Οι ελληνικές ταινίες συντροφεύουν πολλά χρόνια τα μεσημέρια ή τα βράδια μας και δεν τις βαριέσαι όσες φορές κι αν τις δεις.
Ο καθένας έχει τις προτιμήσεις του σε ό,τι αφορά στις ελληνικές ταινίες. Και δεν πρόκειται να τις διαχωρίσουμε σε κωμωδία- δράμα ή ιστορικές, αλλά σκεφτήκαμε να πάρουμε ένα χρονικό όριο 60 ετών (πριν το 1962 δηλαδή) για να βρούμε το TOP-5.
Για να ακριβολογούμε: Να δώσουμε το δικό μας TOP-5 σε ελληνικές ταινίες, παραθέτοντας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όπως για παράδειγμα το σενάριο, τους ηθοποιούς αλλά και τα μηνύματα που πέρασαν.
Φυσικά είναι προσωπικές εκτιμήσεις αυτές, αλλά διαβάστε παρακάτω και θα καταλάβετε το συλλογισμό μας.
5.Ένας ήρως με παντούφλες (1958)
Η αποθέωση του τεράστιου Βασίλη Λογοθετίδη στο ρόλο του στρατηγού Λάμπρου Δεκαβάλα, ενός ήρωα των μαχών που ζει φτωχικά με την οικογένειά του καθώς λέει ότι «η πατρίδα δε χρωστά τίποτα σε κανέναν και το να την υπηρετείς είναι καθήκον».
Κάποια στιγμή τον ανακαλύπτουν ένας ευκατάστατος ξάδερφος (Λαυρέντης Διανέλλος) και ένας σύμβουλος υπουργού και τον ενημερώνουν ότι θα στηθεί το άγαλμά του απέναντι από το σπίτι του σε μια πλατεία που θα πάρει το όνομά του. Ο στρατηγός συγκινείται. Δε ξέρει ότι σε αυτό το άγαλμα έχει στηθεί ολόκληρη κομπίνα για να «φάνε» λεφτά ο ξάδερφος και ο σύμβουλος.
Το μαθαίνει από τον γλύπτη που άλλα υπέγραψε και άλλα χρήματα πήρε. Γίνεται έξαλλος και τα πράγματα δυσκολεύουν όταν η κόρη του (Ίλια Λιβυκού) παθαίνει σοκ μετά την προδοσία του αρραβωνιαστικού της (Βύρων Πάλλης) που την εγκαταλείπει για την πλούσια ξαδέρφη της.
Ο στρατηγός πετάει έξω από τα σπίτι τον ξάδερφο και τον πρώην αρραβωνιαστικό της κόρης του και η ταινία ολοκληρώνεται με μια συγκινητική στιγμή: Κόβεται το ρεύμα στο σπίτι (ό,τι χρήματα είχε τα έδωσε για φάρμακα της κόρης του) την ίδια στιγμή που ανάβουν δεκάδες φώτα στο άγαλμα του στρατηγού στην πλατεία, απέναντι από το σπίτι του. Ο στρατηγός ζητά από το άγαλμα έναν προβολέα, έστω, κουνώντας το κεφάλι του.
4.Ο Φανούρης και το σόι του (1957)
Φέρτε στο μυαλό σας την παλιά Αθήνα. Ηθογραφική κωμική ταινία όπου ο Μίμης Φωτόπουλος δίνει ρεσιτάλ ως «Φανούρης» που παλεύει με τη φτώχεια του να αποκαταστήσει την αδερφή του (Γκέλυ Μαυροπούλου) μέσω γάμου με έναν πλούσιο αλλά τσιγκούνη, άσχημο και γρουσούζη έμπορο.
https://youtu.be/Crlqv09–9E?t=2
Ο οποίος θέλει προίκα 300 λίρες. Τα αδέρφια (Φωτόπουλος- Γαρμπή- Φόνσου) κάνουν ό,τι μπορούν πουλώντας ένα οικόπεδο και θεωρώντας σίγουρο ότι ο αδερφός τους στις ΗΠΑ (Κώστας Δούκας) θα δώσει το δικό του μερίδιο.
Η αλήθεια είναι διαφορετική. Ο «αμερικάνος» έχει παντρευτεί μια φαντασμένη που θέλει τα χρήματα για να φτιάξει σπίτια στα σκυλιά της και την ακούει πιστά σε ό,τι του λέει αφού εκείνη έχει τον έλεγχο. Ακολουθούν μια σειρά από επεισόδια με τον έμπορο να πιέζει, τον Φανούρη να είναι σε απόγνωση μέχρι που δίνει τη λύση ο ναυτικός (Θόδωρος Δημητρίεφ) γιός του συνεργάτη του (Λαυρέντης Διανέλλος) που εξομολογείται ότι αγαπάει την αδερφή του Φανούρη και δε θέλει προίκα.
Και η ίδια αναφέρει ότι δε θέλει να παντρευτεί τον γρουσούζη και είχε πει το «ναι» μόνο και μόνο για να μην είναι βάρος στον αδερφό της
Ο Φανούρης πετάει έξω από το σπίτι τον έμπορο αλλά και τον αδερφό του και η ταινία κλείνει με (σχεδόν) όλη την οικογένεια να τρώει τον μουσακά και να γιορτάζει τους αρραβώνες. Εξαιρετική ταινία που μαρτυρά τα ήθη και τα έθιμα πριν από 65 χρόνια!
3.Οι Γερμανοί ξανάρχονται (1948)
«Σατιρικόν εφιάλτη» ονομάζεται στους τίτλους αρχής. Φοβερή ταινία με πολλά μηνύματα για την μεταπολεμική ομάδα που μαστίζεται από την εμφύλια διαμάχη. Από τις ελληνικές ταινίες που περνούν τα περισσότερα μηνύματα.
Ο τεράστιος Βασίλης Λογοθετίδης με την οικογένειά του ζουν σε μια αυλή μαζί με άλλες οικογένειες (συνηθισμένο για την εποχή). Εκεί τσακώνεται ένας αριστερός με ένα δεξιό, στην κόρη του δεν αρέσουν τα ψάρια, σε μια γειτόνισσα προκαλεί αποστροφή το ότι τα παϊδάκια είναι σκληρά, στον σκύλο δεν αρέσει το ψωμί.
Ο πρωταγωνιστής αντιδρά και λέει: «Είμαστε ασεβείς» αναφερόμενος στο ότι δεν εκτιμούν την ελευθερία μετά τα δύσκολα χρόνια με την ναζιστική κατοχή όπου υπήρχε πείνα.
Τον παίρνει ο ύπνος στην πολυθρόνα αλλά ξυπνά από το θόρυβο αεροπλάνων που μαρτυρούν επιστροφή των ναζί. Μέσα από μια σειρά κωμικοτραγικών γεγονότων, όπου αναγκάζονται να σφάξουν το καναρίνι για να φάνε (εκπληκτική ατάκα προς την κόρη του: «Δεν σου άρεσαν τα σαφρίδια; Φάε τώρα τον Τζιτζιφρίγκο κι αύριο τρως και το κλουβί») ενώ συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς, στη συνέχεια δραπετεύουν και βρίσκουν καταφύγιο σε ψυχιατρείο, αποδεικνύεται η αλήθεια.
Ο Λογοθετίδης είχε κοιμηθεί στην πολυθρόνα και τα είχε δει όλα αυτά στον ύπνο του. Ξυπνά και απελευθερώνει το καναρίνι.
MUST της ταινίας: Το μανιφέστο του Μίμη Φωτόπουλου στο ψυχιατρείο και ο μονόλογος «Άνθρωποι- άνθρωποι, αιμοχαρείς, αιμοδιψείς και αιμοβόροι, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός, προς τι η αλληλοεξόντωση» από τον τεράστιο Χρήστο Τσαγανέα.
Παίζουν κι άλλοι σπουδαίοι ηθοποιοί (Βαγγέλης Πρωτόπαππας, Λαυρέντης Διανέλλος, Γεωργία Βασιλειάδου).
2.Η κάλπικη λίρα (1955)
Εκπληκτική ηθογραφική ελληνική ταινία, σπονδυλωτή από την οποία περνούν ιερά τέρατα του ελληνικού κινηματογράφου. Η «Ιστορία μιας κάλπικης λίρας» (όπως είναι η πλήρης ονομασία) αρχίζει με τον τεράστιο (κατ’ εμέ κορυφαίο Έλληνα ηθοποιό όλων των εποχών) Βασίλη Λογοθετίδη, έναν τίμιο βιοπαλαιστή και άριστο τεχνίτη, να μπαίνει στη διαδικασία να παρανομήσει για τα μάτια μιας γυναίκας (Ίλια Λιβυκού).
https://youtu.be/LJJPzhJ5BRQ?t=1
Αυτός φτιάχνει την κάλπικη λίρα την οποία δε μπορεί να εξαργυρώσει αφού τον παίρνουν χαμπάρι αλλά στο τέλος ο «Ανάργυρος Λουμπαρδόπουλος» (όπως ονομάζεται ο Λογοθετίδης στο έργο) λυτρώνεται όταν του ανατίθεται να φιλοτεχνήσει το τέμπλο μιας εκκλησίας.
Απ’ εκεί και πέρα η κάλπικη λίρα βρίσκεται στα χέρια ενός δήθεν τυφλού ζητιάνου (Μίμης Φωτόπουλος) που προσπαθεί να εξαγοράσει την ιερόδουλη Σπεράντζα Βρανά. Όμως φεύγει από την τρύπια τσέπη του και βρίσκεται αίφνης στα χέρια ενός μικρού κοριτσιού, που πουλάει λουλούδια στο δρόμο και μόλις έχει χάσει τον πατέρα της (Λαυρέντης Διανέλλος).
Η μικρή με το δράμα της πετυχαίνει να «λυγίσει» τον σπαγκοραμμένο και σκληρό σπιτονοικοκύρη (Ορέστης Μακρής) που δέχεται να εξαργυρώσει την (κάλπικη) λίρα αν και καταλαβαίνει ότι δεν είναι αυθεντική.
Με αντάλλαγμα ένα φιλί.
https://youtu.be/KugcpS8iEL4?t=123
Η λίρα καταλήγει σε ένα ζευγάρι (Δημήτρης Χορν- Έλλη Λαμπέτη) το οποίο τη θεωρεί τυχερή και ποντάρει το μέλλον της αφού την τοποθετεί σε ένα κουμπαρά. Η κοπέλα δεν αντέχει τη φτώχεια κι επιστρέφει στον πλούσιο πατέρα της κι αναγκάζεται σε ένα συμβατικό γάμο. Ο νεαρός ποτέ δεν ξεπέρασε τον έρωτά του, καταξιώνεται ως ζωγράφος αλλά όταν πάει να εξαργυρώσει τη λίρα διαπιστώνει ότι είναι κάλπικη.
Μετά από χρόνια, συναντά την κοπέλα και της λέει ότι «η λίρα ήταν κάλπικη, όχι όμως ο έρωτάς τους»!
Η ταινία κλείνει με τον αφηγητή (Δημήτρης Μυράτ) να λέει: «Αν και κάλπικη δεν είναι η λίρα σε αυτή την ιστορία… κάλπικο είναι, γενικά, το χρήμα…»
Περνώντας έτσι το μήνυμα.
Από τα ονόματα αντιλαμβάνεστε ότι παρέλασαν σπουδαίοι ηθοποιοί σε μια σπουδαία ταινία.
1.Συνοικία το Όνειρο (1961)
Το δικό μου νούμερο 1 σε ελληνικές ταινίες και όχι μόνο επειδή αφορά στη γειτονιά που μεγάλωσα. Πρόκειται για ένα αριστούργημα. Σκηνοθετική δουλειά του Αλέκου Αλεξανδράκη σε σενάριο Τάσου Λειβαδίτη και Κώστα Κοτζιά (με υπέροχη μουσική από τον Μίκη Θεοδωράκη) που λογοκρίθηκε από την κυβέρνηση της εποχής καθώς «χαλούσε» τη μόστρα μιας χώρας που (και καλά) προόδευε.
Έλα όμως που όλα ήταν αληθινά! Οι δημιουργοί της ταινίας, ο σκηνοθέτης Αλέκος Αλεξανδράκης και η ηθοποιός Αλίκη Γεωργούλη, επηρεασμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις της περιόδου του 1960, ήθελαν να προβάλουν την ελληνική πραγματικότητα του ανένταχτου και περιθωριοποιημένου επαρχιώτη Έλληνα, που μετά τον Εμφύλιο και την οικονομική καταστροφή επιβιώνει με δυσχέρειες, και ελπίζει στα όνειρα και στο «γύρισμα της τύχης» για ένα καλύτερο μέλλον.
Πολλοί από τους ηθοποιούς είχαν βιώσει προσωπικά αυτή την πραγματικότητα, κάτι που ενίσχυσε τις ερμηνείες τους.
Εκπληκτικές ερμηνείες σε μια ταινία όπου θέλουν να ξεφύγουν από τη φτώχεια οι κάτοικοι του Ασύρματου, είτε με παράνομα μέσα, είτε με μια καλή γνωριμία, είτε πουλώντας ένα βραχιόλι προγόνου. Να φύγουν από τα «μικρά ανήλιαγα στενά» και να ανέβουν ψηλά.
MUST της ταινίας. Η σκληρή ατάκα «να πάει να ζητιανέψει» της Σαπφούς Νοταρά προς τον τυφλό πατέρα του γαμπρού της (Μάνος Κατράκης) αλλά και ο χορός του Αλεξανδράκη στο τραγούδι του Γρηγόρη Μπιθικώτση «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» σε μια παλαιά φημισμένη ταβέρνα (του Δεδιώτη) όταν ακόμα τα Πετράλωνα δεν είχαν γίνει μόδα!
Στο τέλος, αφού όλοι την πατάνε κι ένας αυτοκτονεί από τύψεις, ο Αλεξανδράκης και η Γεωργούλη, πιασμένοι από το χέρι, ανεβαίνουν στο λόφο του Φιλοπάππου και βοηθούν ένα παιδάκι να πετάξει το χαρταετό του.
Μια πολύ αισιόδοξη σκηνή.
Κατά την ταπεινή μας άποψη είναι ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ
Σκληρή ταινία, βαριά, αλλά αριστούργημα.