ποτέ ο Ντιέγκο.
Πως πεθαίνει το ποδόσφαιρο; Πως πεθαίνει η… θρησκεία του; Πως πεθαίνει ο μύθος που εν ζωή ακόμη έχτισε; Από τότε που στις παρυφές του Βεζούβιου που η Νάπολι, κάθε στιγμή ανάβλυζε πιότερη ενέργεια από κάθε έκρηξη του ηφαιστείου της. Από τότε που μια χώρα, η χώρα του, παραδίδονταν μεθυσμένη από τα βήματα του στο γήπεδο, περισσότερο απ’ όσο αυτός, σε όλη του τη ζωή, αναζητούσε την πλάνη της κοκαΐνης.
Από τότε που ο κόσμος ολάκερος σύγκρινε, ποδοσφαιρικά, τα πάντα με το δικό του μέτρο. Όχι για να βρει διάδοχο ή κάποιον υπερβατικό. Αλλά πολύ απλά για να διαιωνίσει την ανωτερότητά του. Ο Ντιέγκο δεν ήταν ένας μεγάλος ποδοσφαιριστής. Ο Ντιέγκο ήταν ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών. Ο Ντιέγκο είναι ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών.
Ακόμη και τώρα, στα 60 του, που δεν μπορούσε να περπατήσει από το βάρος και από την παράδοση σε ουσίες και καταχρήσεις δεκαετιών, η εικόνα του, εξιδανικευμένη, μαγική, βγαλμένη από παραμύθι. Χωρίς να προκαλεί λύπη ή οίκτο, παρά μόνο να τονώνει ακόμη περισσότερο τη μαγεία του.
Ο Μαραντόνα δεν πεθαίνει. Δεν γίνεται να πεθάνει. Δεν μπορεί να πεθάνει. Δεν θα πεθάνει. Και όχι βάσει των κλισέ που σε τέτοιες περιπτώσεις λέγονται, γράφονται, κυκλοφορούν. Ούτε τα γούσταρε, ούτε ήταν ποτέ του κλισέ, ούτε και τώρα του ταιριάζουν.
Εδώ είναι ο Ντιέγο. Εδώ θα είναι. Όπως του τραγούδαγαν οι Ναπολιτάνοι, βάζοντας στην ίδια στροφή τ’ όνομα του με αυτό της μάνας, τον είδαμε. Τον ζήσαμε. Και θα συνεχίσουμε να τον βλέπουμε και να τον ζούμε. Πως λοιπόν λέτε πως πέθανε ο Ντιέγκο; Άντε φύγετε από εδώ…