Η Μάχη του Μαραθώνα (αρχαία ελληνικά Μάχη τοῦ Μαραθῶνος), που διεξήχθη τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές στην ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κάτι το οποίο αναγνωρίζεται παγκοσμίως και δεν είναι εκτίμηση μόνο των Ελλήνων ιστορικών.
Χαρακτηριστικό ότι σδτις 8 Δεκεμβρίου 2010, κατά την 2500η επέτειο της μάχης του Μαραθώνα, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ απεφάνθη ότι η Μάχη του Μαραθώνα αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Κι αυτό καθώς αν οι Πέρσες νικούσαν τότε θα αποκτούσαν μια βάση στην Ελλάδα και στη συνέχεια θα εξαπέλυαν νέες εκστρατείες κατά άλλων χωρών. Ετσι πιθανότατα η ιστορία θα ήταν διαφορετική και ίσως σήμερα να μην υπήρχε Ευρώπη.
Αφορά σύγκρουση μεταξύ των Ελλήνων (Αθηναίοι και Πλαταιείς) και των Περσών κατά την πρώτη εισβολή των Περσών στην Ελλάδα.
Μετά την αποτυχία της Ιωνικής Επανάστασης, ο Δαρείος συγκέντρωσε μεγάλη δύναμη για να εκδικηθεί την Αθήνα και την Ερέτρια, οι οποίες είχαν βοηθήσει τους Ίωνες, κατά την Ιωνική Επανάσταση. Το 492 π.Χ, έστειλε δύναμη, υπό την ηγεσία του Μαρδόνιου αλλά ο περσικός στόλος καταστράφηκε από τρικυμία παραπλέοντας τον Άθω. Τελικά το 490 π.Χ., υπό τη διοίκηση του Δάτη και του Αρταφέρνη, ο περσικός στρατός κατέλαβε τις Κυκλάδες, κατέστρεψε την Ερέτρια και στρατοπέδευσε στον Μαραθώνα, όπου τους αντιμετώπισε δύναμη Αθηναίων και Πλαταιέων.
Η μάχη έληξε με αποφασιστική νίκη των Ελλήνων – που οφειλόταν στην στρατιωτική ιδιοφυΐα του Μιλτιάδη – και οι Πέρσες αναγκάσθηκαν να φύγουν στην Ασία. Η μάχη του Μαραθώνα έδειξε στους Έλληνες ότι μπορούσαν να νικήσουν τους Πέρσες.
Η Μάχη του Μαραθώνα: Το σκηνικό της μάχης
Όπως αναφέρει η σελίδα sansimera.gr η έναρξη της επίθεσης ορίστηκε για το πρωί, προκειμένου να επιτευχθεί ο αιφνιδιασμός των αντιπάλων. Η σύγκρουση έγινε στην ομαλή περιοχή κοντά στον τύμβο, όπου βρισκόταν το περσικό στρατόπεδο. Οι Αθηναίοι έπρεπε να διατρέξουν απόσταση 8 σταδίων (περίπου 1,5 χιλιομέτρου) προς τις εχθρικές γραμμές για να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι βολές από τους τοξότες που διέθεταν οι αντίπαλοι.
Όπως είχε σχεδιαστεί, το ελληνικό κέντρο εξασθένησε, αλλά οι πτέρυγες αναπτύχθηκαν και περικύκλωσαν τους Πέρσες, που τελικά τράπηκαν σε φυγή. Μέσα στη σύγχυση, πολλοί Πέρσες που δεν γνώριζαν την περιοχή, έπεφταν στο μεγάλο έλος, όπου οι απώλειες ήταν βαριές. Οι περισσότεροι, όμως, έτρεχαν στα πλοία που ήταν αναπτυγμένα στην ακτή του Σχοινιά. Στη συμπλοκή σώμα με σώμα που ακολούθησε, καθώς οι Πέρσες προσπαθούσαν να επιβιβαστούν στα πλοία και οι Αθηναίοι να τους εμποδίσουν και να τα κάψουν, έπεσαν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και ο Κυναίγειρος, αδελφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου.
Ηρωική μορφή: Ο Κυναίγηρος
H ηρωική μορφή του Κυναίγειρου έμεινε μοναδικό παράδειγμα ανδρείας και αυταπάρνησης στην Ιστορία. Όταν οι νικημένοι Πέρσες έτρεξαν πανικόβλητοι στα καράβια τους για να σωθούν, ο Κυναίγειρος άρπαξε με τα στιβαρά χέρια του ένα καράβι και προσπάθησε να το συγκρατήσει για να μην αποπλεύσει και να προφτάσουν έτσι οι συμπολεμιστές του να το καταλάβουν. Τότε, ένας Πέρσης του έκοψε το χέρι, αλλά ο Κυναίγειρος έπιασε το πλοίο με το άλλο του χέρι. Όταν ο Πέρσης του έκοψε και το δεύτερο χέρι, ο Κυναίγειρος γράπωσε το πλοίο με τα δόντια του. Ο γενναίος Αθηναίος εγκατέλειψε την προσπάθεια, όταν ο Πέρσης στρατιώτης του έκοψε το κεφάλι.
To «Νενικήκαμεν» του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη
Κι ενώ εξακολουθούσε η μάχη γύρω από τα πλοία των Περσών, ο αγγελιοφόρος Φειδιππίδης έφυγε πεζός από τον Μαραθώνα για να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης στους Αθηναίους. Υπερέβαλε εαυτόν κατά τη διαδρομή και μόλις αναφώνησε «Νενικήκαμεν» ενώπιον των συμπολιτών του, έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Ο Ηροδότος δεν αναφέρει κάτι σχετικό, αλλά ο θρύλος αυτός διαδόθηκε μεταγενέστερα από τον ιστορικό Πλούταρχο (ο Φειδιππίδης αναφέρεται ως Θέρσιππος) και στη συνέχεια από τον ρητοροδιδάσκαλο και συγγραφέα Λουκιανό τον Σαμοσατέα, που αναφέρει τον Φειδιππίδη ως Φιλιππίδη.
Μάλιστα ο Φειδιππίδης ήταν ο δρομέας προς τιμήν του οποίου καθιερώθηκε ο Μαραθώνιος καθώς διήνυσε απόσταση 42 χιλιομέτρων περίπου, όση δηλαδή η απόσταση του γνωστού αγώνα.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι έχασαν στη μάχη 192 άνδρες και οι Πλαταιείς 11, ενώ οι απώλειες των Περσών ανήλθαν σε 6.400 νεκρούς και 7 βυθισμένα πλοία. Νεώτερες εκτιμήσεις, που αναφέρει η Wikipedia στο σχετικό αγγλικό λήμμα, ανεβάζουν τους νεκρούς των ελληνικών δυνάμεων σε 1.000 – 3.000 και υποβιβάζουν αυτές των Περσών στις 4.000 – 5.000.
Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο από λευκή πέτρα, πάνω στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου:
«Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι
χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.
Μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες έπλευσαν με το στόλο τους προς την Αθήνα, ελπίζοντας να τη βρουν αφρούρητη και να την καταλάβουν. Ο Μιλτιάδης, όμως, πρόλαβε να οδηγήσει έγκαιρα το στρατό στην πόλη κι έτσι οι Πέρσες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία.
Σήμερα στην περιοχή της μάχης υπάρχει ο Τύμβος των Μαραθωνομάχων. Στη βίλλα του Ηρώδη του Αττικού στην Κυνουρία, ρωμαϊκής εποχής, έχει βρεθεί ενεπίγραφη στήλη με ονόματα πεσόντων κατά τη μάχη.
Ο Τζων Στιούαρτ Μιλ έχει δηλώσει ότι «η μάχη του Μαραθώνα, ως γεγονός στη βρετανική ιστορία, είναι πιο σημαντική από τη μάχη του Χάστινγκς».