Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι ο Γιώργος Μπαρτζώκας είναι ένας πολύ έμπειρος προπονητής, σε υψηλό επίπεδο και με άμεσα αντανακλαστικά.
Και βέβαια ο Μπαρτζώκας βρέθηκε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα, για το αν έπρεπε να κάνει ή όχι φάουλ στον Βασίλιε Μίσιτς στην τελευταία φάση. Εμείς ξεκαθαρίσαμε τη θέση μας από την πρώτη στιγμή και τονίσαμε ότι ο κόουτς του Ολυμπιακού πήρε την απόφαση που φαινόταν η πιο λογική.
Σε παλαιότερο άρθρο μας που αφορούσε στον Παναθηναϊκό είχαμε βρει τις περιπτώσεις: To foul or not to foul. Και που είχαμε καταλήξει;
Η απάντηση είναι ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει κανόνας. Ο κάθε προπονητής, όπως και ο Μπαρτζώκας στο Βελιγράδι καλείται να αποφασίσει μέσα σε ελάχιστο χρόνο κι αφού έχει εκτιμήσει τη ροή και τη ψυχολογία της αναμέτρησης.
Ο Μίσιτς είχε αστοχήσει σε δύο βολές πριν. Και; Είναι βέβαιο ότι θα αστοχούσε και πάλι; Καθόλου, είναι η απάντηση.
Ο Ολυμπιακός είχε καταφέρει να επιστρέψει στον αγώνα από το -11 χάρη στην άμυνά του και είναι απόλυτα λογικό να ποντάρει σε αυτή προκειμένου να εξασφαλίσει την παράταση και άλλα πέντε λεπτά.
Σε ένα σημείο όπου η άμυνα του Ολυμπιακού έδειχνε να αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα της αναμέτρησης.
Την ίδια στιγμή ο Ολυμπιακός είχε 3/12 σουτ στην επίθεση (μεταξύ των οποίων 0/5 τρίποντα) και δεν είχε καταφέρει να απειλήσει μέσα από το «ζωγραφιστό» με εξαίρεση την τελευταία ασίστ του Σλούκα στον Μάρτιν για την ισοφάριση.
Και είναι βέβαιο ότι δεν ήταν η επίθεση το βασικό του όπλο σ’ εκείνο το χρονικό σημείο.
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Ότι οι απόψεις διίστανται κι αυτό θα συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά ουσιαστικός κανόνας δεν υπάρχει. Ο προπονητής θα αποφασίσει αναλόγως με τη ροή και τη ψυχολογία της αναμέτρησης στο δεδομένο χρονικό σημείο.
Εμείς, με κάθε σεβασμό στην αντίθετη άποψη, επιμένουμε ότι ο Μπαρτζώκας έκανε το σωστό.