Το πρώτο δεδομένο είναι ότι από τον Φεβρουάριο του 2014 και μετά, ο Παναθηναϊκός έχει δημιουργήσει μια περίεργη κατάσταση σε ό,τι αφορά στον πάγκο του.
Για την ακρίβεια, ο Παναθηναϊκός έχει γίνει συνώνυμο της αστάθειας. Δεν είναι η μόνη ομάδα στην Euroleague που το κάνει αυτό (και η Μακάμπι ή ακόμα και η Ζαλγκίρις με εξαίρεση την εποχή Γιασικεβίτσιους βρίσκονται στα ίδια) αλλά σίγουρα δεν είναι η ομάδα που μας είχε συνηθίσει σε αλλαγές.
Από το 1987 που ανέλαβε εξ ολοκλήρου το τμήμα ο Παύλος Γιαννακόπουλος μέχρι το καλοκαίρι του 2012 μόνο τρεις προπονητές είχαν αντικατασταθεί στη διάρκεια της σεζόν: Παβλίσεβιτς (μετά από ισχυρή στήριξη) με Πολίτη και στη συνέχεια Πολίτης με Κιουμουρτζόγλου και Μάλκοβιτς με Κυρίτση.
Από τον Φεβρουάριο του 2014 και μετά, ο Παναθηναϊκός αλλάζει προπονητές ή ακόμα και ανακυκλώνει πρόσωπα.
Αυτή η ιστορία με τον Πεδουλάκη που πάει κι έρχεται είναι αντιπροσωπευτική και σίγουρα επιβεβαιώνει ότι υπάρχει ένα θέμα στην ΚΑΕ με το κριτήριο επιλογής.
Ο πρόλογος αυτός δεν αποτελεί μόνο ιστορική αναδρομή ή περιγραφή μιας κατάστασης αλλά επί της ουσίας έχει να κάνει και με τη θέση μου ότι δεν είναι δυνατό να αλλάζεις προπονητή κάθε λίγο και λιγάκι. Από τον πάγκο του Παναθηναϊκού έχουν περάσει (από τη στιγμή που έφυγε ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς και μετά) και χωρίς ν’ αναφερόμαστε στους υπηρεσιακούς (πχ Μανωλόπουλος ή Χαραλαμπίδης) αλλά σε όσους κοουτσάρισαν και στην Euroleague, οι: Πεδουλάκης (τρεις φορές σαν προπονητής και μια σαν τεχνικός διευθυντής)– Αλβέρτης- Ιβάνοβιτς- Τζόρτζεβιτς- Πασκουάλ- Πιτίνο (δύο φορές)-Βόβορας (δύο φορές)– Κάτας- Πρίφτης και τώρα ετοιμάζεται να «παραδώσει» ο Ράντονιτς.
Μπορεί όλοι οι παραπάνω να είναι κακοί; Σίγουρα όχι, διότι αν ισχύει κάτι τέτοιο τότε σίγουρα εκείνος ή εκείνοι που τους επέλεξαν έχουν πολύ κακό κριτήριο επιλογής. Όταν σε δέκα χρόνια κάνεις λάθος σε τόσες πολλές περιπτώσεις τότε το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι προπονητές αλλά κι εκείνος που τους επιλέγει.
Για να είμαι ειλικρινής, όμως, η περίπτωση του Ντέγιαν Ράντονιτς είναι η μοναδική στην οποία από πλευράς της ΚΑΕ έχει καθυστερήσει πάρα πολύ η διαδικασία λύσης της συνεργασίας.
Ο Μαυροβούνιος είναι εκτός τόπου και χρόνου, δίνει την εικόνα ενός προπονητή που απλώς παρίσταται και δε μπορεί να αλλάξει το παραμικρό. Και κυρίως ενός προπονητή που ούτε οι παίκτες πιστεύουν αλλά ούτε και ο κόσμος.
Όπως έγινε γνωστό στην πρόσφατη συνάντησή του με τον ιδιοκτήτη του είπε ότι «αυτή η ομάδα δεν είναι δική του» ρίχνοντας ουσιαστικά το «ανάθεμα» στον Αργύρη Πεδουλάκη. Συγγνώμη, αλλά του έχω νέα: Αν ΟΝΤΩΣ δεν επέλεξε αυτός τους παίκτες, τότε είτε έπρεπε να απευθυνθεί από ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΣΤΙΓΜΗ στον ιδιοκτήτη και να θέσει ζήτημα επικοινωνίας και συνεργασίας είτε (το πιο τίμιο) ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ αφού δε θα μπορούσε να δουλέψει σύμφωνα με τις δικές του αρχές.
Προτίμησε να «καθίσει» στο συμβόλαιο, να είναι στη «βιτρίνα» της Euroleague και τελικά- επειδή προφανώς τον πήραν όλοι χαμπάρι- να μην έχει την παραμικρή υπόσταση στην ομάδα.
Δεν έχει απολύτως καμία παρέμβαση στην ομάδα. Οι επιλογές σε ξένους παίκτες είναι μη συμβατές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι κακοί ατομικά. Προώθηση νέων παικτών δεν υπάρχει, σε μια χρονιά που ο Παναθηναϊκός ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΥΤΟ θα έπρεπε να επιζητά.
Οι Καλαϊτζάκηδες έχουν εξαφανιστεί, ο Παπαγιάννης κάνει τη χειρότερη σεζόν των τελευταίων ετών ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ αφού δεν τον βοηθά ο τρόπος που παίζει (λέμε τώρα…) η ομάδα, ο Μαντζούκας μας «ξεγελά» με κάποιες συμμετοχής στην Basket League, o Χουγκάζ αν και δεν υπάρχει δεύτερο τεσσάρι δεν παίζει ούτε στην προπόνηση (παίκτης για τον οποίο ο Παναθηναϊκός πλήρωσε 150 χιλιάδες buy out), ο Αβδάλας πέρυσι πήρε περισσότερο χρόνο, ο Σαμοντούροφ αντί να «ψηθεί» στο ελληνικό πρωτάθλημα πάει στα… Rising Stars!
Ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα η οποία αν κι έχουμε φτάσει στο δεύτερο 15ήμερο του Ιανουαρίου, ακόμα δεν παίζει μπάσκετ κανονικό. Δε μπορεί να βγάλει αυτοματισμούς, οι επιθέσεις της προκοπής είναι ελάχιστες και το «εγώ και η μπάλα μου» κυριαρχεί.
Το μπάσκετ που παίζει ο Παναθηναϊκός δε θυμίζει σε τίποτα αυτό που ξέραμε από τον Ράντονιτς στον Ερυθρό Αστέρα, με την σκληράδα, την άμυνα, τους παίκτες- καμικάζι.
Στους τελευταίους 8 αγώνες, οι «πράσινοι» μετρούν 7 ήττες. Στο διάστημα αυτό έχουν περίπου ίδιο αριθμό ασίστ (97) και λαθών (95). Στη σειρά αυτή των 8 αγώνων σκοράρουν κατά μέσο όρο 75,6 πόντους έχοντας 12,1 ασίστ για 11,9 λάθη.
Ακόμα και στην Μπολόνια όταν πέρασαν μπροστά, ακόμα κι αν αποδεχτούμε ότι κυκλοφόρησαν υποφερτά τη μπάλα, ήταν ξεκάθαρο ότι οι γηπεδούχοι είχαν χαλαρώσει, πιστεύοντας ότι ο Παναθηναϊκός δε μπορεί να αλλάξει την κατάσταση. Από το 55-57 με 7’06’’ για το τέλος και για τα επόμενα 5’35’’, οι αριθμοί δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος.
Η Βίρτους έκανε σερί 14-0 με 7/8 βολές, 2/3 δίποντα και 1/1 τρίποντο ενώ ακόμα είχε 2 λάθη, 5 ασίστ και 7 αμυντικά ριμπάουντ. Ο Παναθηναϊκός αντίστοιχα είχε 0/4 δίποντα, 0/3 τρίποντα, 2 κλεψίματα, 2 λάθη και 1 αμυντικό ριμπάουντ.
Πέτυχε 7 πόντους στα τελευταία 90’’ της αναμέτρησης όταν πια όλα είχαν κριθεί. Με τον Μπέικον στη χειρότερη βραδιά του (2/11 σουτ) από τότε που φόρεσε τα «πράσινα» και με την τοποθέτησή του στο «4» σε σχήμα με Πονίτκα- Γκριγκόνις- Γουόλτερς και τον Γκουντάιτις στο «5» να αποδεικνύεται λάθος σκέψη.
Είναι δεδομένο, πάντως, ότι ο Παναθηναϊκός εδώ και πολύ καιρό δεν περιμένει κάτι από την Euroleague. Κι αν η αποχώρηση του Ράντονιτς μοιάζει με φυσιολογική συνέπεια, εκείνο που θα πρέπει να προστεθεί είναι η λογική.
Πολλές φορές έχω γράψει ότι ο Παναθηναϊκός θα πρέπει να βρει ένα πλάνο, να το στηρίξει έμπρακτα και όχι με διαρροές. Μονόδρομος δείχνει ότι είναι η εμπιστοσύνη στους νέους παίκτες που διαθέτει, συνδυαστικά με «ψαγμένες» επιλογές ξένων. Όπως έχω ξαναγράψει είναι προτιμότερο να επενδύσει σε «συνδέσμους» στις ΗΠΑ που θα του βρίσκουν «λαβράκια» παρά να ξοδεύουν υπέρογκα ποσά σε αλλαγές κι αποζημιώσεις κάθε χειμώνα.
Αν όμως δε συμβεί αυτό ακόμα και η απομάκρυνση του (ομολογουμένως ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟΥ) Ράντονιτς δε θα έχει νόημα. Αφού θα ψάχνουμε να βρούμε τον επόμενο Ράντονιτς (η Πεδουλάκη, ή Πασκουάλ, ή Τζόρτζεβιτς κτλ). Στον Παναθηναϊκό θα ψάχνουν πάντα έναν ένοχο, θα κατασκευάζουν εχθρούς και θα κυνηγούν τον εαυτό τους παραμένοντας σε τέλμα.