Η πασίγνωστη ταινία με την Κιμ Μπέισινγκερ που δεν έβγαλε ούτε τα έξοδά της. Δεν ήταν και καμία ακριβή παραγωγή εντωμεταξύ
Η ιστορία πίσω από την ταινία «Η... σεξωγήινη», που παρότι είχε την Κιμ Μπέισινγκερ και τον Νταν Ακρόιντ, δεν κατάφερε να καλύψει ούτε το κόστος της
Το 1988, την εποχή που το σινεμά αποθέωνε τις φαντασμαγορικές κωμωδίες επιστημονικής φαντασίας, το Χόλιγουντ πίστευε ότι είχε βρει τη χρυσή συνταγή: να βάλει την πανέμορφη Κιμ Μπέισινγκερ στον ρόλο μιας «σεξουαλικά αφελούς» εξωγήινης που έρχεται στη Γη. Η ταινία κυκλοφόρησε στην Ελλάδα με τον αλησμόνητο τίτλο «Η… σεξωγήινη» (πρωτότυπος τίτλος: «My Stepmother Is an Alien») και έμοιαζε εξαρχής προορισμένη για τεράστια εμπορική επιτυχία. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να αποτύχει ένα τέτοιο κόνσεπτ, ειδικά με πρωταγωνιστές τη διάσημη ηθοποιό και τον αγαπημένο κωμικό Νταν Ακρόιντ;
Κι όμως, τα πράγματα δεν πήγαν όπως υπολόγιζαν οι παραγωγοί. Η ταινία, αν και φαινομενικά είχε όλο το «πακέτο», απέτυχε τόσο δραματικά στα ταμεία που δεν κατάφερε να καλύψει ούτε το κόστος παραγωγής της, το οποίο δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλό για τα δεδομένα του Χόλιγουντ (περίπου 19 εκατομμύρια δολάρια). Κάτι η παράξενη πλοκή, κάτι οι παράλογες σεναριακές επιλογές—όπως μια τσάντα με μάτι που έχει τη δύναμη να παράγει διαμάντια και φορέματα—και κάτι το μπερδεμένο ύφος που δίσταζε ανάμεσα στο να γίνει οικογενειακή κωμωδία ή σεξουαλική σάτιρα, έφεραν το φιλμ μπροστά στην απογοήτευση κοινού και κριτικών.
Η Μπέισινγκερ υποδύεται την εξωγήινη Σελέστ, που έρχεται στη Γη για να βρει ποιος προκάλεσε ζημιά στον πλανήτη της με ένα ραδιοσήμα, και καταλήγει να ερωτευτεί τον αφηρημένο επιστήμονα (Νταν Ακρόιντ) που το προκάλεσε. Η ιστορία ήταν τόσο τραβηγμένη και σουρεαλιστική, που δεν μπορούσε να κρατήσει κανέναν σοβαρά προσηλωμένο. Παρόλα αυτά, η ίδια η Μπέισινγκερ θεωρήθηκε από μερίδα των κριτικών ως το μόνο πραγματικά ευχάριστο στοιχείο της ταινίας, χάρη στη φυσική της άνεση να παίζει την «αφελή» εξωγήινη που ανακαλύπτει γήινες απολαύσεις (όπως το φαγητό, το φιλί ή… τον έρωτα). Αξιοσημείωτος είναι και ο νεαρός τότε Τζον Λόβιτζ στον ρόλο του καχύποπτου αδελφού του επιστήμονα, που με τις γκριμάτσες του κατάφερε τουλάχιστον να σώσει τις λίγες στιγμές κωμωδίας που όντως δούλευαν.
Παρότι σήμερα η «Σεξωγήινη» μοιάζει περισσότερο με κινηματογραφικό ανέκδοτο, η ιστορία πίσω από την παραγωγή της έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αρχικά, το σενάριο προοριζόταν ως ένα δράμα με στοιχεία τρόμου και κοινωνικές αναφορές στην παιδική κακοποίηση, πριν μετατραπεί από την παραγωγή σε μια ανάλαφρη sci-fi κωμωδία. Αυτή η ασυνήθιστη μετατροπή, ωστόσο, δημιούργησε ένα τελικό αποτέλεσμα γεμάτο από αφηγηματικά κενά και παράξενες μεταβάσεις που δυσκόλευαν ακόμα και τους πιο καλοπροαίρετους θεατές.
Το πιο παράξενο απ’ όλα, όμως, ήταν ότι ενώ η «Σεξωγήινη» έμοιαζε με σίγουρη συνταγή επιτυχίας, η παταγώδης της αποτυχία έγινε το απόλυτο case study για το πώς ακόμα και τα πιο λαμπερά πρόσωπα του Χόλιγουντ μπορεί να πέσουν θύματα κακών επιλογών. Η αποτυχία ήταν τόσο έντονη, που σχεδόν κανείς από τους συντελεστές δεν ήθελε να τη θυμάται στις συνεντεύξεις που ακολούθησαν. Το φιλμ εξαφανίστηκε γρήγορα από τις αίθουσες, αλλά απέκτησε με τον καιρό τη δική του ιδιαίτερη cult φήμη ως ένα από τα πιο περίεργα αποτυχημένα πειράματα της δεκαετίας του ’80.
Κι έτσι, μια ταινία που είχε όλες τις προϋποθέσεις για να γίνει η απόλυτη sci-fi κωμωδία της εποχής της, κατέληξε να αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή, αλλά ταυτόχρονα και έναν μικρό, περίεργο θρύλο στην ιστορία του Χόλιγουντ. Άλλωστε, ποιος μπορεί να ξεχάσει εύκολα τον ελληνικό τίτλο «Η… σεξωγήινη»;