Κορονοϊός: Καταργούν πασίγνωστο αντιβιοτικό για την αντιμετώπισή του
Στην κατάργηση ενός πασίγνωστου αντιβιοτικού προχώρησαν οι ειδικοί καθώς έκριναν πως δεν είναι ικανό να βοηθήσει προκειμένου να περιοριστεί ο κορονοϊός.Στην κατάργηση ενός πασίγνωστου αντιβιοτικού προχώρησαν οι ειδικοί καθώς έκριναν πως δεν είναι ικανό να βοηθήσει προκειμένου να περιοριστεί ο κορονοϊός.
Κορονοϊός: Τα κρούσματα στη χώρα μας και τη χθεσινή ημέρα παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα, με τους ειδικούς να προσπαθούν να βρούνε μια λύση, τη στιγμή που προχώρησαν στη κατάργηση ενός πασίγνωστου αντιβιοτικού που αποδείχθηκε πως όχι απλά δεν βοηθάει να περιοριστεί ο ιός αλλά είναι ικανό να εντείνει τους κινδύνους ανάπτυξης αντοχής σε άλλες λοιμώξεις από μικρόβια.
Πιο συγκεκριμένα, το αντιβιοτικό αζιθρομυκίνη δεν θα πρέπει να χορηγείται πλέον στους ασθενείς με COVID – 19 σύμφωνα με νεότερη μελέτη, καθώς δεν προστατεύει από επιδείνωση της ασθένειας, νοσηλεία ή θάνατο.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, η αζιθρομυκίνη δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται καθόλου στα περιστατικά κοροναϊού, και όλες οι χώρες θα πρέπει να διακόψουν τη χρήση του φαρμάκου για το λόγο αυτό, καθώς παραμένει ο κίνδυνος ανάπτυξης αντοχής στο συγκεκριμένο αντιβιοτικό, με αποτέλεσμα την αδυναμία χρήσης του για άλλες λοιμώξεις.
Η σχετική μελέτη από τον δρ Τίμοθι Χίνκς από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το Νοσοκομείο Τζον Ράντκλιφ και τους συνεργάτες του, παρουσιάστηκε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμώξεων, ενώ δημοσιεύτηκε και στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.
Η πανδημία δεν έφερε μόνο βιασύνη για την ανάπτυξη νέων θεραπειών, αλλά και έρευνες σε ήδη εγκεκριμένα φάρμακα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στη μάχη κατά του ιού. Η αζιθρομυκίνη είναι ένα αντιβιοτικό που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία σοβαρών θωρακικών λοιμώξεων, συμπεριλαμβανομένων των πνευμονιών και της ανθεκτικής στα φάρμακα φυματίωσης, του τραχώματος, που αποτελεί αιτία τύφλωσης, λοιμώξεων στα ιγμόρεια, της νόσου του Lyme, λοιμώξεων του δέρματος και ορισμένων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων όπως τα χλαμύδια.
Οι αντιβακτηριακές, αντιφλεγμονώδεις και αντιιικές ιδιότητες της αζιθρομυκίνης θεωρήθηκε ότι θα μπορούσαν να έχουν θεραπευτική ισχύ έναντι του COVID-19. Ωστόσο, υπάρχει έλλειψη δεδομένων από τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες αζιθρομυκίνης για τη θεραπεία της ήπιας έως μέτριας νόσου COVID-19.
Στην εν λόγω μελέτη, οι συγγραφείς αξιολόγησαν την αζιθρομυκίνη ως προς την αποτελεσματικότητά της στη μείωση της νοσηλείας σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια COVID-19. Οι ασθενείς είχαν συμπτώματα αρκετά σοβαρά για να αναζητήσουν διάγνωση από το νοσοκομείο, αλλά όχι αρκετά σοβαρά, τουλάχιστον στην αρχή, ώστε να χρειαστούν νοσηλεία και παροχή οξυγόνου.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 19 κέντρα στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε 298 ενήλικες που έφτασαν στο νοσοκομείο με κλινικά διαγνωσμένη πολύ πιθανή ή επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19 και με συμπτώματα για λιγότερο από 14 ημέρες, που θεωρήθηκαν κατάλληλα για νοσοκομειακή αξιολόγηση, παροχή αγωγής και παρακολούθηση από το σπίτι. Στους μισούς ασθενείς χορηγήθηκε αζιθρομυκίνη (500 mg ημερησίως από το στόμα για 14 ημέρες) και οι άλλοι μισοί (τυχαία) τέθηκαν μόνο σε παρακολούθηση από το σπίτι. Το κύριο αποτέλεσμα ήταν η διαφορά στο ποσοστό θανάτων ή εισαγωγών στο νοσοκομείο από οποιαδήποτε αιτία τις επόμενες 28 ημέρες.
Οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία διαφορά μεταξύ της ομάδας που πήρε αζιθρομυκίνη και της ομάδας ελέγχου στον κίνδυνο να προχωρήσει η λοίμωξη σε νοσηλεία ή θάνατο. Εξήγησαν ότι, σε αντίθεση με άλλες μελέτες, επιλέχθηκε η υψηλή δόση αζιθρομυκίνης (500 mg ημερησίως) και μακράς διάρκειας (14 ημέρες) για να διασφαλιστεί ότι η μελέτη αξιολόγησε επαρκώς τα πιθανά αντιιικά, αντιβακτηριακά και αντιφλεγμονώδη οφέλη. Το COVID-19 θεωρείται ότι έχει μια ξεχωριστή αρχική φάση με υψηλό ιικό φορτίο και μια δεύτερη, φλεγμονώδη φάση σε ορισμένα άτομα, και ως εκ τούτου η αξιολόγηση της αντιικής δραστηριότητας έπρεπε να ελεγχθεί στην αρχική φάση της νόσου πριν την έναρξη της σοβαρής νόσου.
Ταυτόχρονα, δεν ήταν γνωστό ποια δόση θα ήταν ικανή για επαρκή αντιφλεγμονώδη δράση, επομένως ήταν απαραίτητο να δοθεί υψηλή δόση μακράς διάρκειας για να διασφαλιστεί ότι το αντιφλεγμονώδες αποτέλεσμα ελέγχθηκε στη διάρκεια του δεύτερου σταδίου της καταιγίδας των κυτοκινών και η οποία συχνά είναι θανατηφόρα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «αυτή η έρευνα σε άτομα με κλινικά διαγνωσμένο ήπιο-μέτριο COVID-19 κατάφεραν χωρίς εισαγωγή στο νοσοκομείο, η προσθήκη αζιθρομυκίνης στην καθιερωμένη θεραπεία δεν μείωσε τον κίνδυνο μεταγενέστερης νοσηλείας ή θανάτου ή χρόνου νοσηλείας. Αυτό το εύρημα, σε συνδυασμό με σαφή αρνητικά αποτελέσματα από άλλες μελέτες σε όλη τη διάρκεια της νόσου, από ασθενείς χαμηλού κινδύνου σε πρώιμα στάδια, μέχρι τη σοβαρή νοσοκομειακή νόσο, παρέχει ισχυρή επιβεβαίωση ότι η αζιθρομυκίνη δεν είναι αποτελεσματική θεραπεία στην COVID-19. Είναι σημαντικό οι κλινικοί γιατροί παγκοσμίως να σταματήσουν να χρησιμοποιούν αυτό το φάρμακο ως θεραπεία για τον κορονοϊό. Τώρα γνωρίζουμε ότι δεν είναι αποτελεσματικό και χρειαζόμαστε επειγόντως να προστατέψουμε τους ασθενείς από την πραγματική απειλή της αντοχής στα αντιβιοτικά, ιδίως αυτής της πολύτιμης κατηγορίας».
Διαβάστε επίσης: