Γιορτάζει σήμερα η Αγία Βαρβάρα!
Η πολύπαθη ζωή και τα μαρτύρια της Αγίας Βαρβάρας που προστατεύει το πυροβολικό της Ελλάδας και της συγκρατούμενής της, μάρτυρος Ιουλιανής, που γιορτάζουμε σήμερα (4/12) την μνήμη τους.Η Αγία Βαρβάρα γεννήθηκε στην Ηλιούπολη του Λιβάνου (σημερινό Μπάαλμπεκ). Η εποχή που μεγάλωσε λέγεται ότι ήταν λίγο πριν το τέλος του 3ου μ.Χ. αιώνα. Την πρωτοχριστιανική εκείνη περίοδο γίνονταν διώξεις των Χριστιανών.
Η ανατροφή της Αγίας ήταν ιδιαίτερη. Στην πραγματικότητα μεγάλωσε απομακρυσμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, κλεισμένη σε έναν πύργο. Στον πύργο αυτόν την επισκεπτόταν καθημερινά μια χριστιανή υπηρέτρια, η οποία και την φρόντιζε. Η Αγία, να σημειώσουμε εδώ, δεν είχε μητέρα και αδέλφια και ο πατέρας της πίστευε ότι με τον εγκλεισμό της θα την κρατούσε μόνη και ανύπαντρη, μακριά από τις κακοτοπιές και τις δυσκολίες της ζωής.
Μέσω της υπηρέτριας η Αγία μυήθηκε στην χριστιανική λατρεία. Η απομόνωση του πύργου την βοήθησε να αφοσιωθεί στο έργο της προσευχής και της μελέτης των γραφών. Τα χρόνια όμως της ηρεμίας και της πνευματικής καλλιέργειας έφτασαν στο τέλος τους. Αφορμή δόθηκε ένα κτίσμα που φτιάχτηκε ύστερα από εντολή του πατέρα της. Μία πανέμορφη δημόσια κρήνη με νερό στολισμένη με εκπληκτικά μάρμαρα και δύο παράθυρα. Αυτά τα παράθυρα είδε η Αγία Βαρβάρα και ζήτησε να γίνουν τρία, για να συμβολίζει ο αριθμός την Αγία Τριάδα. Επίσης, με το δάχτυλό της έκανε το σημείο του σταυρού στο μάρμαρο και από θαύμα αυτό έγινε εγχάρακτο καλλιτέχνημα.
Είδε ο πατέρας της από μακριά τα τρία παράθυρα και πλησίασε να ζητήσει εξηγήσεις από τον αρχιτέκτονα. Οι τεχνίτες αφού τον ενημέρωσαν με ποιανού εντολή έκαναν ένα επιπλέον παράθυρο, του έδειξαν και το θαύμα του σταυρού. Τόση ήταν η οργή του πατέρα που πήρε το σπαθί του και όρμησε να σκοτώσει την κόρη του. Φοβισμένη η Αγία Βαρβάρα κίνησε για το βουνό μήπως και γλιτώσει. Σε κάποιο σημείο είδε έναν βράχο και κρύφτηκε. Εκεί αναφέρεται το θαύμα ότι ο βράχος αυτός αγκάλιασε την Αγία και την έσωσε από την μανία του πατέρα της προσωρινά. Απογοητευμένος ο πατέρας της, ο Διόσκουρος, στον δρόμο του γυρισμού συνάντησε δύο βοσκούς και τους ρώτησε αν είχαν δει την κόρη του. Εκείνοι, ενώ ήξεραν που ήταν η Αγία, αρχικά δεν του είπαν. Στην συνέχεια όμως του έδειξαν.
Ο σκληρός πατέρας την κυνήγησε και την έπιασε. Την έκλεισε σε φρουρούμενο χώρο για να μην επαναληφθεί η φυγή της. Δεν έφτανε όμως αυτό, πήγε και στον ηγεμόνα της περιοχής που εκτελούσε και χρέη δικαστή και την κατήγγειλε ως χριστιανή. Ο ηγεμόνας αντικρίζοντας την πανέμορφη Βαρβάρα έχασε τα λόγια του και προσπάθησε να την καλοπιάσει. Στην συμπεριφορά του ηγεμόνα Μαρκιανού έμεινε ανένδοτη. Συνέπεια της άρνησής της ήταν φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά μαστιγώθηκε και έπειτα έτριψαν τις πληγές της με τρίχινα υφάσματα. Η Αγία Βαρβάρα ζούσε ακόμα και γι αυτό την έριξαν στην φυλακή.
Το βράδυ εκείνο έγιναν δύο θαύματα. Το πρώτο ήταν ότι οι πληγές της Βαρβάρας έκλεισαν και έγινε υγιής. Το δεύτερο ήταν ότι μια συγκρατούμενή της, χριστιανή και αυτή, βλέποντας τα βασανιστήρια που είχαν κάνει στην Βαρβάρα, δείλιασε. Ήταν έτοιμη να αρνηθεί τον χριστιανισμό. Αφού όμως αντιλήφθηκε το θαυμαστό γεγονός της θεραπείας της Αγίας, πήρε θάρρος και αποφάσισε να ακολουθήσει την Αγία στο μαρτύριο.
Ο ηγεμόνας Μαρκιανός βρέθηκε μπροστά στο θαύμα, το απέδωσε όμως στους δικούς του θεούς. Αντίθετα η Αγία Βαρβάρα συνέχισε να υποστηρίζει την δική της θρησκεία. Και το μαρτύριο συνεχίστηκε. Διέταξε, λοιπόν, να ξύσουν με σιδερένια νύχια το δέρμα της, να κάψουν τις πληγές και να χτυπήσουν με σφυρί το κεφάλι της. Τα ίδια υπέμεινε με θαυμαστό κουράγιο και η συγκρατούμενη της Αγίας, η Ιουλιανή. Η μία έδινε κουράγιο στην άλλη και διαρκώς προσεύχονταν στον Θεό, να τις ενδυναμώνει. Γι αυτό τον λόγο τις χώρισε ο Μαρκιανός. Την Ιουλιανή την έριξε στην φυλακή και την Αγία την έσυρε γυμνή στους δρόμους. Για ακόμα μία φορά από θαύμα το σώμα της έγινε αόρατο και κανείς δεν κατάλαβε τι ακριβώς έγινε.
Το τέλος ήρθε, όταν λίγο αργότερα ανακοινώθηκε από τον σκληρό ηγεμόνα ο θάνατος των δύο μαρτύρων με αποκεφαλισμό. Την Αγία Βαρβάρα μάλιστα πρόθυμα θα εκτελούσε ο πατέρας της. Οι δύο γυναίκες προσευχήθηκαν στον Θεό και ήρεμες πλησίασαν στον τόπο του μαρτυρίου τους. Έτσι αναχώρησαν για τον ουρανό. Την στιγμή εκείνη, λέγεται από τους βιογράφους, Ιωάννη τον Δαμασκηνό και Συμεών τον Μεταφραστή, ότι έπεσε κεραυνός και κτύπησε τον άσπλαχνο πατέρα της.
Θάνος Ανδρεάδης
Αλέξης Κούγιας: Κατέθεσε αίτημα αποφυλάκισης του ενεχυροδανειστή