Η πανίσχυρη ακροδεξιά στην Γαλλία και το πρόβλημα στην Ευρώπη
Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γαλλία φαινομενικά δεν εμπεριέχει πρωτοτυπία με βάση την εικόνα της Ευρώπης. Αλλά η Γαλλία είναι κάτι ξεχωριστό. Γράφει ο Νίκος ΜπουρλάκηςΤο μήνυμα που έφτασε από την Γαλλία είναι ηχηρό μεν αλλά όχι και πρωτοφανές στην Ευρώπη που πλέον ζει την έκρηξη της ακροδεξιάς.
Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Γαλλία είναι κάτι ξεχωριστό: Είναι η χώρα της Επανάστασης του 1789, που ήταν κοινωνική. Επίσης πάντα εξέφραζε την πολιτική κοινωνικής πρόνοιας και φυσικά της προστασίας της εργασίας.
Πλέον τα πράγματα έχουν διαφοροποιηθεί. Η Μαρίν Λεπέν και ο Ερίκ Ζεμούρ (ο «Ευρωπαίος Τραμπ» όπως τον αποκαλούν) έχουν αυξήσει τις δυνάμεις τους σε μεγάλο βαθμό και σίγουρα η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών σηκώνει συζήτηση. Και μάλιστα με δεδομένο ότι η δεξαμενή του Μακρόν έχει στερέψει!
Η Ευρώπη εδώ και μια δεκαετία (περίπου) θυμίζει λίγο την εποχή του μεσοπολέμου, δηλαδή το διάστημα ανάμεσα στον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν η περίοδος που αναπτύχθηκαν τα ακραία εθνικιστικά κινήματα, με τις τραγικές συνέπειες που ακολούθησαν.
Κι επειδή η κατάσταση μυρίζει μπαρούτι, ευχόμαστε ολόψυχα να μην επαναληφθεί η ιστορία 83 χρόνια μετά. Τότε ήταν η οικονομική κρίση που είχε «γονατίσει» τους λαούς κάτι που έδωσε πεδίο δόξας λαμπρό προς τα φασιστικά κόμματα να λαϊκίσουν και να ενισχυθούν.
Άλλωστε ο λαϊκισμός είναι ο καλύτερος σύμμαχος του φασισμού μαζί με το κεφάλαιο! Συγγνώμη λάθος: Το μεγάλο κεφάλαιο. Το επισημαίνει και ο Βασίλης Ραφαηλίδης στο έξοχο βιβλίο του «Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού Κράτους 1830-1974».
Σε κάποιο σημείο αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Ο φασισμός είναι λαϊκισμός -και κάθε λαϊκισμός είναι φασισμός κατά βάσιν και κατ’ ουσίαν. Ο φασισμός δεν αγαπά το μεγάλο κεφάλαιο (εκτός από το πάρα πολύ μεγάλο που τον γεννάει) και λατρεύει το μικρομεσαίο. Ο φασισμός είναι κοινωνικό καθεστώς σπέσιαλ για μικροαστούς. Όχι για αστούς, ούτε για προλετάριους. Οι αστοί και οι προλετάριοι βρέθηκαν αντίπαλοί του εξ αρχής. Και δεδομένου ότι στη λεγόμενη αστική κοινωνία δεν κυριαρχούν οι αστοί αλλά οι μικροαστοί, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς την απήχηση που είχαν στο λαό τα φασιστικά καθεστώτα.
Κάθε μικροαστός ονειρεύεται τον αστό που ζεσταίνει μέσα του, που τον μεγαλώνει στο θερμοκήπιο της μεγάλης ελπίδας για ένα πέρασμα στην «ανώτερη τάξη». Κάθε ψιλικατζής ονειρεύεται ένα σούπερ μάρκετ. Και επειδή το όνειρο για μερικούς πραγματοποιείται, όλοι οι χάχες πιστεύουν πως θα βγει αληθινό και γι αυτούς. Δεν έχει σημασία που οι περισσότεροι πεθαίνουν φτωχοί»!
Μέσα απ’ αυτές τις δύο παραγράφους δεν είναι και τόσο δύσκολο να καταλάβουμε και τη ψυχολογία εκείνων που γέρνουν προς την άκρα δεξιά, συνειδητά και όχι ακούσια τις περισσότερες φορές. Άλλωστε όπως αναφέρει ο Ραφαηλίδης στο ίδιο βιβλίο: «Ο ελληνικός λαός, στην πλειοψηφία του, αγάπησε το Μεταξά. Όπως και οι Ιταλοί που αγάπησαν το Μουσολίνι, όπως και ο Γερμανοί που αγάπησαν το Χίτλερ, όπως και οι Ισπανοί που αγάπησαν το Φράνκο».
Πλέον στην Ευρώπη η ρητορική που χρησιμοποιεί η ακροδεξιά συνδυάζει την οικονομική κρίση με το μεταναστευτικό ζήτημα.
Ας επιστρέψουμε όμως στη Γαλλία. Το μήνυμα ήταν σαφές από τον πρώτο γύρο: Λεπέν και Ζεμούρ έφτασαν στο 31% κι αυτό εκφράζει την ακροδεξιά και ταυτόχρονα προκαλούν την έντονη ανησυχία.
Ουσιαστικά ο Μακρόν σώθηκε από δύο περιπτώσεις: Πρώτον από τη δεξιά Βαλερί Πεκρές που είχε απογοητευτική εκστρατεία και από τις δημοσκοπήσεις του 17% έπεσε κάτω από το 5%. Προφανώς απορρόφησε ψήφους απ’ εκεί.
Και δεύτερον από το ότι επικράτησε στο δεύτερο γύρο όχι επειδή οι Γάλλοι ψήφισαν το πρόγραμμά του αλλά από το φόβο να τους κυβερνήσει η Λεπέν. Άλλωστε ο Μελανσόν δεν έδωσε κατεύθυνση για «ψήφο στον Μακρόν» στο δεύτερο γύρο αλλά για «ούτε μια ψήφο στην Λεπέν».
Αυτό δε γνωρίζουμε πόσο μπορεί να κρατήσει και παράλληλα η ψήφος με «μισή καρδιά» μπορεί μακροπρόθεσμα να φέρει άσχημες επιπτώσεις ακριβώς επειδή δεν εμπεριέχει ούτε πίστη ούτε κάποια ιδεολογική κατεύθυνση.
Ο Μακρόν είχε υποσχεθεί κατά την εκλογή του το 2017 ότι θα «εκμηδένιζε» την ακροδεξιά από την Γαλλία. Πέντε χρόνια μετά έγινε το αντίθετο: Η ακροδεξιά ενισχύθηκε και ταυτόχρονα τα παραδοσιακά μεγάλα κόμματα, που κυβέρνησαν τη χώρα ισοπεδώθηκαν.
Η Αν Ινταλγκό και οι Σοσιαλιστές συγκέντρωσαν το 1,74% και η Βαλερί Πεκρές με τους Ρεπουμπλικάνους δεξιούς βέβαια όπως προαναφέραμε ήταν στο 4,8%. Μιλάμε για ταπεινωτικά ποσοστά.
Την ίδια στιγμή τα διάφορα κόμματα της ακροδεξιάς στην Γαλλία έλαβαν 11,3 εκατομμύρια ψήφους συνολικά. Τι σημαίνει αυτό; Αύξηση στο 20,2% συγκριτικά με το 2017!
Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό; Μα φυσικά η πολιτική του Μακρόν! Αστυνομική βία στα λύκεια, καταστολή των «Κίτρινων Γιλέκων», σοβαρές ενδείξεις για διαφθορά στα υψηλότερα κλιμάκια, σκληρή μεταναστευτική πολιτική και εύνοια της πλουτοκρατίας που δημιούργησε ένα αίσθημα κοινωνικής οπισθοδρόμησης.
Αυτά όλα οδηγούν τον πολίτη να αισθάνεται ότι η κυβέρνηση τον περιφρονεί και παράλληλα ορισμένες θέσεις του Μακρόν δε διέφεραν και τόσο πολύ με τις αντίστοιχες της ακροδεξιάς.
Όπως προαναφέραμε όμως εδώ και 10-12 χρόνια, η Ευρώπη ζει μια κατάσταση που θυμίζει αρκετά την περίοδο του μεσοπολέμου.
Στην Ιταλία η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι με οξύ αντιμεταναστευτικό λόγο και με αδιάλλακτες θέσεις απέναντι στις Βρυξέλλες και το εντελώς λαϊκίστικο Κίνημα Πέντε Αστέρων, εκφράζουν ακριβώς αυτό που αναφέραμε.
Στην Γερμανία η ακροδεξιά AfD κατάφερε να εισέλθει στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο το 2017 μόλις πέντε χρόνια μετά την ίδρυσή της. Αυτό εκτιμήθηκε ως απάντηση των Γερμανών στην πολιτική της Μέρκελ να επιτρέψει σε περίπου 1 εκατομμύριο ανθρώπους (ανάμεσά τους και μουσουλμάνοι από Συρία, Αφγανιστάν ή Ιράκ) να μπουν στη χώρα.
Στην Αυστρία το FPO, ακροδεξιό κόμμα φυσικά, συνεργάστηκε με τη συντηρητική κυβέρνηση του Σεμπάστιαν Κουρτς.
Και υπήρξαν προτάσεις ακόμα και για πρόσβαση των αρχών στα κινητά τηλέφωνα των μεταναστών.
Στην Σουηδία το SD που αυτοπροσδιορίζεται ως «Σουηδοί Δημοκράτες» δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ακροδεξιό κόμμα με έντονες νεοναζιστικές ρίζες. Έφτασε στο εντυπωσιακό 18%. Όμως ακόμα πιο εντυπωσιακό ήταν ότι κατάφερε να ξεχαστούν οι νεοναζιστικές ρίζες του.
Στην Ουγγαρία υπάρχει φυσικά ο «περίφημος» Βίκτορ Όρμπαν με τρεις συνεχόμενες εκλογικές νίκες. Εδώ και χρόνια παρουσιάζει τον εαυτό του ως προστάτη όχι μόνο της χώρας του αλλά και της Ευρώπης με ρατσιστικά σχόλια.
Στην Σλοβενία είναι πανίσχυρο το ξενοφοβικό κόμμα του Γιάνεζ Γιάνσα που αποτελεί ισχυρό σύμμαχο του Όρμπαν αν και η χώρα του δε φιλοξενεί περισσότερους από χίλιους μετανάστες που αιτήθηκαν άσυλο.
Στην Πολωνία το κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» επίσης εκφράζει την ακροδεξιά και μετά τη νίκη του το 2015 έκανε διάφορες ενέργειες που αποσκοπούσαν στην απόκρυψη του ρόλου κάποιων Πολωνών που είχαν παίξει ρόλο στις φρικαλεότητες των Ναζί. Και βέβαια είναι ισχυροί σύμμαχοι με τον Όρμπαν.
Η ακροδεξιά κυριαρχεί και στη Δανία με το Λαϊκό Κόμμα, στην Τσεχία με τις τοποθετήσεις του Αντρέι Μπάμπις αλλά και στην Φινλανδία.
Εκεί το εθνικιστικό κόμμα βρέθηκε στη δεύτερη θέση όπως και το ακροδεξιό «Κόμμα για την Ελευθερία» στην Φινλανδία.
Στη χώρα μας, η Χρυσή Αυγή ήταν ακόμα και τρίτο κόμμα.
Στις πρόσφατες εκλογές στην αυτόνομη περιφέρεια στην Καστίλη Λεόν στην Ισπανία, το ακροδεξιό Vox με ρίζες στις αρχές του Φράνκο έφτασε στο 17,6% προκαλώντας τρόμο και θλίψη στη χώρα.
Ποια είναι η ουσία; Η πλήρης αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εκφράσει αυτό που αναφέρει η ονομασία της, η ανισομερής κατανομή του πλούτου, η περιφρόνηση σε κάθε κοινωνικό ζήτημα προκαλούν έξαρση του λαϊκισμού τον οποίο εκφράζει κατά κύριο λόγο η ακροδεξιά.
Προβάλλοντας και μια απίστευτη πατριδοκαπηλία εμφανίζονται ως θεματοφύλακες των αξιών του (κάθε) Έθνους και με ρητορική μίσους ξεσηκώνουν το λαό ενάντια στους μετανάστες τους οποίους προβάλλουν ως αποκλειστικούς υπεύθυνους για την ανεργία, την εγκληματικότητα και την οικονομική κρίση.
Κι όσο συνεχίζεται αυτό τόσο η Ε.Ε θα χάνει ακόμα και την ελάχιστη συνοχή που της έχει απομείνει. Και λόγω του ότι η Γαλλία αποτελούσε πάντα προπύργιο κοινωνικής πολιτικής, αυτή τη στιγμή τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά.