ΑΤΖΕΝΤΑ

13 Δεκεμβρίου 1967: Όταν η Χούντα έδιωξε τον Μπούκοβι (vid)

Σαν σήμερα το 1967 ο Μάρτον Μπούκοβι, ένας από τους κορυφαίους προπονητές που πέρασαν από την Ελλάδα, αποχαιρέτισε τον Ολυμπιακό.

Σαν σήμερα, το 1967 ο Μάρτον Μπούκοβι, ένας από τους κορυφαίους προπονητές που πέρασαν από την Ελλάδα, αποχαιρέτισε τον Ολυμπιακό.
Συντάκτης: Λευτέρης Παυλίδης Χρόνος ανάγνωσης: 2 λεπτά

Ολυμπιακός: Ήταν 13 Δεκεμβρίου 1967 όταν ο Μάρτον Μπούκοβι, αποχαιρέτισε τους Πειραιώτες και την Ελλάδα της Χούντας.

Αοτέλεσε μαζί με τον Γκούσταβ Σέμπες και τον Μπέλα Γκούτμαν την αφρόκρεμα των Μαγυάρων προπονητών του 20ου αιώνα και εισήγαγε μαζί τους το σύστημα 4-2-4 (σύστημα με το οποίο μεγαλούργησε η βραζιλιάνικη σχολή) στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Υπήρξε προπονητής του Ολυμπιακού από τα μέσα του 1965 μέχρι τα τέλη του 1967, διάστημα κατά το οποίο μεγαλούργησε. Τον οδήγησε ξανά στην κορυφή του ελληνικού πρωταθλήματος ύστερα από μια εξαετία.

Παράλληλα, κατάφερε να πετύχει ένα ιστορικό ρεκόρ το οποίο χρειάστηκε να περάσουν 46 χρόνια για να καταρριφθεί. Επρόκειτο για το καλύτερο ξεκίνημα ελληνικής ομάδας στο εθνικό πρωτάθλημα, με την ομάδα του Μπούκοβι να πετυχαίνει 12 νίκες στις πρώτες 14 αγωνιστικές.

Ο ίδιος λοιπόν… πλήρωσε την καταγωγή του και το κομουνιστικό τότε παρόν της Ουγγαρίας. Κι αυτό διότι η χούντα των συνταγματαρχών στην Ελλάδα είχε πια εδραιωθεί. Ο Μπούκοβι όντας ήταν δηλωμένος κομμουνιστής, ήταν ανεπιθύμητος.

Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Χαριτόπουλου (2003): «Η νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι»:

«Ήτανε όλοι εκεί. Οι αγαπημένοι από τα παλιά. Από την Αγία Σοφία και τα Μανιάτικα, τον Άγιο Δημήτρη, τα Ταμπούρια και την Υπαπαντή. Αδειάσανε τα καφενεία και τα σφαιριστήρια.

Την άλλη μέρα έγραψε και το “Φως” τι έγινε εκεί: Πώς είχε σταματήσει η συγκοινωνία κάτω απ’ το ξενοδοχείο της Καστέλλας, πως ανεμίζανε ασπροκόκκινες σημαίες και κασκόλ, ανάβανε στριμμένες εφημερίδες και κεριά κι οι πιο μικροί, με δάκρυα στα μάτια, φωνάζανε:

– Πατέρα! Μη φεύγεις!

Πώς, όταν βγήκε ο Μπούκοβι στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου να τους ησυχάσει με τον Λάντος δίπλα του, δάκρυσε κι αυτός και έκανε και τους μεγάλους να χτυπιούνται:

– Πατέρα! Μη φεύγεις, Πατέρα μη! Μη φεύγεις!

Έγραψε για τις φωτιές που ανάψανε μετά τους τσαμπουκάδες που γίνανε, το ξύλο που έπεσε στους γύρω δρόμους, τις σπασμένες τζαμαρίες, το διαλυμένο καφενείο. Έγραψε μερικά το “Φως”… Αλλά τι να καταλάβουνε αυτοί που γράφουνε!»…

Exit mobile version