Όπως γράψαμε και στην περιγραφή του αγώνα, ο Παναθηναϊκός «έσπασε τα καλάθια» απέναντι στην Ρεάλ και ηττήθηκε στο ΟΑΚΑ.
Παρότι ο Παναθηναϊκός έπιασε εξαιρετική απόδοση στην άμυνα, κάτι που σίγουρα θα αποτελέσει την αρχή του, επιθετικά «προδόθηκε» και από την ανετοιμότητα των πολλών νέων παικτών αλλά και από άλλους παράγοντες. Γενικά στην επίθεση είναι «θέμα» για τους «πράσινους» το πώς θα μπορέσουν να συνδυάσουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στοιχεία των παικτών τους ενώ έλειπε και ο Νέιτ Γουόλτερς ο παίκτης δηλαδή που θα μπορούσε να κάνει περισσότερα στο δημιουργικό κομμάτι.
Εκείνο όμως που φάνηκε ξεκάθαρα ήταν η «απόλυτη ανισορροπία» της ελληνικής ομάδας σε ό,τι αφορά στις δύο πλευρές του γηπέδου.
Ο Παναθηναϊκός είχε συνολικά 24/68 σουτ και 11/21 βολές. Στο δεύτερο ημίχρονο, ειδικά, είχε 12/35 σουτ και 3/6 βολές (η Ρεάλ δεν εκτέλεσε καμία). Η διαφορά στα ριμπάουντ είναι μεγάλη (49-34 για τους Μαδριλένους) αλλά η ουσία κρύβεται στο ότι οι Ισπανοί έλεγξαν τη ρακέτα τους στα πολλά άστοχα σουτ του Παναθηναϊκού.
Προσέξτε, ο Παναθηναϊκός είχε 44 άστοχα σουτ και 10 χαμένες βολές και η Ρεάλ μάζεψε 38 αμυντικά ριμπάουντ ενώ οι «πράσινοι» είχαν 11 επιθετικά. Η Ρεάλ είχε 33 άστοχα σουτ και τρεις χαμένες βολές, είχε επίσης τα ίδια επιθετικά ριμπάουντ με τον Παναθηναϊκό ενώ οι «πράσινοι» μάζεψαν 23 αμυντικά. Η αναλογία είναι δεδομένη.
Παρόλ’ αυτά μέσα από την άμυνά του ο Παναθηναϊκός έμεινε κοντά και είχε την ευκαιρία ακόμα και να νικήσει. Η λέξη «ευκαιρία» δεν είναι για τους τύπους: Οι έξι απουσίες της Ρεάλ έδιναν στους «πράσινους» το δικαίωμα για μια καλή νίκη στην πρεμιέρα. Και πάλι δεν ήταν κάτι τόσο απλό βέβαια αφού ομάδες όπως η «Βασίλισσα» έχουν την προσωπικότητα να βρουν τις λύσεις στο τέλος και να φύγουν με τη νίκη.
Ο Γιουλ έβαλε το μεγάλο σουτ, ο Ταβάρες (μακράν ο κορυφαίος σέντερ στην Euroleague) κυριάρχησε στις ρακέτες, ο Μούσα έδειξε ότι ήταν ο MVP πέρυσι στο καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης με τη φανέλα της Μπρεογάν και η Ρεάλ έφυγε με τη νίκη από το ΟΑΚΑ. Νωρίτερα είχε εκμεταλλευτεί απόλυτα το παιχνίδι με «πλάτη» του Ντεκ κι έκανε όλα τα απλά πράγματα για να πάρει το αποτέλεσμα.
Τα 7/21 τρίποντα της Ρεάλ (δηλαδή 33% περίπου) δεν είναι κάτι το εντυπωσιακό αλλά τα 5/11 (είχαν 2/10 στο πρώτο μέρος) της επανάληψης δείχνει ότι οι φιλοξενούμενοι έβαλαν τα σουτ που έπρεπε σε ένα παιχνίδι που κρίθηκε κοντά στους 70 πόντους.
Κάτι που δεν είχε ο Παναθηναϊκός.
Όπως προαναφέραμε το «να μη δεχτώ πόντους» δεν είναι καθόλου κακό αρκεί να μην είναι απομονωμένο με το «να βάλω πόντους»! Ο Παναθηναϊκός περιόρισε την Ρεάλ στους 71 κάτι που σίγουρα θα ήταν στόχος πριν αρχίσει ο αγώνας, δηλαδή να σταματήσει την παραγωγή της.
Την υποχρέωσε σε 19 λάθη (έξι περισσότερα από ασίστ) από τα οποία πήρε 17 πόντους δηλαδή το 25% της παραγωγής του. Καθόλου κακό! Πήγε στο χαμηλό tempo με τα λίγα λάθη (μόλις 8, επίσης άριστο ποσοστό), πήρε 15 πόντους στο ανοιχτό γήπεδο (επίσης κοντά στο 1/4 της επίθεσής του) αλλά στο set δεν υπήρχαν λύσεις.
Το 33% συνολικά στα σουτ είναι τραγικό ποσοστό για εντός έδρας αγώνα ειδικά όπως και το 52,4% με τις 10 χαμένες βολές. Ο Γουίλιαμς και ο Λι ήταν οι μόνοι παίκτες με διψήφιο αριθμό πόντων (συνολικά 27 και 8/18 σουτ) αλλά ο φόργουορντ του «τριφυλλιού» είχε αδυναμία στις βολές.
Τα 1/9 τρίποντα του Γκριγκόνις δεν είναι φυσιολογικό ποσοστό για τον Λιθουανό αλλά για να σας πω την «αμαρτία» μου είναι το μόνο για το οποίο έχω τις λιγότερες ανησυχίες. Κι ας έχει σε δύο αγώνες στη σειρά 1/8 δίποντα και 1/15 τρίποντα, συνολικά 2/23 σουτ. Δεν είναι φυσιολογικά ποσοστά αυτά για τον Γκριγκόνις και σύντομα θα αλλάξει το σκηνικό.
Ο Πονίτκα επίσης φανερά δεν έχει μπει ακόμα στο πνεύμα (και φυσιολογικό είναι αυτό), οι Καλαϊτζάκηδες προσπαθούν στην άμυνα αλλά επιθετικά δεν απειλούν, ενώ ο Άντριους δείχνει πόσο φιλότιμος είναι με σπουδαία δουλειά στην πίεση, με ενέργεια και διάθεση αλλά και πολύ «μπερδεμένος» στην επίθεση αφού διαρκώς ψάχνει να βρει το σουτ.
Το τελευταίο δεν είναι παράξενο αφού είναι παίκτης που λειτουργούσε πάντα με τη μπάλα στα χέρια και με «όπλο» το ένστικτο και το επιθετικό του ταλέντο.
Ο Παπαγιάννης ακόμα είναι ανέτοιμος, ο Γκουντάιτις έχει οντότητα μέσα στη ρακέτα αλλά και τις γνωστές αδυναμίες στην άμυνα απέναντι στο P&R του αντιπάλου ενώ ο Μποχωρίδης μπήκε με διάθεση, με ενέργεια, ήταν πρώτος ριμπάουντερ (!) του Παναθηναϊκού μαζί με τον Πονίτκα κι έδειξε ότι μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του. Βεβαίως και η απουσία του Γουόλτερς είναι σημαντική ενώ οι Χουγκάζ– Μαντζούκας ήταν και πάλι «θεατές».
Βεβαίως ο Παναθηναϊκός χρειάζεται υπομονή κι αυτό δεν το λέμε για να το πούμε. Είναι η αλήθεια αλλά θα πρέπει δίπλα να προστεθεί και η λέξη «αυτογνωσία». Υπάρχουν δεδομένες αδυναμίες τόσο στο «4» όπου θα πρέπει να βρεθεί παίκτης ικανός στο σουτ για να «ανοίγει» η άμυνα ενώ σε πρώτη φάση δε διακρίνεται η «προσωπικότητα» που θα πάρει επάνω του το παιχνίδι στο τέλος.
Θα περιμένουμε, όμως, να δούμε όσο θα περνά ο καιρός τι θα παρουσιάζει ο Παναθηναϊκός που θα δει που μπορεί να φτάσει όχι μόνο μέσα από την προπόνηση και τη βελτίωση αλλά και από αγώνες κόντρα σε ομάδες που θα βρίσκονται στις παρυφές της οχτάδας ή πιο κάτω.