Πάσχα επί Τουρκοκρατίας στην Αθήνα!
Τέσσερις αιώνες υποδούλωσης δε στάθηκαν ικανοί να αλλάξουν την πίστη των Ελλήνων και το ρεπορτάζ που διαβάσαμε σε εφημερίδα του 1931 είναι συγκλονιστικόΈνα εξαιρετικό ρεπορτάζ, σε ημέρες Πάσχα τον Απρίλιο του 1931 βρήκαμε στην εφημερίδα «Ελεύθερος Άνθρωπος» κι έχει ιστορική αξία.
Διότι παρουσίαζε μια έρευνα σχετικά με το πώς έκαναν Πάσχα στην Αθήνα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Και μάλιστα υπάρχει κι ένα σημείο άκρως ενδιαφέρον που περιγράφει μια χρονιά που έπεσαν μαζί το Πάσχα αλλά και η μεγαλύτερη γιορτή των Μουσουλμάνων, το Μπαϊράμι.
Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ της εφημερίδας όλες αυτές οι ιστορίες είχαν γίνει γνωστές από γενιά σε γενιά μέσω των «Γκάγκαρων» δηλαδή των «γνήσιων» Αθηναίων που κατοικούσαν στην Πλάκα ή στην περιοχή του Ψυρρή.
Αυτοί μετέδωσαν στα παιδιά και στα εγγόνια τους όλα αυτά τα ιστορικά στοιχεία και για τον τρόπο που ζούσαν τις Άγιες ημέρες κατά το διάστημα της υποδούλωσης από τους Οθωμανούς.
Να φανταστείτε ότι πριν το 1800 η Αθήνα δεν είχε πάνω από 15 χιλιάδες κατοίκους. Οι 10 χιλιάδες ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι και οι 5 χιλιάδες ήταν Τούρκοι, Άραβες και Φράγκοι.
Όπως αναφέρεται τα Μοναστήρια της Αττικής μεριμνούσαν κάθε Πάσχα ώστε να μη μείνει κανένα σπίτι χωρίς κόκκινα αυγά, αρνί και λαμπάδα για την Ανάσταση.
Το θεωρούσαν τεράστια αμαρτία να υπάρξει έστω κι ένας Χριστιανός χωρίς αυτά τα απαραίτητα εφόδια.
Και στη συνέχεια περνάμε στις προετοιμασίες κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Τη Μεγάλη Δευτέρα καθάριζαν τα σπίτια κι ετοίμαζαν τα ρούχα της Λαμπρής. Το ίδιο γινόταν και στα καταστήματα τα οποία στόλιζαν με μυρτιές και πεύκα. Τα ίδια γίνονταν και την Μεγάλη Τρίτη.
Τη Μεγάλη Τετάρτη όλες οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το ζυμάρι της χρονιάς. Η εκκλησάρισσα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι και μάζευε αλεύρι από τις νοικοκυρές. Το ζύμωνε χωρίς προζύμι και ο παππάς στη συνέχεια έβαζε επάνω στο ζυμάρι τον Σταυρό με το Τίμιο Ξύλο. Για να ανέβει το ζυμάρι.
Το απόγευμα πήγαιναν στο Ευχέλαιο και την Μεγάλη Πέμπτη, μετά τη Λειτουργία, η εκκλησάρισσα ανέβαινε στο γυναικωνίτη με το σκαφίδι που είχε το προζύμι και το μοίραζε στις ενορίτισσες. Και με αυτό ζύμωναν τις κουλούρες της Λαμπρής.
Την Μεγάλη Πέμπτη όμως, έβαφαν και τα αυγά. Και να ξέρετε ότι όσα γεννούσαν εκείνη τη μέρα οι κότες τα έβαζαν στη φωτιά, πριν τα Δώδεκα Ευαγγέλια και μετά τα χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο για τον πόνο του λαιμού. Μάλιστα πίστευαν ότι θα μπορούσαν αυτά να γίνουν και χρυσάφι άμα έκανε η Παναγία επίσκεψη στο σπίτι. Επίσης ζύμωναν και την πασχαλινή κουλούρα.
Βεβαίως η πρωτότοκη κόρη ζύμωνε διότι το θεωρούσαν καλό για την αποκατάστασή της. Κι αν είχε και ελιά στο μάγουλο, ακόμα καλύτερα! Υπήρχε και τραγούδι.
Την Μεγάλη Παρασκευή στόλιζαν τα κορίτσια τον Επιτάφιο και κανείς δεν έτρωγε ούτε ψωμί. Και δεν κάρφωναν τίποτα αφού τον Χριστό τον κάρφωσαν στον Σταυρό.
Ακολουθούσε η περιφορά του Επιταφίου ενώ το Μεγάλο Σάββατο το πρωί «έκαιγαν τον Εβραίο».
Η Ανάσταση γινόταν τα ξημερώματα της Κυριακής και όχι τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου. Και μάλιστα είχε ανάψει και μια μεγάλη φωτιά έξω από το Ναό. Κι ενώ είχε προηγηθεί το κάλεσμα της εκκλησάρισσας προς τους Πιστούς.
Την Κυριακή του Πάσχα το απόγευμα γινόταν η ακολουθία της Αγάπης αλλά και το έθιμο των «αδερφοποιτών». Ειδικά το τελευταίο έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Τα νέα παλικάρια έπρεπε να έχουν και μια κοπέλα μαζί. Μαζεύονταν στην εκκλησία και ο ιερέας τους ευλογούσε. Στη συνέχεια τους όρκιζε στο Ιερό Ευαγγέλιο και τους περίζωνε με ένα μακρύ κόκκινο ζωνάρι και τους τραβούσε κατά το Ιερό.
Ύστερα όλοι φιλιούνταν και γίνονταν αδερφοποιητοί.
Μετά την Κυριακή του Πάσχα, είχαμε επισκέψεις σε συγγενείς την επόμενη ημέρα ενώ την Τρίτη ήταν τα Ρουσάλια.
Τι ήταν τα Ρουσάλια; Έρχονταν οι νοικοκυραίοι από τα γύρω χωριά στην Αθήνα κι έπαιζαν ένα ταξίμι.
Ως «ταξίμι» ορίζεται ο μελωδικός αυτοσχεδιασμός που αποτελείται από διάφορα τμήματα και γενικά δεν συμμορφώνεται με τον χρόνο του εκάστοτε μουσικού έργου.Συνήθως, γίνεται χρήση του ταξιμιού σε μουσικές συνθέσεις της ελληνικής, της αραβικής και της τουρκικής παραδοσιακής μουσικής.
Όταν το άκουγαν τα παιδιά, κρυβόντουσαν για να μην τα «αξιώσουν»! Δηλαδή να μην τα πετάξουν τρεις φορές ψηλά στον αέρα για να γίνουν γενναίοι.
Κάποιες φορές οι ίδιοι οι γονείς που είχαν ασθενικό παιδί, το έδιναν στα Ρουσάλια για να του φέρουν γούρι.
‘Επαιζαν τα τύμπανα, άρχιζαν οι χοροί και στη συνέχεια όλοι πήγαιναν στην περιοχή που λεγόταν τότε «Τριανταδυό Κολώνες». Είμαστε στον 18ο αιώνα, μην ξεχνάτε. Η περιοχή αυτή είναι το σημερινό Θησείο (προφανώς οι 32 κολώνες είναι ο Ναός του Ηφαίστου) κι εκεί γινόταν το αποκορύφωμα στο γλέντι.
Το χτένισμα των κοριτσιών κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις ήταν εντυπωσιακό και ιδιαίτερο. Και κάπως έτσι μαθαίνουμε τι ήταν το «σαρανταπλέξουδο» και τα «περτσέμια». Με αντίστοιχο τραγούδι.
Το «σαρανταπλέξουδο» ήταν όταν επάνω στα χτενισμένα σε σχήμα πύρου μαλλιά, έβαζαν τα φεσάκια τους και τα φολιδωτά καλύμματα της κεφαλής. Τα «περτσέμια» ήταν οι τα κοτσιδάκια που κρέμονταν από τις δύο πλευρές του κεφαλιού τους.
Στο τέλος περιγράφεται ένα ιστορικό γεγονός. Κάποτε συνέπεσαν το Πάσχα και το Μπαϊράμι. Οι Χριστιανοί αφέθηκαν να γιορτάσουν στην πόλη ενώ οι μουσουλμάνοι πήγαν στο «Κάστρο», όπως ονόμαζαν την Ακρόπολη!
Όμως το μεσημέρι απεσταλμένος των Οθωμανών ζήτησε να κατέβουν κι αυτοί στην πόλη για να γιορτάσουν μαζί. Αφού πρώτα προειδοποίησαν τους δικούς τους ότι κανείς δεν θα τολμούσε να πειράξει Χριστιανό. Και πέρασαν μαζί μια υπέροχη μέρα.
Δείτε όλο το ιστορικό ρεπορτάζ και τα αποκόμματα από την εφημερίδα στο nikosgrafei.blogspot.com