Έγκλημα στα Τέμπη: Ανένδοτοι συνεχίζουν τον αγώνα της δικαίωσης οι συγγενείς των θυμάτων από το έγκλημα των Τεμπών, αναζητώντας ευθύνες για όλες τις «περίεργες» διαχειρίσεις της τραγωδίας, από την πρώτη στιγμή που αυτή συνέβη, έως και σήμερα.
Ο Σύλλογος Πληγέντων Τεμπών κατέθεσε συμπληρωματική μήνυση στο Δικαστικό Μέγαρο Λάρισας, κατά του τέως Περιφερειάρχη, Κώστα Αγοραστού, του τέως υπουργού Υγείας, Θάνου Πλεύρη, του πρώην υφυπουργού Μεταφορών, Μιχάλη Παπαδόπουλου, του γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, Βασίλη Παπαγεωργίου, και κατά στελεχών της πυροσβεστικής και της Πολιτικής Προστασίας.
Ουσιαστικά, οι συγγενείς των θυμάτων στρέφονται νομικά εναντίον όλων όσων συμμετείχαν στις έκτακτες συνεδριάσεις του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας για «τη διαχείριση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών» στις οποίες αποφασίστηκε κατά «περίεργο» τρόπο να απομακρυνθούν άρον- άρον τα συντρίμμια από τα αιματοβαμμένα βαγόνια και να γίνει το – ακατανόητης λογικής – μπάζωμα στο σημείο μηδέν της σιδηροδρομικής τραγωδίας.
Εκ μέρους του Συλλόγου Πληγέντων Τεμπών, ο Χρήστος Κωνσταντινίδης, μιλώντας στην ΕΡΤ Λάρισας δήλωσε ότι «τέτοιες εντολές, σε τέτοια γεγονότα νομιμοποιούνται να δίνουν μόνο οι δικαστικές αρχές».
Όλα αυτά τα συντρίμμια απομακρύνθηκαν μέσα σε 3 μέρες μετά την τραγωδία και μεταφέρθηκαν στη θέση Κουλούρι Λάρισας όπου αφέθηκαν πεταμένα και εκτεθειμένα στα στοιχεία της φύσης για 8 ολόκληρους μήνες σε ένα σημείο χωρίς στέγαστρο και χωρίς φύλαξη, μέχρι να… ξυπνήσουν ξανά οι Αρχές και να αναζητήσουν τα υπόλοιπα ανθρώπινα λείψανα μέσα στις λαμαρίνες.
Αποτέλεσμα αυτής της εξωφρενικής ολιγωρίας ήταν να μην επιστραφεί το σύνολο των σορών στις οικογένειες που θρηνούσαν, αλλά και βιολογικό υλικό που θα μπορούσε να δώσει χρήσιμα στοιχεία και πειστήρια να παραμένει πεταμένο σε έναν σιδερένιο «σκουπιδότοπο».
Το ακόμα πιο εξοργιστικό είναι ότι σχεδόν 10 μήνες μετά τη φονική σύγκρουση, ακόμα δεν έχει δοθεί ξεκάθαρη απάντηση για το ποιος έδωσε την εντολή να σαρωθεί ο τόπος του εγκλήματος, και οι ιθύνοντες πετούν το μπαλάκι των ευθυνών, ο ένας στον άλλον. Όταν όλα έδειχναν ότι ο Κώστας Αγοραστός ήταν πίσω από αυτήν την σκανδαλώδη απόφαση, εκείνος προς υπεράσπιση του εαυτού του έδειξε ως υπεύθυνους για το μπάζωμα του μαρτυρικού τόπου, τους υπουργούς και τα στελέχη υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνονται σήμερα στη μήνυση που κατέθεσαν οι οικογένειες των θυμάτων.
Μετά από τα συνταρακτικά ευρήματα τεχνικής έκθεσης των ανεξάρτητων πραγματογνωμόνων, οι πληγέντες καταγγέλλουν με ξεκάθαρο τρόπο την «εξοργιστικά ανεπαρκή διαχείριση του δυστυχήματος» και μιλούν για οργανωμένες προσπάθειες συγκάλυψης της αλήθειας.
Οι συγγενείς των θυμάτων πρόκειται να ενημερωθούν από τον εφέτη ανακριτή για τα αποτελέσματα της τελευταίας δειγματοληψίας από το έδαφος στο σημείο της τραγωδίας και των ελέγχων στα συντρίμμια για ανθρώπινα υπολείμματα από ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους.
Συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα στις 12 Δεκεμβρίου
Με φόντο αυτές τις εξελίξεις, ο Σύλλογος Πληγέντων Τεμπών μαζί με όσους συμπαραστέκονται σε αυτόν τον αγώνα για απόδοση δικαιοσύνης, ετοιμάζονται για τη νέα συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Συντάγματος που θα γίνει την ερχόμενη Τρίτη, 12 Δεκεμβρίου. Στη σχετική ανακοίνωση καλούνται τα μέλη, οι φίλοι και οι πολίτες που θέλουν να συμπαρασταθούν να δώσουν το «παρών» ενάντια «στην απαξίωση που υφίσταται, εδώ και εννέα μήνες, το στυγερό έγκλημα της δολοφονίας των Τεμπών, από όλους τους φορείς».
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του Συλλόγου «στο τόσο αυταπόδεικτο έγκλημα, στο τόσο ομολογημένο έγκλημα, η απαξίωση του συμβάντος που συγκλόνισε την Ελλάδα και των ποινικών ευθυνών που παραμένουν ακόμα χαμηλά και σε κατηγορητήριο και σε πρόσωπα, σημαίνει ένα πράγμα: ΣΥΓΚΑΛΗΨΗ.
Περιμένουμε από όλα τα κόμματα της Βουλής, να αποδώσουν τις πραγματικές ποινικές ευθύνες στα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα, για να οδηγηθούν στο ειδικό δικαστήριο. Οι υπηρέτες του λαού στο κοινοβούλιο να πράξουν το αυτονόητο, μην αφήνοντας αλλά συμφέροντα να τους επηρεάσουν και μην αφήνοντας την ατιμωρησία να νικήσει έναντι του δικαίου και της αλήθειας. Οι ένοχοι πρέπει να τιμωρούνται», καταλήγει.