Αυτό για τον πατέρα σου…
Κι όταν θα 'ρθει η ώρα, θα βάλεις και συ την ασπρόμαυρη φανέλα και θα μπεις στην αρένα«Έχασα τον πατέρα μου πριν λίγες ώρες. Σε παρακαλώ σηκώστε το και για αυτόν!» Το βράδυ πριν τον τελικό λύγισα όταν άκουσα τον φίλο μου τον Χρήστο να με ενημερώνει με λυγμούς γι’ αυτό. «Μακάρι να ήταν στο χέρι μου φίλε», σκέφτηκα…
Μόνο για αυτόν ήθελα το Σάββατο το βράδυ το Κύπελλο. Και οι παίκτες στον αγωνιστικό χώρο ήταν λες και έπαιζαν για αυτόν. Έτσι τον θέλω τον ΠΑΟΚ. Να παίζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Η κυριαρχία του στο γήπεδο ήταν αποστομωτική και σίγουρα ρόλο έπαιξε το πείσμα τον παικτών, το πόσο πολύ ήθελαν να νικήσουν αυτούς που τους έκλεψαν το πρωτάθλημα.
Για τον Χρήστο, για μένα, για σένα φίλε ΠΑΟΚτσή, όταν παίζει ο ΠΑΟΚ παίζουν οι πατεράδες μας, οι παππούδες μας και πάντα αυτοί θα παίζουν είτε βρίσκονται μαζί μας είτε όχι, αυτοί δηλαδή που σε έκαναν να ζεις με αυτόν πλάι σου, να μην τον απαρνιέσαι ποτέ και ας κερδίζει σπάνια και ας σε πληγώνει συχνά. Αυτοί παίζουν στο γήπεδο για σένα όχι τα συμβόλαια, όχι οι επαγγελματίες, όχι οι πρόεδροι και μεγαλομέτοχοι.
Και όταν φύγεις εσύ, τότε θα είναι η σειρά σου να βάλεις την ασπρόμαυρη ριγέ φανέλα και να μπεις στην αρένα για τον ΠΑΟΚ. Και το πρωτάθλημα για αυτούς το θέλαμε. Τους το χρωστάμε 33 χρόνια τώρα και θα μπούμε στο 34ο έτος. Στον Βόλο δεν το ήθελα το γκολ οφσάιντ, ήθελα το πέναλτι να δώσει λίγα δευτερόλεπτα πριν στον Κρέσπο. Αν μπορούσα θα κατέβαζα τη σημαία του επόπτη κάτω. Θα το έπαιρνα ούτως ή άλλως. Δεν κοίταξα τότε στον ουρανό. Το Σάββατο όμως κοίταξα προς τα πάνω. Το χρέος μου το έκανα. Έπαιζα και εγώ εκεί μέσα. Ήμουν δίπλα στην μπάλα, ακολουθούσα την πορεία της μετά την εκτέλεση φάουλ του Βιεϊρίνια, έτρεχα δίπλα από τον Πέλκα εκεί που έτρεχε,που ίδρωνε την ασπρόμαυρη φανέλα, εκεί που πανηγύριζε μαζί με τους υπόλοιπους. Αυτό ήταν για σένα Χρήστο και για αυτόν.