Το ημερολόγιο έγραφε 1 Ιανουαρίου του 1974, όταν σαν σήμερα πριν από 47 χρόνια ο Τζορτζ Μπεστ σημείωνε την τελευταία του συμμετοχή με την φανέλα της αγαπημένης του Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
O Τζορτζ Μπεστ έχει υπάρξει παίκτης σύμβολο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ο Βορειοϊρλανδός βρέθηκε από τα 15 στο Μάντσεστερ ντυμένος στα κόκκινα και έγραψε ιστορία με τους «κόκκινους διάβολους». Μαζί τους κατέκτησε το 2 Πρωταθλήματα Αγγλίας το 1965 και το 1967, Κύπελλα Αγγλίας το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1968 ενώ αναδείχτηκε κορυφαίος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής και κέρδισε τη Χρυσή Μπάλα το 1968.
Στα 17 του μόλις έκανε το ντεμπούτο του ως επαγγελματίας. Αγωνίστηκε στη Γιουνάιτεντ από το 1963 μέχρι το 1974 πετυχαίνοντας 137 γκολ σε 361 συμμετοχές.
Γεννημένος στις 22 Μαΐου του 1946 για πολλούς πέρα από ένας από τους κορυφαίους παίκτες της εποχής του, ήταν και ο πρώτος «σούπερσταρ» ποδοσφαιριστής. Το όνομα του και η εξωγηπεδική του ζωή γρήγορα έγιναν το νούμερο ένα ενδιαφέρον του κόσμου για αυτόν παρά οι ποδοσφαιρικές του ικανότητες. Εξάλλου με την φυγή του από το Μάντσεστερ το 1974 λόγω της άστατης ζωής του και της κατάχρησης του αλκοόλ δεν στέριωσε σε καμία ομάδα αλλάζοντας 15 ομάδες μέσα σε 10 χρόνια!
Γι’ αυτό το λόγο το τελευταίο ματς του Τζορτζ Μπεστ σαν σήμερα πριν από 47 χρόνια με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μπορεί να θεωρηθεί και ως το τελευταίο του σε κορυφαίο επίπεδο.
Στις 1 Ιανουαρίου του 1974, η Γιουνάιτεντ αντιμετώπισε την QPR την οποία νίκησε με 3-0 κάνοντας έτσι ένα όμορφο αναμνηστικό δώρο στον παίκτη που παρά τα όποια προβλήματα του, συνέδεσε το όνομα του ως θρύλος της ομάδας.
Η χρόνια άστατη ζωή του Μπεστ τον οδήγησε στον πρόωρο θάνατο σε ηλικία μόλις 59 ετών με αιτία θανάτου τον αλκοολισμό.
Μερικές ιστορικές ατάκες του Μπεστ για τον τρόπο ζωής του και τις… γυναίκες:
«Έχω σταματήσει να πίνω, αλλά μόνο όταν κοιμάμαι.»
«Το 1969 εγκατέλειψα τις γυναίκες και το αλκοόλ. Ήταν τα χειρότερα 20 λεπτά τις ζωής μου»
«Ξόδεψα το 90% των χρημάτων μου σε ποτά, κορίτσια και γρήγορα αυτοκίνητα. Τα υπόλοιπα απλώς τα σπατάλησα»
«Αν είχα γεννηθεί άσχημος, κανείς δεν θα ήξερε τον Πελέ»