Αν ζήσω, θα σε σκοτώσω. Αν πεθάνω, σε συγχωρώ. Ο άγραφος νόμος της σιωπής που γεννήθηκε πριν τη Μαφία και ζει ακόμα.
Αν ζήσω, θα σε σκοτώσω. Αν πεθάνω, σε συγχωρώ. Η ομερτά δεν είναι απλώς ένα έθιμο της Μαφίας.
Όταν μιλάμε για τη Μαφία, όλοι σκεφτόμαστε τον φόβο, τη βία, τα συμβόλαια θανάτου. Πίσω όμως από αυτά, υπήρχε πάντα ένας άγραφος νόμος, ένα σκοτεινό ήθος που γεννήθηκε πριν ακόμα υπάρξει Μαφία: η ομερτά. Μια αρχή που δεν καταγράφεται, αλλά μεταφέρεται σαν αίμα, σαν φόβος, σαν τρόμος για το τι θα συμβεί αν σπάσεις τη σιωπή.
Η ομερτά δεν είναι απλώς ένας κανόνας. Είναι τρόπος ζωής. Προέκυψε σε εποχές ξένης κατοχής, όταν ο Νότος της Ιταλίας πνιγόταν από τους Ισπανούς, όταν η δικαιοσύνη ήταν για τους πλούσιους και οι απλοί άνθρωποι δεν είχαν σε ποιον να στραφούν. Η λύση ήταν μία: να μη μιλάς. Ούτε στους ξένους, ούτε στους δικούς σου. Να μην προδώσεις κανέναν, ούτε καν αυτόν που σε μαχαίρωσε.
Ένα τραυματισμένο σώμα μπορεί να επουλωθεί. Ένα στόμα που μίλησε, ποτέ. Για τον νότιο άντρα, η σιωπή δεν ήταν αδυναμία – ήταν τιμή. Ακόμα κι αν κατηγορούταν άδικα, δεν θα μαρτυρούσε. Θα τιμωρούσε μόνος του. Ή θα άφηνε τον Θεό ή τη σφαίρα να κάνει τη δουλειά του.
Η πιο γνωστή φράση που αποδίδεται σ’ αυτόν τον κώδικα είναι σχεδόν ποιητική: «Αν ζήσω, θα σε σκοτώσω. Αν πεθάνω, σε συγχωρώ». Ειπώθηκε από έναν άντρα βαριά τραυματισμένο, προς εκείνον που τον πυροβόλησε. Και περνάει σαν θρύλος από γενιά σε γενιά, σαν όρκος.
Η ομερτά δεν δημιουργήθηκε από τη Μαφία – αλλά η Μαφία την αγκάλιασε. Την έβαλε στο κέντρο της δομής της. Έκανε τον ρουφιάνο τον χειρότερο εχθρό. Τον «πεντίτο» – τον μετανιωμένο – μια φιγούρα πιο μισητή από τον ίδιο τον δολοφόνο.
Ο πρώτος που έσπασε την ομερτά στην Αμερική και το πλήρωσε ακριβά, ήταν ο Joseph Valachi, το 1963. Έδωσε για πρώτη φορά επίσημα πληροφορίες για την Cosa Nostra. Όμως εκείνος που γκρέμισε την ομερτά στην Ιταλία ήταν ο Tommaso Buscetta, που άνοιξε την ψυχή του στον ανακριτή Φαλκόνε και άλλαξε την ιστορία.
Η ομερτά έχει μπει και στην ποπ κουλτούρα. Από τον Πούτσο στον «Νονό» μέχρι τον Drake και τη Rosalía, το να μη μιλάς είναι σήμα κατατεθέν του εγκληματία, του σκληρού, του «μάγκα». Όμως πίσω απ’ αυτό, υπάρχει ένα βαρύ ιστορικό φορτίο. Ένα «αντρικό» πρότυπο που λέει: μην κλάψεις, μην προδώσεις, μην μιλήσεις. Πέθανε όρθιος, αλλά σιωπηλός.
Κι έτσι συνεχίζεται.