Μείναμε σπίτι. Ευλαβικά. Κατά παράβαση συνηθειών, καθημερινότητας, φύσης. Ξεπερνώντας πεποιθήσεις, νοοτροπίες, «πιστεύω». Μετά, βγήκαμε από το σπίτι. Πρώτα στέλνοντας μηνύματα και συμπληρώνοντας αιτήσεις. Εδώ και τρεις εβδομάδες, ελεύθερα. Αλλά πάντα, μένοντας ασφαλείς. Τηρώντας αποστάσεις, αποφεύγοντας συγχρωτισμούς, φορώντας μάσκες.
Συνθήματα όλα. Στην εποχή της επικοινωνίας, απαραίτητα. Πόσο μάλλον για την αντιμετώπιση μιας πανδημίας. Αλλιώς δεν γίνεται. Κατά τη γνώμη τους. Ας το αφήσουμε εκεί για την οικονομία της συζήτησης. Ας το πάμε στο: Όταν κάτι δεν το ξέρεις, ίσως και να το υπερεκτιμάς. Και τον κορονοϊό, ακόμη, δεν τον ξέρουμε.
Σιγά σιγά, επιστρέφουμε. Όλοι. Στην Ελλάδα, στον πλανήτη, παντού. Με διαφορετικά μέτρα, με διαφορετικούς κανόνες, με διαφορετικό τρόπο, αλλά επιστρέφουμε. Και σιγά σιγά, αυτή η επιστροφή φέρνει στο προσκήνιο και μια νέα (;) πραγματικότητα, η οποία ναι μεν είναι το απότοκο της πανδημίας, αλλά είναι και η συνέχεια μιας καθημερινότητας που εδώ και πάνω από τρεις μήνες κοντεύαμε να ξεχάσουμε.
Επιστροφή φυσικά όχι μόνο για τους πολίτες και την ατομική τους ευθύνη, αλλά και για την πολιτική. Εύκολο (ή «εύκολο») να επιβάλλεις περιορισμούς, ειδικά ντύνοντας τους με επιστημοσύνη και σε ένα πλαίσιο που δεν έχει καταγραφεί στη συλλογική ανθρώπινη μνήμη εδώ και έναν αιώνα.
Δύσκολο, σαφώς δυσκολότερο να γυρίσεις σε αυτό που ίσχυε προ πανδημίας, ανεπηρέαστος. Από δημοσκοπήσεις, από φανφαρισμούς, μεγαλομανίες, ψευδαισθήσεις. Θέλει προσοχή. Ο κόσμος άλλαξε, ναι, το πλαίσιο όμως δεν αλλάζει. Ποτέ. Απλώς προσαρμόζεται. Σε σχήμα, σε εύρος, σε συνθήκες.
Η πανδημία θα κληρονομήσει διάφορα. Το εργασιακό καθεστώς, ήταν έτσι κι αλλιώς κουβάρι. Με τα όσα «έκτακτα» (ή μήπως όχι; Εξ ου άλλωστε και τα εισαγωγικά) θεσπίζονται, κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι ξημερώνει στην εργασία. Για εργαζόμενους, κυρίως και εργοδότες, δευτερευόντως. Κατοχυρωμένα δικαιώματα για δεκαετίες πλέον είναι τρωτά, σχέσεις που έμοιαζαν… μπετόν, πλέον τρέμουν.
Η προσαρμογή στις νέες συνθήκες, η εξέλιξη σε ένα εργασιακό περιβάλλον που – κακά τα ψέματα, πολλοί ήθελαν, αλλά το πολιτικό κόστος για να εφαρμοστεί θα ήταν τεράστιο μέχρι την εμφάνιση του κορονοϊού που διευκόλυνε τη μετάβαση – θυμίζει κινούμενη άμμο, αν δεν τρομάζει, τουλάχιστον μετατρέπει και την καθημερινότητα όλων, επίσης, σε κινούμενη άμμο.
Διαβάστε τις δημοσκοπήσεις. Αυτές που δεν προβάλλονται. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων φοβάται για τη δουλειά του. Δεν χρειάζεται φυσικά αναφορά στις τρομακτικές προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία. Αυτές έχουν επισημανθεί εγκαίρως.
Εδώ πλέον μπαίνει η πολιτική. Για να θωρακίσει, να προασπίσει, να ηρεμήσει. Τα πρώτα δείγματα των κυβερνητικών αποφάσεων δεν τα λες θετικά. Αμφίσημα στην καλύτερη. Και όπου υπάρχουν αμφιβολίες, όπου υπάρχουν γκρίζες ζώνες, το (όποιο) σχέδιο, σπάνια λειτουργεί, σπανιότερα πείθει.
Δυστυχώς, δεν είναι τα μόνα. Το πρόσφατο γκριζάρισμα στον Εβρο, σαφώς χειρότερο. Οι παλινωδίες με τις δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών που περιέπλεξαν ένα ζήτημα που θα έπρεπε να είναι κρυστάλλινο, τα πισωγυρίσματα με τις θέσεις του ελληνικού κράτους και κυρίως η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην τοποθέτηση για το τι τελικά συνέβη, ανησυχητικά.
Είτε ήταν fake news είτε όχι, το γεγονός ότι χρειάστηκαν κοντά δύο μέρες προκειμένου να υπάρξουν τοποθετήσεις από την ελληνική κυβέρνηση για κάτι που ξένα media (άλλο, μεγάλο, θέμα η σιωπή των ελληνικών…) ανέδειξαν είναι απαράδεκτο. Σαφώς και ενδεχόμενη καταπάτηση έστω και χιλιοστού ελληνικής κυριαρχίας είναι ακόμη περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση τα αντανακλαστικά ήταν ανύπαρκτα. Και δεν επιτρέπεται. Δεν νοείται. Δεν υπάρχουν δικαιολογίες του στιλ «μερικές δεκάδες μέτρα», «αλλαγή της κοίτης του ποταμού», «φαινόμενο που παρατηρείται συνεχώς στην περιοχή». Η επαγρύπνηση σαφώς και δεν περιορίζεται στην αντιμετώπιση της πανδημίας, ούτε και αυτή εσαεί θα κυριαρχεί.
Η επιστροφή στην κανονικότητα άλλωστε, σημαίνει και έλεγχο. Περισσότερο και παντού.
Η διάψευση του Πρωθυπουργού…