Ανυσηχούσε για το πως θα φανεί στους τυφλούς ο Daredevil μέχρι που άρχισαν να του στέλνουν γράμματα
Ο Daredevil γεννήθηκε μέσα από μια αγωνία του Σταν Λι για το αν οι τυφλοί θα τον αποδεχθούν
Όταν ο Σταν Λι και η ομάδα του στη Marvel αποφάσιζαν να δημιουργήσουν έναν υπερήρωα που δεν βλέπει, αλλά έχει υπερανθρώπινες αισθήσεις, δεν φαντάζονταν ότι θα αγγίξουν τόσες καρδιές. Ο Daredevil έκανε την εμφάνισή του το 1964 και από την πρώτη στιγμή έφερνε μαζί του μια διαφορετική προσέγγιση στο τι σημαίνει ηρωισμός. Ήταν τυφλός, αλλά μπορούσε να ακούσει με ακρίβεια χιλιοστού, να εντοπίζει κινήσεις με τη μύτη του, να αισθάνεται αντικείμενα μέσα από δονήσεις. Ήταν υπερβολικό. Και ο Σταν Λι το ήξερε.
Η υπερβολή αυτή, όμως, δεν ήταν κυνισμός. Ήταν δημιουργική ελευθερία, αλλά ταυτόχρονα και ρίσκο. Ο Λι ανησυχούσε. Τι θα έλεγαν οι ίδιοι οι τυφλοί αναγνώστες; Θα ένιωθαν ότι χλευάζεται η κατάστασή τους; Ότι κάποιος που δεν βλέπει δεν γίνεται να «βλέπει» τον κόσμο τόσο καθαρά με τα υπόλοιπα αισθητήρια; Ήταν μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στη μυθοπλασία και στον σεβασμό. Ήθελε να προσφέρει έναν ήρωα που να τους εμπνέει, όχι να τους αποξενώνει.
Η απάντηση ήρθε από τους ίδιους. Από επιστολές. Από λέξεις γραμμένες με πάθος και συγκίνηση. Τυφλοί αναγνώστες, ή κυρίως συγγενείς τους, άρχισαν να στέλνουν γράμματα στον Σταν Λι και να του λένε ότι διάβαζαν δυνατά τα τεύχη του Daredevil σε ανθρώπους που δεν μπορούσαν να τα δουν, και πως εκείνοι λάτρευαν τον Ματ Μέρντοκ. Όχι μόνο γιατί ήταν ήρωας, αλλά γιατί ήταν δικός τους. Ένας από αυτούς. Κι ας είχε δυνάμεις φανταστικές, η καρδιά του χτυπούσε στον ίδιο ρυθμό.
Σε μια εποχή που οι άνθρωποι με αναπηρίες ήταν σχεδόν αόρατοι στα μέσα ενημέρωσης, ο Daredevil στεκόταν στο εξώφυλλο ενός περιοδικού και έλεγε: «Δεν χρειάζεται να βλέπεις για να πολεμάς το κακό». Ήταν κάτι πρωτοποριακό. Ήταν μια πρόκληση απέναντι στην κοινωνία και στις προκαταλήψεις της. Η αναγνώριση από την κοινότητα των τυφλών δεν ήταν απλώς μια ανακούφιση για τον Λι, αλλά μια επιβεβαίωση. Το κόμικ, παρότι γεμάτο υπερβολές, είχε καρδιά. Κι η καρδιά αυτή έγινε σύμβολο.
Ο Daredevil εξελίχθηκε, μεγάλωσε, άλλαξε συγγραφείς, έγινε πιο σκοτεινός, πιο ρεαλιστικός, πιο ψυχολογικός. Όμως η βασική του ταυτότητα έμεινε σταθερή: ένας ήρωας που δεν βλέπει, αλλά βλέπει καθαρότερα από πολλούς. Ένας ήρωας που ξεκίνησε από έναν φόβο – μη τυχόν και προσβάλει – και κατέληξε να εμπνέει ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Από εκείνη τη στιγμή, ο Σταν Λι δεν σταμάτησε ποτέ να μιλά για τα γράμματα που του έστειλαν. Ήταν από τις λίγες φορές που ένιωσε πως ένας ήρωας γεννήθηκε όχι για να πουλήσει, αλλά για να ακουστεί.