ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ

Ελληνοτουρκικά – Ίμια: Ωρα μηδέν… «Σκοτώθηκαν χωρίς να ξέρουν το γιατί…»

Ελληνοτουρκικά - Ίμια: Πέθαναν για την πατρίδα, χωρίς να έχουμε πόλεμο. 25 χρόνια μετά οι οικογένειές τους δεν ξέρουν το γιατί…

Ελληνοτουρκικά - Ίμια: Πέθαναν για την πατρίδα, χωρίς να έχουμε πόλεμο. 25 χρόνια μετά οι οικογένειές τους δεν ξέρουν το γιατί…
Ελληνοτουρκικά - Ιμια
Συντάκτης: Γιάννης Μητροπαπάς Χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά

Ελληνοτουρκικά – Ίμια: Πέθαναν για την πατρίδα, χωρίς να έχουμε πόλεμο. 25 χρόνια μετά οι οικογένειές τους δεν ξέρουν το γιατί…

Ελληνοτουρκικά – Ίμια: 30 Ιανουαρίου 1996, περασμένες 11:00 μ.μ., στο στρατόπεδο της 153 ΤΕ στη Ρόδο έχει τελειώσει η βραδινή εκπαίδευση καθώς είναι Τρίτη, αλλά οι αξιωματικοί είναι ακόμα εκεί στη Μονάδα. Συνήθως έφευγαν στα καπάκια, το πολύ 10:15 το στρατόπεδο άδειαζε από αστέρια και σαρδέλες, εκείνο το βράδυ είναι όλοι εκεί, κάτι ξέρουν, κάτι περιμένουν! Είμαι στην πύλη ως δεκανέας αλλαγής μαζί με τον σκοπό της πύλης. Στις 11:30 περίπου βλέπω τον Νικόλα να τρέχει με το μποξεράκι και ένα φανελάκι κι ας είναι χειμώνας (και στη Ρόδο ο χειμώνας δεν παλεύεται, αυτή η υγρασία σου τρυπάει τα κόκαλα) από το θάλαμό μας προς το σιτιστάδικο (έτσι λέγαμε το γραφείο Σίτισης). Ψιθυρίζω στον σκοπό «Ρε τι έπαθε ο Νίκος τέτοια ώρα;», παράλληλα φτάνει ένα Στάγιερ στην είσοδο της αποθήκης και ο Νίκος ανοίγει την πόρτα κι αρχίζουν να φορτώνουν το φορτηγό με ότι υπήρχε στην αποθήκη…

Ξαφνικά έρχεται ένας αξιωματικός στην πύλη με πιάνει τρομαγμένος σε κατάσταση πανικού και με ρωτάει αν έχω τηλεκάρτα (τότε ήταν της μόδας, αφού τα κινητά ακόμα δεν ήταν διαθέσιμα για όλους). Τον ρωτάω «Τι έγινε κ. λοχαγέ;», μου απαντάει «Θέλω να πάρω την γυναίκα μου τηλέφωνο στο σπίτι να πάρει και τα παιδιά και να φύγει με το 1ο πλοίο το πρωί για Πειραιά…». Λοχαγός με σχολές πολέμου κλπ., αλλά πανικοβλημένος όσο δεν παίρνει! Φεύγει με ταχύ βήμα προς το Διοικητήριο, όταν ακούμε να έρχεται με τσίτα τα γκάζια ένα «ΤΟΜΠ Λεωνίδας», παρκάρει μπροστά στην πύλη, βγαίνει από τη θέση του οδηγού ο διοικητής μας, «Άνοιξέ την πύλη αγόρι μου», μου λέει. Τρέχω την ανοίγω και του λέω: «Τι έγινε κ. Διοικητά; Που πάμε βραδιάτικα;». Απαντάει: «Πάμε να πάρουμε την Πόλη λεβέντη μου!», πηδάει απέξω από το άρμα κι ανεβαίνει στο Διοικητήριο κι αυτός. Τότε ακούμε μαρσαρίσματα από τον όρχο. Αρματα, οχήματα, τζιπ, Ρέο, Στάγιερ, καναδέζες, αντιαεροπορικά το ένα πίσω από το άλλο παρκάρουν κατά σειρά μετά από το «Λεωνίδας». Κοιταζόμαστε με τον σκοπό και απορούμε τι συμβαίνει.

Έρχεται ένας επιλοχίας και μας λέει: «Σκοπός φεύγεις για το θάλαμό σου, εσύ (σε μένα) αναλαμβάνεις τη φύλαξη του στρατοπέδου!». Μου έχει φέρει 2-3 γεμιστήρες και σκίζει την τελαμώνα (το ύφασμα που είναι ραμμένοι για προστασία) μου λέει να βάλω τη μία στο όπλο μου και τις άλλες στις φυσιγγιοθήκες μου, ενώ παράλληλα παίρνω και το κασελάκι με τους υπόλοιπους γεμιστήρες. Μου λέει να κάνω περιπολίες στο στρατόπεδο μόνος μου, να προσέχω την πύλη και όποιος πλησιάσει του ρίχνω, χωρίς να ρωτήσω «Αλτ τι συ» κλπ. Επίσης επειδή γνωρίζα από υπολογιστές μου είπε να πάω στο Διοικητήριο να μου δείξουν πώς λαμβάνουμε σήματα και πως να τα διαβάζω. Έχουμε μείνει με το στόμα ανοιχτό, στο Διοικητήριο όλοι τρέχουν, μέχρι να ξαναπάω στο πόστο μου, στην πύλη, έχουν ήδη αρχίσει κι αναχωρεί η φάλαγγα και οι 2 μονάδες Πυροβολικού που ήμασταν απέναντι απέναντι στο λόφο της Αφάντου, αλλά και η Μονάδα Πεζικού που ήταν λίγο πιο κάτω…

Η ώρα έχει πάει περασμένες 12. Είναι και μισή, προς 1 παρά κι έχω μείνει σε ένα έρημο στρατόπεδο χωρίς ένα όχημα, εκτός από μια χαλασμένη υδροφόρα, να κάνω βόλτες από σκοπιά σε σκοπιά για να ελέγχω και μετά πέρασμα από το γραφείο να δω τα σήματα και στη συνέχεια στην πύλη. Είμαι κομμάτια, άυπνος από το πρωί και κατά τις 2 παρά σκάει ο ίδιος επιλοχίας με ένα τζιπ. Παίρνει κάτι από το γραφείο του και μου λέει σε λίγο έρχεται ένα Στάγιερ να το φορτώσεις μαζί με τους υπόλοιπους ρουκέτες για τα RM-70 (μιλάμε για κάτι κασόνια 3μ. μήκος και πλάτος το μισό ενός φέρετρου και βάρος 100κ.). Τα πυρομαχικά ήταν στην απέναντι Μονάδα του Πυροβολικού όποτε πήγαμε εκεί. Όντως έρχονται ο οδηγός και οι 2 μάγειρες οι οποίοι είναι Ι4 (ένας με πλατυποδία και ο άλλος με κάποιο πρόβλημα στο ένα χέρι). Φορτώνουμε στην ουσία εγώ και ο οδηγός 25 ρουκέτες στο όχημα. Πεθάναμε και όταν το τιγκάραμε ήρθε ο επιλοχίας και μας είπε σε μένα και τους 2 μάγειρες να περιμένουμε εκεί γιατί θα έρθει κι άλλο φορτηγό. Μόλις φεύγουν ακούμε σειρήνα να χτυπά! Αυτή η γνωστή σειρήνα που ηχεί στους πολέμους! Μόνο σε ταινίες είχα ακούσει. Εκεί παγώνουμε, δεν έχουμε ιδέα τι συμβαίνει και ξεκινάμε τα σενάρια…

Αρχίζει βροχή (και στη Ρόδο όταν έρχεται η βροχή συνήθως φεύγει μετά από 5-6 μέρες), η λάσπη έχει φτάσει μέχρι το γόνατο, βάζουμε παλέτες από κάτω για να μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι σαν γέφυρα ώστε να πατάμε και να μεταφέρουμε τις ρουκέτες στο φορτηγό. Βρίσκουμε ένα νάιλον μουσαμά και σκεπαζόμαστε γιατί η βροχή είναι πολύ έντονη και το φορτηγό αργεί να έρθει. Τελικά φτάνει μετά από κάποια ώρα και ξεκινάμε το φόρτωμα μέσα στη βροχή, άλλες 25 ρουκέτες και τέλος. Επιστρέφω στην Μονάδα μου, ενώ η ώρα έχει πάει 3:30 το ξημέρωμα και δεν ξέρω καν τι συμβαίνει! Κάποια στιγμή έρχεται ένας υπαξιωματικός και μου λέει πάμε δίπλα στην άλλη Μονάδα (πάλι), να ανοίξουμε τις αποθήκες γιατί έρχονται επίστρατοι Ροδίτες να τους δώσουμε ρουχισμό, εξαρτήσεις κλπ. Τι έχει συμβεί τον ρωτάω και μου λέει «Πόλεμος… Μας έριξαν ένα ελικόπτερο και έχουμε απαντήσει με πυρά!». Ίσχυαν δεν ίσχυαν, ήξερε δεν ήξερε ούτε και ξέρω. Αρχίζουν και καταφθάνουν οι πρώτοι πολίτες, έρχονται και 2-3 δικοι μας οπλίτες οπότε εγώ επέστρεψα στην Μονάδα μου απέναντι. Η ώρα έχει πάει 6 το πρωί και βλέπω από ψηλά όπως είναι η Μονάδα μας ν’ ανεβαίνει το λόφο ένα λευκό πολιτικό τζιπ, όσο πλησιάζει διακρίνω ότι είναι το αμάξι του υποδιοικητή, ο οποίος μπαίνει μέσα με παντιλίκια και σταματάει στο Διοικητήριο. Τέρμα μου λέει τελειώσαμε, αυτό ήταν. Τι ήταν, τι έγινε, πως έγινε δεν έμαθα ποτέ. Τις επόμενες μέρες που βγήκα εξοδούχος πήρα εφημερίδα και διάβασα τα ονόματα των παιδιών που χάθηκαν και τι περίπου είχε γίνει από όσα έγραφαν οι φυλλάδες.

Η Μονάδα μου τιμήθηκε από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο, επειδή έφτασε 1η στους χώρους τάξης της και απλώθηκε στην παραλία της Κατταβιάς με τις κάνες στραμμένες στο Αιγαίο για την αποφυγή απόβασης. Τρεις άνθρωποι, τρία παιδιά έχασαν τη ζωή τους εκείνο το βράδυ. Ήταν 31 Γενάρη του 1996 στις 01:40 όταν Τουρκικές ειδικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη Μεγάλη Ιμια. Στις 04:30 ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, που απονηώθηκε από τη φρεγάτα «Ναυαρίνο» για να ελέγξει την πληροφορία της παρουσίας Τούρκων στη βραχονησίδα κατέπεσε κατά την επιστροφή του στη φρεγάτα και τα 3 μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Εκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν. Τρεις νέοι άνθρωποι που «έφυγαν» σε περίοδο ειρήνης, όχι από τροχαίο, όχι από κάποια αρρώστια, ούτε από φυσικά αίτια. Πέθαναν για την πατρίδα, χωρίς να έχουμε πόλεμο και η πατρίδα τους τίμησε με 3 πλάκες στην Κάλυμνο, μια πυραυλάκατο στο όνομα του Καραθανάση και καμιά αναφορά που και που σε κανένα ΜΜΕ. Σκοτώθηκαν χωρίς οι ίδιοι να ξέρουν το γιατί, αλλά 25 χρόνια μετά ούτε καν οι οικογένειές τους δεν γνωρίζουν τον πραγματικό λόγο της απώλειας των δικών τους ανθρώπων. Αιωνία τους η μνήμη!

* Εκείνη την περίοδο υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία με ειδικότητα ΣΠΕΠ RM-70 στην Μονάδα 153 ΤΕ, στην Αφάντου της Ρόδου.
** Ο Γιάννης Μητροπαπάς που μοιράστηκε μια προσωπική του εμπειρία για εκείνη την περίοδο, είναι συνεργάτης και υπεύθυνος σύνταξης ύλης στο Sportime.

Δείτε το αφιέρωμα που είχε κάνει πέρυσι ο ΑΝΤ1…

Exit mobile version