1995 (15/12): Ο «κανονισμός Μποσμάν» αλλάζει τον «χάρτη» στα σπορ (vid)
Η πρωτοβουλία του Ζαν Μαρκ Μποσμάν άλλαξε τον χάρτη των ευρωπαϊκών σπορ για πάντα, μετά τη σχετική δικαστική απόφαση στις 15 Δεκεμβρίου του 1995.Σαν σήμερα (15/12) στις 15 Δεκεμβρίου του 1995 το Ανώτατο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών κοινοτήτων στο Λουξεμβούργο θα πάρει μια απόφαση που θα αλλάξει για πάντα τον ποδοσφαιρικό (αρχικά και στη συνέχεια σε όλα τα σπορ) «χάρτη». Θα μείνει στην ιστορία σαν τον «κανονισμό Μποσμάν» και αφορά την αντιμετώπιση κάθε παίκτη ως Ευρωπαίο εργαζόμενο και όχι ως ιδιοκτησία μιας ομάδας.
Καταργείται έτσι η διάταξη της UEFA που περιόριζε μια ομάδα να έχει 3 ξένους και 2 νατουραλιζέ, με την UEFA να αναγκάζεται να αποσύρει μια σειρά από παραγράφους που επέβαλλαν τα αντίθετα.
«Δράστης» ήταν ο Βέλγος ποδοσφαιριστής Ζαν-Μαρκ Μποσμάν ο οποίος δεσμευόταν με συμβόλαιο με τη Λιέγη από την οποία επιθυμούσε να αποχωρήσει όταν αυτό θα εξέπνεε (το 1990). Πρόθεση του Μποσμάν ήταν να συνεχίσει στη Δουνκέρκη η οποία όμως δεν πρόσφερε το ποσό της μεταγραφής που ζητούσε η Λιερς με αποτέλεσμα η τελευταία να αρνηθεί τη μεταγραφή.
Η αντίδραση του 26χρονου τότε Μποσμάν ήταν να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο κατά του άρθρου 17 των κανονισμών της FIFA του σχετικού με τις μεταγραφές. Έπειτα από μια πολύχρονη «άγρια» δικαστική διαμάχη κέρδισε την υπόθεση στις 15 Δεκεμβρίου 1995. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το υπάρχον σύστημα μεταγραφών παρεμποδίζει την ελευθερία μετακίνησης των εργαζομένων και έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 39 (1) της Συνθήκης της Ρώμης.
Με την απόφαση Μποσμάν επιτράπηκε στους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να μεταγράφονται ελεύθερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν λήγει το συμβόλαιό τους με κάποιο σύλλογο. Επίσης, ακυρώθηκαν όσοι κανονισμοί εθνικών ομοσπονδιών χωρών-μελών της Ε.Ε. επέβαλαν περιορισμούς σε τέτοιου είδους μεταγραφές, π.χ. αν επέβαλαν ένα ανώτατο όριο ξένων ποδοσφαιριστών. Η απόφαση αφορούσε μόνο σε ποδοσφαιριστές υπηκόους των χωρών-μελών της Ε.Ε., τους λεγόμενους κοινοτικούς, για τους οποίους επιτρεπόταν πλέον μεταγραφή ανεξαρτήτως αριθμού, σε αντίθεση με τους μη κοινοτικούς, για τους οποίους η κάθε ομοσπονδία διατήρησε τους κανονισμούς της.
Πριν από την απόφαση αυτή, οι επαγγελματικοί σύλλογοι των περισσότερων χωρών της Ευρώπης μπορούσαν να εμποδίσουν έναν ποδοσφαιριστή τους να υπογράψει σε άλλο σύλλογο ακόμα κι όταν έληγε το συμβόλαιό του. Μετά την απόφαση Μποσμάν αυτό δεν επιτρεπόταν. Έτσι όταν θα έληγε το συμβόλαιό του ενός ποδοσφαιριστή, εκείνος θα είχε την ευκαιρία να διαπραγματευθεί ελεύθερα είτε με τον ίδιο είτε με άλλο σύλλογο. Επίσης, έχει το δικαίωμα να υπογράψει προσύμφωνο με άλλο σωματείο μέχρι κι έξι μήνες πριν από τη λήξη του συμβολαίου του.
Ο κανονισμός Μποσμάν προκάλεσε μια παρόμοια υπόθεση μεταξύ της FIBA και των ομάδων μπάσκετ το 2000. Με την προσφυγή οι ομάδες ζητούσαν και πέτυχαν να θεωρηθεί παράνομη απόφαση της FIBA που απαγόρευε τη μετακίνηση ενός μπασκετμπολίστα σε άλλο σύλλογο κατά τη διάρκεια της ίδιας σεζόν.
Άπαντες κερδισμένοι πλην του Μποσμάν
Κι ενώ οι ομάδες, οι ποδοσφαιριστές, οι μάνατζερ και γενικά όλοι όσοι εργάζονται γύρω από το ποδόσφαιρο θα κερδίσουν από αυτή την εξέλιξη θα υπάρξει κι ένας ηττημένος. Πρόκειται για τον ίδιο τον Ζαν Μαρκ Μποσμάν ο οποίος μετά από όλη αυτή την ιστορία αντιμετώπισε πολλά οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα.
Σε συνέντευξή του πριν από λίγα χρόνια είπε με πίκρα: «Αναγκάστηκα να πουλήσω το σπίτι μου και να γίνω αλκοολικός. Όλοι εκμεταλλεύτηκαν το ‘Νόμο Μποσμάν’ εκτός από μένα. Με ξέχασαν».
«Έκανα πολλά, αλλά υπέφερα πολύ στη ζωή μου. Δεν είναι καιρός να βοηθηθώ και εγώ; Για να καταφέρω να κερδίσω στο δικαστήριο αναγκάστηκα να πουλήσω το σπίτι μου. Έπρεπε να καλυφθούν τα δικαστικά έξοδα», τονίζει ο άνθρωπος που έγινε συνώνυμο της ελεύθερης διακίνησης ποδοσφαιριστών που ανήκουν στην ευρωπαϊκή ζώνη.
«Έζησα μια δυστυχισμένη ζωή. Άλλοι εκμεταλλεύτηκαν τον αγώνα μου και πλούτισαν. Πίστευα πως μετά την απόφαση του δικαστηρίου θα είχα μια όμορφη ζωή. Δεν πίστευα πως το ποδόσφαιρο θα είναι έτσι. Εάν έπρεπε να κάνω το ίδιο πράγμα, θα το έκανα. Δεν θα άλλαζα το όνομα μου για να βρω δουλειά.
Ο νόμος Μποσμάν φέρει την σφραγίδα της ζωής μου. Ήμουν νέος και ωραίος. Τώρα είμαι γέρος, χοντρός και καραφλός. Πολλοί παίκτες δεν θα με αναγνωρίσουν εάν με δουν. Ίσως να μην είμαι εδώ σε 20 χρόνια, αλλά η υπόθεση μου πάντα θα υπάρχει. Είμαι για το ποδόσφαιρο ότι ο Λεχ Βαλέσα για την δημοκρατία. Όλοι είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τον νόμο Μποσμάν, εκτός από μένα. Είμαι λίγο απογοητευμένος γιατί μπορεί να με ξέρουν σε όλο τον κόσμο, αλλά μου συμπεριφέρθηκαν λες και είμαι εγκληματίας πολέμου. Όλοι με γνωρίζουν, αλλά όταν κοιτάζω την τσέπη μου είναι άδεια».
Μάλιστα ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν παραδέχθηκε πως πλέον δεν παρακολουθεί καθόλου ποδόσφαιρο: «Δεν παρακολουθώ πλέον ποδόσφαιρο. Είναι ένα προϊόν διαφήμισης και μάρκετινγκ. Τα πάντα είναι αγορά και πώληση. Το 50% των παικτών ζουν μια όμορφη ζωή, όμως το υπόλοιπο 50% περνάει άσχημα. Βλέπω ειδικά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης πως υπόσχονται συμβόλαια στους παίκτες τα οποία δεν τηρούν».
Ο παλαίμαχος Βέλγος μέσος χαρακτήρισε την επικράτηση επί του αλκοόλ ως την μεγαλύτερη νίκη στη ζωή του.
«Η μεγαλύτερη νίκη μου ήταν ενάντια στο αλκοόλ. Ήθελα να γίνω ο πιο διάσημος ποδοσφαιριστής, έχω θέση στην ιστορία του ποδοσφαίρου, αλλά το πλήρωσα ακριβά. Όλα τα χρήματα που κέρδισα πήγαν στους δικηγόρους. Θέλω απλά μια μικρή ευγνωμοσύνη, να ξέρει ο κόσμος πως υπάρχει ένας άνθρωπος πως για να βρει το δίκιο του έδωσε τα πάντα».
Ελάχιστοι ήταν οι ποδοσφαιριστές οι οποίοι τον στήριξαν. Τα αδέλφια Ντε Μπουρ και ο Ραμπιό: «Ο Φρανκ και ο Ρόναλντ Ντε Μπουρ όταν έμειναν ελεύθεροι από την Μπαρτσελόνα μου έδωσαν 2.500 ευρώ. Από τη νέα γενιά ένας πολλά υποσχόμενος παίκτης είναι ο Αντριάν Ραμπιό. Μια μέρα ξύπνησα με ένα τηλεφώνημα. Ήταν η μητέρα του που μου είπε: ‘Δεν θέλω ο κόσμος να ξεχάσει τι έχεις έχεις κάνει για τους ποδοσφαιριστές. Θα κάνουμε κάτι για σένα».
Κάντε follow στο Sportime
Κάντε like στην σελίδα του Sportime στο Facebook
Ακολουθήστε το Sportime στο Instagram