New York Times: Κάνει λόγο για «Game Of Thrones» στη Μεσόγειο!
Άρθρο γνώμης για τα τεκταινόμενα στη Μεσόγειο φιλοξενούν οι New York Times. Το κείμενο έχει τίτλο «Υπάρχει ένα νέο Game of Thrones στην Μεσόγειο» και το υποστηρίζει σημειώνοντας «Ήρθε η ώρα να ακούσουμε τη Γερμανία και να κάνουμε ένα βήμα πίσω». Αναλυτικά το άρθρο στους New York Times «Σαν να μην έφταναν τα προβλήματα που...Άρθρο γνώμης για τα τεκταινόμενα στη Μεσόγειο φιλοξενούν οι New York Times.
Το κείμενο έχει τίτλο «Υπάρχει ένα νέο Game of Thrones στην Μεσόγειο» και το υποστηρίζει σημειώνοντας «Ήρθε η ώρα να ακούσουμε τη Γερμανία και να κάνουμε ένα βήμα πίσω».
Αναλυτικά το άρθρο στους New York Times
«Σαν να μην έφταναν τα προβλήματα που ήδη υπάρχουν στον κόσμο, δύο κράτη σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα και η Τουρκία, βρίσκονται σε μια επικίνδυνη κρίση εμπλέκοντας και άλλες χώρες ενώ φαίνεται ότι η μόνη που μπορεί να ασκήσει επιρροή, είναι η Γερμανία.
Στον πυρήνα της κρίσης αυτής βρίσκεται η ενέργεια και συγκεκριμένα, τα πλούσια αποθέματα φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκαν την περασμένη δεκαετία στην ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι τα πολλά νησιά που κατέχει στην περιοχή της δίνουν αποκλειστικά δικαιώματα εξόρυξης στα ύδατα που βρίσκονται γύρω τους, μια θέση που ευρέως υποστηρίζεται από το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά η Τουρκία, η οποία αισθάνεται στριμωγμένη, έχει διαφορετική γνώμη και έχει στείλει πλοία ερευνών συνοδευόμενα από πολεμικά γύρω από την Κύπρο.
Οι διενέξεις Ελλάδας και Τουρκίας δεν είναι καινούριες. Αυτό που περιπλέκει τα πράγματα στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ότι τα αποθέματα αυτά, τα εποφθαλμιούν και άλλες χώρες.
Eπί της αρχής, αυτά τα αποθέματα θα πρέπει να φέρουν κοντά τις χώρες προκειμένου να τα εκμεταλλευτούν. Και όντως, οι περισσότερες χώρες (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος, Ιταλία, Ιορδανία, ακόμα και Παλαιστίνη) το έχουν κάνει.
Η Τουρκία, όμως, βρίσκεται απομονωμένη, αφενός λόγω (χωρικών) διεκδικήσεων της Ελλάδας, αφετέρου λόγω του αυταρχικού προέδρου της Τουρκίας Ερντογάν, o οποίος προκαλεί απέχθεια σε συμμάχους της Τουρκίας με την επιθετική συμπεριφορά του σε Συρία, Λιβύη και εντός της Τουρκίας. Το γεγονός ότι η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ αλλά όχι της ΕΕ περιπλέκει τα πράγματα ακόμα περισσότερο.
Η Κύπρος είναι μέλος της ΕΕ αλλά όχι του ΝΑΤΟ ενώ η Ελλάδα είναι μέλος και της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, γεγονός που δημιουργεί αλληλοεπικαλύψεις. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η Κύπρος είναι διχοτομημένη με το βόρειο τμήμα της να αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία.
Μία προσπάθεια της Γερμανίας να λύσει αυτό το Γόρδιο δεσμό, κατέρρευσε όταν η Ελλάδα ανακοίνωσε την ενεργειακή της συμφωνία με την Αίγυπτο, σε απάντηση παρεμφερούς συμφωνίας μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης. Η Τουρκία άμεσα ξεκίνησε τις έρευνές της ενώ ελληνική φρεγάτα την παρακολουθούσε.
Στις 12 Αυγούστου συγκρούστηκαν ελληνικό με τουρκικό πολεμικό πλοίο και αμέσως σημειώθηκε ένταση. Η Γαλλία, ήδη εξοργισμένη από την Τουρκία λόγω της στήριξης της προς το αντίπαλο από το δικό της στρατόπεδο στη Λιβύη, έστειλε πολεμικά πλοία και αεροπλάνα και αυτή τη στιγμή διεξάγει στρατιωτικές ασκήσεις με Ελλάδα, Κύπρο και Ιταλία για να αποτρέψει περαιτέρω έρευνες από την Τουρκία.
Η Ελλάδα από την πλευρά της, ανακοίνωσε την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια στις δυτικές ακτές της, προειδοποιώντας ουσιαστικά την Τουρκία ότι μπορεί να κάνει το ίδιο και ανατολικά, μια κίνηση που η Τουρκία δεν θα ανεχθεί.
Το περίεργο με αυτή την κρίση είναι ότι ο ανταγωνισμός για τα ορυκτά καύσιμα θα έπρεπε να αφορά το πώς θα μπορούσε να σταματήσει η χρήση τους ειδικά όσον αφορά σε χώρες που στηρίζουν τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Επιπλέον, με την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας λόγω της πανδημίας και την συνακόλουθη πτώση των τιμών στην ενέργεια, η Ευρώπη έχει επάρκεια σε αέριο. Επίσης φαίνεται περίεργο πώς μεσογειακές χώρες, βυθίζονται σε περιττές εντάσεις ενώ ήδη έχουν να αντιμετωπίσουν κρίσεις όπως για παράδειγμα, την οικονομική κρίση και την πανδημία του κορονοϊού.
Σε άλλες εποχές, οι ΗΠΑ θα είχαν παρέμβει όπως έκαναν το 1996 όταν λίγο έλειψε η Ελλάδα να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία. Ο Πρόεδρος Τραμπ είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ερντογάν, καλώντας τον να διαπραγματευτεί αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Οι ΗΠΑ υπό τον Τραμπ, δεν μπορούν να εκληφθούν ως ένας βιώσιμος διαμεσολαβητής, όταν μάλιστα ο Πρόεδρος βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο. H Μεγάλη Βρετανία από την πλευρά της, έχει αποτραβηχτεί από τα ευρωπαϊκά πράγματα τώρα που βρίσκεται εκτός ΕΕ ενώ η ίδια η Ένωση, δεν έχει επιρροή στην Τουρκία από τότε που κατέστη σαφές ότι υπό τον Πρόεδρο Ερντογάν δεν έχει καμία πιθανότητα να ενταχθεί στην ΕΕ.
Έτσι η Γερμανία, η οποία έχει αυτή τη στιγμή την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, έχει αναλάβει να φέρει την Ελλάδα και την Τουρκία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τον Γερμανό ΥΠ.ΕΞ. να έχει επισκεφθεί Άγκυρα και Αθήνα.
Παράμετρος της διαμεσολάβησης είναι ότι η Τουρκία μπορεί να εξαπολύσει ένα νέο κύμα προσφύγων προς την Ευρώπη, οι περισσότεροι εκ των οποίων επιθυμούν να φτάσουν στη Γερμανία. Επισημαίνεται δε ότι 3 εκατομμύρια Τούρκοι ζουν στη Γερμανία, κάτι το οποίο κάνει τον Erdogan να πιστεύει ότι θα εισακουστούν τα επιχειρήματά του.
Σημαντικό είναι ότι, ενώ στη διένεξη το Διεθνές Δίκαιο είναι κατά κύριο λόγο με την πλευρά της Ελλάδας, υπάρχει περιθώριο για διαπραγμάτευση και οι έρευνες της Τουρκίας σε αμφισβητούμενα ύδατα, δεν έχουν περάσει από νομικής άποψης, την κόκκινη γραμμή. Την Παρασκευή οι ΥΠ.ΕΞ. της ΕΕ συναντήθηκαν στο Βερολίνο και ουσιαστικά προσυπέγραψαν το ρόλο της Γερμανίας αναβάλλοντας κάθε συζήτηση για κυρώσεις κατά της Τουρκίας έως τη συνάντηση των αρχηγών κρατών στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Ο πόλεμος δεν είναι προς το συμφέρον κανενός και η σύγκρουση μεταξύ κρατών μελών του ΝΑΤΟ θα πρέπει να θεωρείται αδιανόητη. Αλλά, όταν οι εντάσεις φτάνουν στο επίπεδο που έχουν φτάσει στην ανατολική Μεσόγειο, όπως είπε και ο κ. Μάας, “ακόμη και η μικρότερη σπίθα μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή”. Η Γερμανία έχει καλέσει όλες τις πλευρές να σταματήσουν τις προκλητικές στρατιωτικές ενέργειες, βήμα το οποίο στη συνέχεια, θα πρέπει να ακολουθήσει ένα moratorium στις έρευνες σε αμφισβητούμενα ύδατα. Και μετά να αναλάβει η διπλωματία».