Έρχεται το Eurodrone RPAS για να επαναλάβει την επιτυχία των Rafale, υποστηρίζουν οι Γάλλοι, ενώ και η τιμή του ίσως δεν είναι αυτή που αρχικά είχε αναφερθεί.
«Από την επίσημη έναρξή του τον Μάιο του 2015, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα μάχης με μη επανδρωμένα αεροσκάφη μεσαίου υψομέτρου (MALE) Eurodrone RPAS (Remotely Piloted Aircraft System) έχει αποτελέσει τακτικά αντικείμενο πολυάριθμων επικρίσεων, ιδιαίτερα στη Γαλλία, τόσο από πολιτικούς και από ορισμένα στρατιωτικά όσο και από εξειδικευμένα μέσα ενημέρωσης» σημειώνει το γαλλικό meta-defense.fr.
«Για τους επικριτές του, το Eurodrone RPAS, με προϋπολογισμό 7 δισεκατομμυρίων ευρώ για 20 συστήματα των τριών αεροσκαφών το καθένα, αλλά και λόγω της διαμόρφωσης με δύο κινητήρες και της διπλάσιας μάζας του από άλλα drones αυτού του τύπου, θεωρείται επίσης δυσκίνητο, πολύ περίπλοκο και πάνω απ’ όλα πολύ δαπανηρό, ιδιαίτερα ενόψει των ισοδύναμων αμερικανικών και ισραηλινών συστημάτων», σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Ωστόσο, σύμφωνα με το meta-defense.fr, «μια πραγματική ανάλυση των επιδόσεων και των ιδιαιτεροτήτων που θα προσφέρει το Eurodrone, καθώς και το πραγματικό κόστος που πλαισιώνει αυτό το πρόγραμμα, παρουσιάζει ένα πολύ διαφορετικό όραμα».
Το ευρωπαϊκό αεροσκάφος έχει διπλάσια ισχύ κινητήρα από το αμερικανικό MQ-9 Reaper, προσφέροντάς, για παράδειγμα, ταχύτητα πλεύσης σχεδόν 100 χλμ/ω υψηλότερη, καθώς και περισσότερη χωρητικότητα καυσίμου.
Το Eurodrone RPAS πιθανότατα θα είναι ελκυστικό στη διεθνή σκηνή
«Το Eurodrone πηγαίνει γρηγορότερα στην περιοχή περιπολίας του, μπορεί να παραμείνει εκεί πολύ περισσότερο και να φέρει μεγαλύτερο σύνολο συστημάτων και όπλων από τους Αμερικανούς ή Ισραηλινούς ανταγωνιστές του», τονίζεται.
Το Εurodrone RPAS, με τη διαμόρφωση του με δύο κινητήρες, «που επιβλήθηκε από τη Γερμανία», στην πραγματικότητα φέρνει σημαντική προστιθέμενη αξία, «ιδίως για απογείωση και προσγείωση σε κακές συνθήκες (χαμηλή πίεση, υψηλές θερμοκρασίες), ενώ μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο απώλειας της συσκευής σε περίπτωση βλάβης», αναφέρεται.
Μεταξύ 2015 και 2022, περίπου τριάντα MQ-9 Reapers από τα 250 που βρίσκοναι σε υπηρεσία στην Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ, «ενεπλάκησαν σε περιστατικά που είχαν ως αποτέλεσμα περισσότερα από το 50% αυτών να καταστραφούν κατά τις φάσεις προσγείωσης και απογείωσης, ιδιαίτερα στο Αφγανιστάν (μεγάλο υψόμετρο, υψηλή θερμοκρασία), καθώς και λόγω μηχανικών ή ηλεκτρικών προβλημάτων, σημειώνεται.
Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει καμία προσφορά συγκρίσιμη με τα GASI MQ-9 Reaper (ΗΠΑ), Bayraktar Akinci (Τουρκία), IAI Eitan (Ισραήλ) και τα CAIG Wing Loong II (Κίνα) στη γηραιά ήπειρο.
Το Eurodrone, μόλις τεθεί σε λειτουργία, πιθανότατα θα είναι ελκυστικό στη διεθνή σκηνή, ειδικά στην Ευρώπη, έτσι ώστε να αυξηθεί η ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία και να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγόμενα συστήματα, αμερικανικά ή ισραηλινά.
«Προφανώς, για να γίνει το σύστημα ελκυστικό πέρα από τις τέσσερις χώρες-μέλη του προγράμματος, το Eurodrone πρέπει να είναι ανταγωνιστικό ως προς την τιμή. Σε αυτόν τον τομέα, πολλές λανθασμένες πληροφορίες κυκλοφορούν εδώ και αρκετά χρόνια, ιδίως αναφορικά με την τιμή μονάδας του drone (μεγαλύτερη από 100 εκατ. ευρώ – τρεις φορές πιο ακριβό από ένα Reaper)», σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Ωστόσο, αυτό το «τιμολόγιο» περιλαμβάνει το κόστος ανάπτυξης, ενώ, το πρόγραμμα είναι μια ευκαιρία για τους Ευρωπαίους να καλύψουν τη διαφορά τεχνολογικής καθυστέρησης έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτόν τον τομέα.
«Με άλλα λόγια, εάν όλα τα έξοδα ανάπτυξης που οδήγησαν στην εμφάνιση του MQ-9B Skygardian ενσωματώνονταν στην τιμή μονάδας του drone, αναμφίβολα και αυτό θα ξεπερνούσε τα 100 εκατ. ευρώ», υπογραμμίζεται.
Σύμφωνα με τους Γάλλους, «με βάση τις πληροφορίες, το σύστημα θα κοστίζει μεταξύ 120 και 130 εκατ. ευρώ, ενσωματώνοντας τον σταθμό ελέγχου, τον δορυφορικό σταθμό επικοινωνίας, καθώς και τρία drones», τιμή που είναι πανομοιότυπη με αυτή των MQ-9B.
Υπενθυμίζεται ότι «η τιμή κόστους των Rafale το 2014 για τα γαλλικά δημόσια οικονομικά ξεπέρασε τα 200 εκατ. ευρώ το ένα, ενώ τώρα είναι λιγότερο από 50 εκατ. ευρώ και πιθανώς μικρότερη, με βάση το βιβλίο παραγγελιών εξαγωγών μέχρι σήμερα», τονίζουν οι Γάλλοι.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ολόκληρο το επιτελείο της γαλλικής ναυτικής αεροναυπηγικής ήταν ενάντια στα Rafale, «προτιμώντας σε μεγάλο βαθμό την προσφορά που έκανε τότε το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ για την απόκτηση Μεταχειρισμένων F/A-18 Hornet για να αντικαταστήσουν τα Crusader», αναφέρεται.
«Λίγα χρόνια αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 2000, ήταν ο υπουργός Άμυνας, Ερβέ Μορέν, που θεώρησε δημόσια ότι το Rafale ήταν πολύ περίπλοκο και πολύ ακριβό, τόσο για τους γαλλικούς στρατούς όσο και για εξαγωγές», ενώ λίγα χρόνια μετά τα Rafale έγιναν μία από τις μεγαλύτερες εμπορικέ επιτυχίες της γαλλικής αμυντικής βιομηχανίας.
Πηγή: geostratigika.gr