Το ΚΚΕ πήγε κόντρα στη συνθήκη του φόβου…
Η πορεία του ΚΚΕ για το Πολυτεχνείο πρέπει να είναι οδηγός για το πως να συνυπάρχουμε στη νέα (ελπίζουμε ασφαλώς προσωρινή) αυτή «κανονικότητα».Ποτέ δεν είναι ευχάριστο. Ακόμη και όταν είναι αναγκαίο. Πόσο μάλλον λοιπόν όταν δεν είναι αναγκαίο. Ειδικά ένα πρωινό σαν αυτό. Να ξυπνάς και να κατακλύζεσαι από απαγορεύσεις συναθροίσεων και – κυρίως – με ειδήσεις πως για να τηρηθούν αυτές χρειάζονται να συναθροιστούν, ατάκτως, διαρκώς και σε κάθε γωνιά και ντουβάρι που φυλάνε, πάνω από 6.000 αστυνομικοί.
Να ξυπνάς με τέτοια ατμόσφαιρα, σε ήδη αφόρητα επιβαρυμένο κοινωνικό κλίμα και ανθρώπινο, συνολικά, ψυχισμό πρωινό της επετείου του Πολυτεχνείου. Της επετείου μνήμης ενός αγώνα. Της επιβουλής. Του αγώνα παραδείγματος για κάθε αγώνα κατά οποιασδήποτε δικτατορίας, κατά οποιασδήποτε επιβουλής, κατά οποιουδήποτε φόβου.
Εδώ και πάνω από εννιά μήνες ζούμε υπό τα δεσμά ενός φόβου. Του μεγαλύτερου που έχουν βιώσει οι μεταπολεμικές γενιές. Όχι για την καθολικότητα του, την σκληρότητα του. Τουλάχιστον όχι τόσο. Αλλά για το ξεγύμνωμα που έχει επιφέρει. Στα πάντα. Στο κάθε τι, από τον δημόσιο λόγο, από τις απανταχού κυβερνητικές λειτουργίες, μέχρι τα μέτρα, την ευθύνη και την υπευθυνότητα, το μασκάρεμα ή όχι, μιας επιβουλής που περισσότερο αυγατίζει τον φόβο, παρά δίνει την αίσθηση της καταπολέμησης του.
Όχι, αυτή τη μέρα δεν θα γίνονταν να είναι καμία εξαίρεση. Ο φόβος δεν θα έφευγε. Οι κραυγές για βοήθεια και υποστήριξη των γιατρών και των νοσηλευτών που καθημερινά, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, πασχίζουν στις εντατικές να κρατήσουν ανθρώπους ζωντανούς, πασχίζουν στα νοσοκομεία να βρουν ένα κρεβάτι ακόμη για να προσφέρουν την αυτονόητη υγειονομική βοήθεια, αυτές επιβεβλημένα θα έπρεπε πρώτα και κύρια να ηχούν στα αυτιά όλων, πριν τη λήψη κάθε απόφασης, πριν την απόφαση για οποιαδήποτε ενέργεια.
Προσοχή όμως. Ο φόβος δεν φέρνει, τυφλή, άκριτη, υπακοή. Δεν γίνεται. Ποτέ δεν έγινε. Και δεν θα γίνει. Πάντα υπάρχει τρόπος. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, αυτόν τον έδειξε το ΚΚΕ. Οργανωμένα, συντεταγμένα, απόλυτα συμμορφωμένα στα υγειονομικά πρωτόκολλα και νόρμες, σεβάσμια ως προς την ιστορία και τη θεσμικότητα των αρχών του, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας φρόντισε και να αποτίσει τον ξεχωριστό φόρο τιμής στους αγωνιστές του Πολυτεχνείου. Φρόντισε μάλιστα να κάνει χωρίς να διακινδυνεύσει στο παραμικρό την πρόσθετη, πέραν των ανθρωπίνων πλέον ορίων, επιβάρυνση των σύγχρονων αγωνιστών στα νοσοκομεία και στις εντατικές.
Με μέτρα, με «κοινωνική αποστασιοποίηση», με μάσκες, με τα πάντα – τα προβλεπόμενα – όλα η σαφώς (συγκριτικά με τη δυναμική και το παρελθόν) αντιπροσωπευτική και μόνο εκπροσώπηση του ΚΚΕ έξω από την πρεσβεία των ΗΠΑ έδειξε το πως μπορούμε, τελικά, να συνυπάρχουμε.
Έπρεπε να είχε συμβεί και την 25η Μαρτίου και την 28η Οκτωβρίου. Ειδικά εκεί, που έπρεπε να τιμήσουμε ήρωες. Εκεί δεν χωρούν φτηνές δικαιολογίες για συνωστισμό. Εκεί έπρεπε να λάβουν χώρα όλες οι τιμές. Να γίνουν οι παρελάσεις. Κι εκεί μπορούσαμε να αποδείξουμε πως είμαστε ικανοί να συνυπάρχουμε στη νέα (ελπίζουμε ασφαλώς προσωρινή) αυτή «κανονικότητα».
Χωρίς απαγορεύσεις, χωρίς αστυνομοκρατία, χωρίς επιβουλή. Να συνυπάρχουμε, να προσαρμοζόμαστε, χωρίς να κάνουμε βήμα πίσω από όσα αυτή η πανδημία, όλον αυτόν τον καιρό έχει στερήσει σε όλους. Να συνυπάρχουμε, χωρίς να προσβάλλουμε, χωρίς να διακινδυνεύουμε τον μόχθο και την αγωνία των υγειονομικών και των αρρώστων.
Να συνυπάρχουμε με έναν ιό, που όπως και οι εκατοντάδες που έχουν πλήξει το ανθρώπινο γένος στο πέρασμα των αιώνων, νομοτελειακά θα νικηθεί, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να νικήσει. Να συνυπάρχουμε στο τέλος τέλος, με τη φύση μας, την ανθρωπιά μας. Να μην συνυπάρχουμε όμως με τον φόβο. Η πανδημία δεν είναι συνθήκη φόβου, αυτό είναι σίγουρο. Ο φόβος όμως μπορεί να γίνει συνθήκη και για άλλες πανδημίες.