Αλήθεια, έχεις γνωρίσει τον γέροντα Εφραίμ και δεν εύχεσαι να περάσει την περιπέτεια με τον κορονοϊό;
Αναρωτήθηκες γιατί;
Γιατί δεν εύχεσαι να γίνει καλά;
Τι σε κάνει να βλέπεις τον γέροντα αποστασιοποιημένος;
Τον γνώρισες; Του μίλησες; Τον άκουσες; Τον πήρες τηλέφωνο να μοιραστείς μαζί του τους προβληματισμούς σου;
Του ζήτησες να σε βοηθήσει και δεν το έκανε;
Τον έκρινες και δεν σε είδε με συμπάθεια, με αγάπη, με πατρική στοργή;
Και εγώ που τον γνώρισα;
Έχω το δικαίωμα να παρακαλάω τον Θεό να μας αφήσει για λίγο ακόμα τον γέροντα στη ζωή μας;
Μπορώ να γράψω για το τι έχει προσφέρει ο γέροντας τουλάχιστον δύο σελίδες. Μόνο με τα όσα γνωρίζει ο κόσμος, όχι τα όσα δεν θέλησε ποτέ να μαθευτούν.
Αλλά δεν θα το κάνω.
Δεν θα το κάνω γιατί ο ίδιος δεν θα το ήθελε, δεν το θέλει.
Το μόνο που θα ήθελε, το μόνο που θα ευχόταν, για το μόνο που προσεύχονταν είναι να είναι όλοι καλά. Και αυτοί που τον αγαπούν και αυτοί που τον «μισούν».
Θα μπορούσα να επιχειρηματολογήσω για το πόσο σημαντικός είναι ο γέροντας Εφραίμ. Δεν θα το κάνω.
Μπορείς όμως αν θες να μάθεις για τον γέροντα. Εύκολο είναι.
Εγώ θα προσευχηθώ για τον γέροντα Εφραίμ, να γίνει γρήγορα καλά. Να μας τον αφήσει λίγο ακόμα ο Θεός για να τον γνωρίσω καλύτερα. Όπως κάνουν και τόσοι άλλοι που προσεύχονται γι αυτόν.
Θα προσευχηθώ για τον γέροντα Εφραίμ, όπως προσεύχονταν, όπως προσεύχεται αυτός για εμένα. Χωρίς να του το ζητήσω. Γιατί είμαι σίγουρος πως αυτό κάνει ακόμα και τώρα.
Δεν νιώθω λύπη. Πώς θα μπορούσα άλλωστε. Νιώθω ηρεμία, γαλήνη και αισιοδοξία. Όπως κάθε φορά που τον άκουγα να μιλάει. Όπως κάθε φορά που ένιωθα την αγάπη του.
Μία φορά να τον είχες γνωρίσει, μία φορά να σου είχε μιλήσει, μία φορά να τον είχες δει θα καταλάβαινες τι εννοώ.
Μπορεί και τώρα να το καταλαβαίνεις.
Σου εύχομαι να γίνει καλά και να τον γνωρίσεις. Να τον ακούσεις. Αυτά που θα σου πει.
Και τότε θα προσεύχεσαι και εσύ μαζί μου, μαζί με τόσους άλλους, να τον έχει ο Θεός καλά.