Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει την μουσική επιμέλεια στην (κατά πολλούς) κορυφαία ταινία του ελληνικού κινηματογράφου. Την «Συνοικία το Όνειρο».
Και ο αξέχαστος Μίκης δεν ήταν ο μόνος «μεγάλος» σε αυτό το έργο. Ο Αλέκος Αλεξανδράκης είχε την σκηνοθεσία και τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Μαζί με την τότε σύζυγό του, την Αλίκη Γεωργούλη. Ο Μάνος Κατράκης είχε επίσης πρώτο ρόλο… Και μαζί του η Σαπφώ Νοταρά (σε μια ΜΟΝΑΔΙΚΗ ερμηνεία), η Ηλέκτρα Καλαμίδου (ξεχάστε την «Ρωρώ» από την ταινία «μια Ιταλίδα από την Κυψέλη), η Αλέκα Παϊζη (η γυναίκα που ήθελε να φύγει από τα μικρά κι ανήλιαγα στενά) και άλλοι…
Και φυσικά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, με την ανατριχιαστική φωνή του… Να τραγουδάει στην (φημισμένη επί σειρά ετών στα Πετράλωνα του Δεδιώτη) ταβέρνα το «βρέχει στη φτωχογειτονιά». Και ο Αλεξανδράκης να χορεύει, ο κόσμος να παρακολουθεί.
Δείτε τι εννοούμε
Μια ταινία αριστούργημα, που περιγράφει την φτωχογειτονιά της Αθήνας, τον Ασύρματο στα Πετράλωνα. Με τις παράγκες στους πρόποδες του Φιλοπάππου τη μία επάνω στην άλλη. Με τις συνθήκες διαβίωσης και υγιεινής να αγνοούνται. Με τη φτώχεια να κυριαρχεί… Αλλά και με την ελπίδα ότι θα καταφέρουν να ξεφύγουν.
Ένας άρτι αποφυλακισμένος νέος, ο Ρίκος (Αλέκος Αλεξανδράκης), προσπαθεί να βγάλει χρήματα με κόλπα διάφορα.
Την ίδια στιγμή η αγαπημένη του, η Στέφη (Αλίκη Γεωργούλη), βγαίνει ραντεβού με ένα πλουσιόπαιδο με την ελπίδα ότι θα ξεφύγει από την ανέχεια. «Βαρέθηκα τη βρωμιά σας» λέει κάποια στιγμή ενώ την κουτσομπολεύουν οι ηλικιωμένες της γειτονιάς.
Ο πατέρας της, ο «Νεκροφόρας» (Μάνος Κατράκης), προσπαθεί να συνεισφέρει στα οικονομικά της οικογένειας. Η μητέρα της (Ηλέκτρα Καλαμίδου) ξενοπλένει στη σκάφη. Μαζί της είναι και η γιαγιά της (από τη μητέρα της, Σαπφώ Νοταρά) που βοηθά στις πλύσεις. Ο τυφλός πατέρας του «Νεκροφόρα» δε μπορεί να δουλέψει. Η Νοταρά τον λέει διαρκώς «αχαϊρευτο και ανίκανο για δουλειά» και όταν ο Κατράκης επισημαίνει ότι «είναι τυφλός» εκείνη απαντά (σε μια συγκλονιστική στιγμή): «Να πάει να ζητιανέψει»!
Μπορείτε εδώ να ακούσετε όλη τη μουσική ένδυση της υπέροχης ταινίας. Υπογραφή: Μίκης Θεοδωράκης
Ο Ρίκος θα σκαρφιστεί μια δουλειά, αλλά θα ξοδέψει τα συγκεντρωμένα χρήματα πριν καταφέρει να τη βάλει σε εφαρμογή. Ως αποτέλεσμα ένας από τους «συνεταίρους» του (Αλέκος Πέτσος) ο οποίος είχε πάρει το βραχιόλι της γυναίκας του για ενέχυρο, θα αυτοκτονήσει, αφήνοντας στη μοίρα της τη σύζυγό του, την Ελένη (Αλέκα Παΐζη). Το βραχιόλι το προόριζαν για να πάρουν ένα σπίτι ψηλά, φεύγοντας από τα μικρά και ανήλιαγα στενά…
Μαυροντυμένες οι γυναίκες μεταφέρουν το δραματικό νέο στην Ελένη που αποκαλύπτει ότι περιμένει παιδί…
Ο Ρίκος και η αγαπημένοι του, που κατάλαβε ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος με τον οποίο έβγαινε δεν την είχε για σοβαρά, ηττημένοι και απογοητευμένοι εξαιτίας των προσδοκιών που δεν ευοδώθηκαν ποτέ, θα αναγκαστούν να συμβιβαστούν με την ωμή πραγματικότητα.
Και στην κορυφή του Φιλοπάππου τρέχουν ανάμεσα στους χαρταετούς… Που φανερώνουν την ελπίδα.
Φυσικά τη μουσική έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης και τραγούδησε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» σε στίχους του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη, έγινε «ύμνος» της φτωχολογιάς και αποτελεί μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού.
Βεβαίως η ταινία αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα.
Οι δημιουργοί της, Αλεξανδράκης και Γεωργούλη, επηρεασμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις της περιόδου του 1960, ήθελαν να προβάλουν την ελληνική πραγματικότητα του ανένταχτου και περιθωριοποιημένου επαρχιώτη Έλληνα. Που μετά τον Eμφύλιο και την οικονομική καταστροφή επιβιώνει με δυσχέρειες. Και ελπίζει στα όνειρα και στο «γύρισμα της τύχης» για ένα καλύτερο μέλλον. Πολλοί από τους ηθοποιούς είχαν βιώσει προσωπικά αυτή την πραγματικότητα, κάτι που ενίσχυσε τις ερμηνείες τους.
Η ταινία αντιμετώπισε πολλά προβλήματα με την εξουσία της εποχής τόσο κατά τα γυρίσματα όσο και όταν άρχισε να προβάλλεται. Αρχικά απαγορεύθηκε η προβολή της από την υπηρεσιακή κυβέρνηση Κωνσταντίνου Δόβα καθώς εκείνα τα χρόνια η κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθούσε να ανορθώσει την ελληνική οικονομία και να κάνει ελκυστική τη χώρα στους ξένους τουρίστες και επενδυτές και η ταινία εμπόδιζε το έργο της. Οι σκηνές φτώχειας και εξαθλίωσης που περιείχε κινδύνευαν να τους αποθαρρύνουν. Ύστερα όμως από διαμαρτυρίες του τύπου επιτράπηκε η προβολή μιας λογοκριμένης εκδοχής της και μόνο στα αστικά κέντρα.
Λόγω των υψηλών χρεών του, ο Αλεξανδράκης πούλησε τα δικαιώματα της ταινίας στους αδελφούς Κουρουνιώτη
Σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ και στον δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο το 1996, ο Αλεξανδράκης δήλωσε:
«Την πλήρωσα πάρα πολύ οικονομικά αυτή την ταινία… Ό,τι είχα μαζέψει από τις ταινίες που έκανα τα ‘βαλα για να κάνω αυτή την ταινία, γιατί ήθελα να πω αυτά τα πράγματα… Τελικά έγινε αυτή η ταινία, και ύστερα από καιρό που δεν την επιτρέπανε να παιχτεί την επιτρέψανε πετσοκομμένη».
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο φωτογραφίας και το βραβείο Β’ ανδρικού ρόλου στo Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1961.
Δείτε το αριστούργημα… Και νιώστε με τη μουσική που μας χάρισε ο Μίκης Θεοδωράκης