Έγκλημα στα Τέμπη: Αλήθειες που σπαράζουν την καρδιά και προκαλούν οργή για το έγκλημα των Τεμπών, ακούστηκαν στη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα (26/2) στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ από συγγενείς θυμάτων και επιζώντες της τραγωδίας, αλλά και μέλη της επιτροπής διερεύνησης ανεξάρτητων πραγματογνωμόνων (ΕΔΑΠΟ).
«Μετά την καύση η τέφρα των νεκρών αποδίδεται στις οικογένειες. Των δικών μας νεκρών η τέφρα πετάχτηκε», δήλωσε η μητέρα του 22χρονου Γιώργου που σκοτώθηκε στο πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.
Στη μνήμη των συγγενών ζωντάνεψε η φρικιαστική στιγμή που το κράτος τους παρέδιδε από ένα σφραγισμένο φέρετρο, με κάμποσα απανθρακωμένα λείψανα των αγαπημένων τους. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν την ευκαιρία ούτε να κλάψουν τους νεκρούς τους με τον σεβασμό που αρμόζει σε ότι απέμεινε από εκείνους.
Με μια βιαστική επιχείρηση από πλευράς πολιτείας, έγινε η πρώτη περισυλλογή των σωρών που ταυτοποιήθηκαν μέσω DNA, και οι υπόλοιπες στάχτες που έμειναν πίσω, πετάχτηκαν σε ένα χωράφι του ΟΣΕ μαζί με τα βαγόνια. Η τέφρα πετάχτηκε σε υποτιθέμενο σημείο φύλαξης, που περισσότερο έμοιαζε με σκουπιδότοπο από λαμαρίνες.
Και όχι μόνο πετάχτηκαν οι στάχτες, αλλά – όπως αποδείχθηκε – έμειναν πίσω ακόμα και ανθρώπινα λείψανα, που οι αρμόδιες αρχές παράτησαν εκεί για 8 ολόκληρους μήνες, μέχρι που ο εφέτης ανακριτής άκουσε επιτέλους τις εκκλήσεις των συγγενών και των πραγματογνωμόνων, και έδωσε εντολή σε ιδιώτη να βρει τα εναπομείναντα λείψανα με τη βοήθεια ειδικά εκπαιδευμένων σκύλων.
Είναι πραγματικά ασύλληπτο σαν σκέψη. Δεκάδες οικογένειες δεν μπόρεσαν να συγκεντρώσουν ούτε όλη την τέφρα των δικών τους. Γιατί είχαν απέναντί τους μια Πολιτεία που όχι μόνο ενορχηστρώνει τις προσπάθειες συγκάλυψης, αλλά ούτε καν δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή για να ταφούν αυτοί οι άνθρωποι όπως πρέπει.
Η ΕΔΑΠΟ στα συμπεράσματά της κάνει λόγο για «σωρεία ανθρώπινων λαθών και παραλείψεων» η οποία «βρήκε πρόσφορο έδαφος σε ένα περιβάλλον συνολικής περιφρόνησης κανονισμών και διαδικασιών». Παράλληλα υπογραμμίζεται ότι «η σταδιακή κατάρρευση συστημάτων και διαδικασιών δεν οδήγησε σε καμία λήψη μέτρων (μείωση ταχυτήτων, αραίωση των δρομολογίων, επιπλέον προσωπικό, επιπλέον έλεγχοι)».
Οι πραγματογνώμονες οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα, πως ακόμα και ενώ όλες οι προβλεπόμενες δικλείδες ασφαλείας δεν λειτουργούσαν (τηλεδιοίκηση, σύστημα ETCS, σύστημα GSM- R κ.λπ), θα έφτανε να λειτουργούσε μόνο η φωτοσήμανση για να αποτραπεί η μεγάλη τραγωδία. Όμως δεν δούλευε ούτε αυτή. Ο σιδηρόδρομος δεν λειτουργούσε απλά σε συνθήκες προ 60 ετών, αλλά ήταν και τελείως «τυφλός».
Όπως σημειώνεται από την επιτροπή «η συνολική έλλειψη κουλτούρας ασφαλείας στον Σιδηρόδρομο δεν επιτρέπει ακόμα και σήμερα», έναν χρόνο μετά το τραγικό δυστύχημα «την ουσιαστική αξιοποίηση των συμπερασμάτων για το συγκεκριμένο δυστύχημα προκειμένου να αποφευχθεί το επόμενο».
Η ΕΔΑΠΟ καταγράφει μία προς μία τις παραλείψεις που ακόμα υφίστανται στον σιδηρόδρομο ο οποίος παραμένει απαρχαιωμένος και επικίνδυνος με ευθύνη του Κώστα Αχ. Καραμανλή και των διαδόχων του στο υπουργείο Μεταφορών.
H Eπιτροπή κατέγραψε μία προς μία τις παραλείψεις έναν χρόνο μετά το έγκλημα στα Τέμπη
Όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή, ότι έναν χρόνο μετά το τραγικό δυστύχημα:
Κανονισμοί ραδιοτηλεφωνίας δεν τηρούνται
- Δεν έχει γίνει επικαιροποίηση του απαρχαιωμένου ΓΚΚ και των λοιπών κανονισμών λειτουργίας
- Δεν υπάρχουν Ελάχιστες Απαιτήσεις Λειτουργίας με σαφή κλιμάκωση λήψης επιπρόσθετων μέτρων
- Δεν λαμβάνονται μέτρα (π.χ. Βραδυπορίες) σε άμεση αντίδραση σε υποβάθμιση τεχνικών προδιαγραφών λόγω βλάβης
- Δεν υπάρχει καμία διαδικασία πραγματικού ελέγχου της εφαρμογής του ΓΚΚ και καμία αξιολόγηση της επίδοσης του προσωπικού σε κρίσιμες θέσεις για την ασφάλεια
Η ΕΔΑΠΟ έδωσε στη δημοσιότητα και το ακριβές χρονολόγιο των ερευνών σύμφωνα με το οποίο:
- 13 Μαρτίου ολοκλήρωση ερευνών για θύματα
- 29 Μαρτίου πρώτη χημική δειγματοληψία ΓΧΚ
- 31 Μαΐου τυχαία ανεύρεση ανθρώπινων υπολειμμάτων ΔΕΥΤΕΡΑ
- 29 Σεπτεμβρίου δειγματοληψία σε ΑΤ Τεμπών
- 25 Οκτωβρίου δεύτερη χημική δειγματοληψία ΓΧΚ
- 15-16 Νοεμβρίου έρευνες για ανθρώπινα υπολείμματα
- 21 Δεκεμβρίου ολοκλήρωση ερευνών για ίχνη DNA