Ο Πελεκούδας έσφαλε. Μανάδες, έστω και σε «ελεγχόμενο» περιβάλλον, δεν νοείται να καθυβρίζεις. Έχει άλλοθι για την κατακριτέα συμπεριφορά του, δεν το επικαλέστηκε.
Αναγνώρισε το λάθος του ο Πελεκούδας και ζήτησε συγγνώμη ως όφειλε. Υπεύθυνα και αντρίκεια. Χρέος όλων των υπολοίπων είναι να διατηρήσουμε τις γραμμές διακριτές.
Δικαιολογία υπάρχει. Η έξαψη της στιγμής. Δεν είναι λίγο. Η δικαιοσύνη απανταχού τη δέχεται ως ελαφρυντικό. Εν βρασμώ ψυχής το λένε νομικά οι δικηγόροι. Και είναι ελαφρυντικό βάσιμο, τεκμηριωμένο επιστημονικά, ψυχολογικά, ανθρώπινα. Κανείς λοιπόν δεν καταδικάζεται για ένα ξέσπασμα.
Κανείς όμως δεν αθωώνεται κιόλας λόγω ειλικρινούς μεταμελείας. Και αυτή υπάρχει στη νομολογία. Και αυτή πιστώνεται στον εκάστοτε κατηγορούμενο όταν συντρέχει. Ποτέ όμως δεν φτάνει για να ακυρώσει την ενέργεια που τον έφερε ενώπιον της κρίσης. Απλώς, με την προϋπόθεση πως είναι όντως ειλικρινή, την απαλύνει.
Ο Παναγιώτης Πελεκούδας έσφαλε. Έχει όμως τη δικαιολογία της έξαψης. Του κλίματος, του ξεσπάσματος από μια (μπορεί και περισσότερες) χρονιά δυσκολίας, απαιτητικής, των πανηγυριών, μεταξύ μιας παρέας ομοϊδεατών. Πολύ, σε τέτοιες συνθήκες, δεν θέλει για να γίνει η ζημιά. Ειδικά όταν νιώθεις, ανάμεσα τους και εμπιστοσύνη πως ακόμη και αν κάνει το κάτι τις πέρα από τα συνήθη μέτρα, δεν θα σε εκθέσουν.
Έγινε. Εκτέθηκε. Δεν αλλάζει. Το θέμα είναι αν διορθώνεται. Αντρίκεια η συγγνώμη. Την ξεστόμισε. Χωρίς περιστροφές και αλλά. Έδειξε υπευθυνότητα, δεν έψαξε δικαιολογία – ούτε καν στον βρασμό της νεανικής ψυχής ή στην έκταση της οπαδικής κορύφωσης -, δέχτηκε το ανάθεμα, πήρε την ευθύνη, έδειξε την ειλικρινή μεταμέλεια που επιβάλλεται να δείξει και λόγω θέσης (αρχηγός του Παναθηναϊκού γαρ), αλλά και λόγω του παραστρατήματος του, που ήταν όντως βαρύ. Μανάδες, έστω και σε «ελεγχόμενο» περιβάλλον, δεν νοείται να καθυβρίζεις.
Έκανε λάθος, το μετάνιωσε – και φαίνεται – ανέλαβε τις ευθύνες, ζήτησε συγγνώμη. Φτάνει; Σε μια κοινωνία που δεν θα δίκαζε και που δεν θα καταδίκαζε από τα social media, πιθανώς να ήταν αρκετό. Εννοείται πως δεν θα έπρεπε, επ’ ουδενί, να τον αθωώσει. Αλλά η ποινή, σε μια τέτοια περίπτωση, θα προϋπόθετε εμπιστοσύνη και αναγνώριση. Και σίγουρα, όχι επηρεασμό από τις κραυγές, ένθεν και εκείθεν.
Στην εποχή των social media το να βρίσει κάποιος τη μάνα είναι… πταίσμα. «Καρκίνους» και άλλες βαριές αρρώστιες έχουν γίνει πιο «μοδάτες». Αυτοί που στέλνουν στο πυρ το εξώτερο τον παίκτη του Παναθηναϊκού το κάνουν χρησιμοποιώντας βαριές εκφράσεις. Αυτοί που τον «αθωώνουν» στρέφονται με τέτοιους χαρακτηρισμούς, σε όσους έσπευσαν να δημοσιοποιήσουν το θέμα!
Το ζήτημα δεν είναι να «σταυρωθεί» ο Πελεκούδας και ο κάθε Πελεκούδας. Ούτε και να γίνει λάβαρο. Το ζήτημα είναι να καταλάβει ο Πελεκούδας και ο κάθε Πελεκούδας, πως τέτοιες συμπεριφορές για επαγγελματίες αθλητές, ακόμη και σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, δεν πρέπει να υφίστανται, δεν πρέπει να γίνονται. Και ακόμη και αν – ω μη γένοιτο – συμβούν, προκύψουν, επιβάλλεται τόσο η ειλικρινής συγγνώμη, αλλά και η συμμόρφως προκειμένου να μην παγιωθούν τέτοιες συμπεριφορές.
Ο τρόπος της συμμόρφωσης στο χέρι της εντεταλμένης πολιτείας. Ίσως και όχι μόνο αυτής. Όλων μας που συμβάλλουμε στο να αποθεωθούν ή καταδικαστούν τέτοιες συμπεριφορές όχι ανάλογα την βαρύτητα του σφάλματος ή την ειλικρίνεια της μεταμέλειας, αλλά βάσει το χρώμα της φανέλας του εκάστοτε «θύτη».
Η ευθύνη, προφανώς, επιμερίζεται και στους συλλόγους που έχουν μάθει να αποθεώνουν οπαδικές συμπεριφορές επαγγελματιών αθλητών. Η ευθύνη, αυτονόητα, περνάει και στα media που αναγνωρίζουν αξίες ανάλογα με το πόσο πράσινο, ερυθρόλευκο, κιτρινόμαυρο και ασπρόμαυρο είναι το αίμα που κυλάει στις φλέβες του εκάστοτε αθλητή, οποιουδήποτε σπορ.
Ο Πελεκούδας έσφαλε. Έχει άλλοθι για την κατακριτέα συμπεριφορά του, δεν το επικαλέστηκε. Αναγνώρισε το λάθος του και ζήτησε συγγνώμη ως όφειλε. Υπεύθυνα και αντρίκεια. Χρέος όλων των υπολοίπων είναι να διατηρήσουν/διατηρήσουμε τις γραμμές διακριτές. Της αξιοπρέπειας, της ηθικής, της κριτικής και της κρίσης.
Διαβάστε όλα τα μπλογκ του συντάκτη εδώ.