Ακρίβεια: Μπανανία αισχροκέρδειας – ΣΟΚ από τις διαφορές τιμών σε προϊόντα που πληρώνουμε πολύ ακριβότερα από άλλες χώρες της ΕΕ
Παράλογη ακρίβεια και κερδοσκοπικά παιχνίδια γονατίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά - Τι αποκάλυψε ρεπορτάζ του OPEN για τις τιμές σε Ελλάδα και ΕΕΑκρίβεια: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να επιδόθηκε σε επικοινωνιακά… νταηλίκια προς τις πολυεθνικές εταιρίες λέγοντας ότι η Ελλάδα δεν είναι μπανανία για να αισχροκερδούν ανεξέλεγκτα, άλλα τα ρεπορτάζ που καταγράφουν τις διαφορές τιμών μεταξύ Ελλάδας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών διαψεύδουν τον πρωθυπουργό και επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική αγορά έχει μετατραπεί σε «παράδεισο» της αισχροκέρδειας.
Η κοροϊδία προς τους Έλληνες καταναλωτές δεν έχει όριο, αφού διαπιστώνεται ότι στην Ελλάδα πληρώνουμε ακριβότερα τα ίδια προϊόντα που άλλες ευρωπαϊκές χώρες αγοράζουν πιο φθηνά, ενώ την ίδια ώρα διαθέτουν μεγαλύτερους ή και πολλαπλάσιους μισθούς. Σε σχετικό ρεπορτάζ του OPEN που παρουσιάστηκε στην τηλεόραση, διαπιστώθηκε ότι:
Συσκευασία δημητριακών 375 γραμμαρίων στην Ελλάδα κοστίζει από 2,66 μέχρι και 3,88 ευρώ, ενώ στις Βρυξέλλες είναι μόλις στα 2,27 ευρώ. Η διαφορά στο ίδιο προϊόν κυμαίνεται από 17% μέχρι 70%.
Βούτυρο γνωστής εταιρείας στο Λονδίνο κοστίζει 12,18 ευρώ ενώ στην Αθήνα ο καταναλωτής θα το βρει από 13,46 ευρώ μέχρι και 17,51 ευρώ το κιλό. Έτσι η διαφορά στο γνωστό βούτυρο κυμαίνεται από 10,5% μέχρι και 43,7% πιο ακριβό.
Ένα σοκαριστικό φαινόμενο αισχροκέρδειας στη χώρα μας παρατηρείται ιδιαιτέρως στα απορρυπαντικά, τα οποία – όπως σημειώνει το ρεπορτάζ – είναι έως και 361% πιο ακριβά σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Οι πολυεθνικές εταιρείες που κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στην αγορά απορρυπαντικών στην Ελλάδα είναι μόνο δύο (P&G – Unilever) και ελέγχουν το 66%, με το υπόλοιπο 34% να αντιστοιχεί σε μικρότερες εταιρείες και προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας των αλυσίδων του λιανεμπορίου. Οι τρομακτικές τιμές στα απορρυπαντικά είναι απτή απόδειξη ότι τα ολιγοπώλια και ο χαμηλός ανταγωνισμός μπορεί να εκτοξεύει τις τιμές στα ύψη και οι πολυεθνικές δεν βρίσκουν κανένα απολύτως εμπόδιο στο να σέρνουν όπως θέλουν τον «χορό» των ανατιμήσεων χωρίς καμία συνέπεια.
Αποκαλύπτεται λοιπόν ότι οι Έλληνες καταναλωτές είναι εγκλωβισμένοι στην μέγγενη μιας παράλογης ακρίβειας που στραγγαλίζει τα νοικοκυριά και από τη μεριά των επιχειρηματιών που αισχροκερδούν ανεξέλεγκτα, και από τη μεριά του κράτους που δεν κάνει τίποτε το ουσιαστικό να τους σταματήσει. Από τη μία πλευρά η κυβέρνηση δεν θέλει με τίποτα να μειώσει τους υψηλούς συντελεστές ΦΠΑ ώστε να μην μειωθούν τα υπερέσοδα από την φοροαφαίμαξη και από την άλλη εξασφαλίζουν ανοιχτό πεδίο στην αγορά για να οργιάζουν οι μεγάλοι «παίκτες» των πολυεθνικών. Άλλωστε ο Άδωνις Γεωργιάδης ομολόγησε την υποταγή της κυβέρνησης Μητσοτάκη στα συμφέροντα των πολυεθνικών λέγοντας ξεκάθαρα ότι είναι «αδύνατον να εντοπιστούν τα κόλπα των πολυεθνικών στην αγορά». Επομένως στην Αγγλία και το Βέλγιο μπορούν να εντοπίσουν τα κερδοσκοπικά «κόλπα», αλλά στην Ελλάδα δεν… μπορούν, πολύ απλά γιατί η κυβέρνηση δεν το επιθυμεί.
Όσον αφορά την άνιση μάχη που δίνουν οι Έλληνες καταναλωτές με το «τέρας» της ακρίβειας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, απολύτως ενδεικτικό παράδειγμα είναι το ανεξέλεγκτο ράλι ακρίβειας στο ελαιόλαδο. Με μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο μπορεί εύκολα να βρει κανείς τιμές πχ. σε Γαλλία, Φινλανδία, Βρετανία και Γερμανία που σε πολλές περιπτώσεις είναι κάτω από τα 10 ευρώ το λίτρο, δηλαδή φθηνότερα από τα ράφια των ελληνικών σούπερ μάρκετ.
Δηλαδή χώρες με ψυχρά κλίματα και χωρίς ελαιοπαραγωγή πουλάνε το λάδι φθηνότερα από την ελαιοπαραγωγική «υπερδύναμη» της Ελλάδας, διότι στην χώρα μας αφήνονται ανεξέλεγκτες οι κερδοσκοπικές τακτικές των μεσαζόντων που εκτοξεύουν την τιμή από το χωράφι έως το ράφι. Η εκρηκτική αύξηση της τιμής του ελαιόλαδου είναι πιο παράλογη ακόμα αν λάβει κανείς υπόψιν ότι στο ράφι βρίσκεται λάδι της περσινής σοδειάς, στην οποία δεν υπήρχε μειωμένη παραγωγή και άρα δεν δικαιολογείται ο καταιγισμός ειδήσεων από τα ΜΜΕ που αποδίδουν τις αυξήσεις στην κακή φετινή σοδειά.
Το όλο ζήτημα μοιάζει ένα κακοστημένο επικοινωνιακό παιχνίδι για να δικαιολογηθεί ο «νόμος» των καρτέλ αισχροκέρδειας που επιβάλλεται στην ελληνική αγορά με τις ευλογίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη.