ΚΟΙΝΩΝΙΑ

«Μπουρλότο» από ΣτΕ στο σκάνδαλο υποκλοπών: Αντισυνταγματικός ο νόμος της κυβέρνησης που απαγορεύει την ενημέρωση όσων παρακολουθούνται

Ομόφωνα αντισυνταγματικός από την Ολομέλεια του ΣτΕ, κρίθηκε ο νόμος Τσιάρα που έκρυβε τα ίχνη και τους σκοπούς των μαζικών παρακολουθήσεων

Ομόφωνα αντισυνταγματικός από την Ολομέλεια του ΣτΕ, κρίθηκε ο νόμος Τσιάρα που έκρυβε τα ίχνη των μαζικών παρακολουθήσεων.
Συντάκτης: Αλέξανδρος Ορφανίδης Χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά

Φωτιά στο πολιτικό σκηνικό έρχεται να βάλει η απόφαση του ΣτΕ να κρίνει αντισυνταγματικό το νόμο συγκάλυψης που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 2021 ο οποίος απαγόρευε να ενημερωθούν οι παρακολουθούμενοι για τους λόγους για τους οποίους παρακολουθούνταν.

Με ομόφωνη απόφασή της, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι το μέτρο καθολικής απαγόρευσης ενημέρωσης όσων πιστεύουν ότι παραβιάζονται τα δικαιώματά τους από παρακολουθήσεις, είναι μη συμβατό με το Σύνταγμα. Και ως εκ τούτου το ΣτΕ καλεί τον πρόεδρο της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστο Ράμμο, να γνωστοποιήσει στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Νίκο Ανδρουλάκη, την εισαγγελική εντολή για την παρακολούθησή του, καθώς και τον φάκελο με το υλικό που έχει συλλέξει η ΕΥΠ.

Να υπενθυμίσουμε ότι υπό το βάρος της κριτικής που δεχόταν η κυβέρνηση για το σκάνδαλο των υποκλοπών, το Μαξίμου είχε διαρρεύσει το επιχείρημα ότι ο κ. Ανδρουλάκης παρακολουθείτο για «εθνικούς λόγους». Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός τα «γύρισε» και είπε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης «δεν αποτελεί κανένα κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια» και ότι «δεν έπρεπε ποτέ να βρίσκεται υπό καθεστώς παρακολούθησης».

Σαν πρώτη και βασική παρατήρηση για το ζήτημα, πρέπει να τονίσουμε ότι πλέον και με τη «βούλα» του ΣτΕ αποδείχθηκε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει αντισυνταγματικούς νόμους. Αυτό από μόνο του αποτελεί όνειδος για το Μαξίμου, για μια παράταξη που ισχυρίζεται ότι αποτελεί… «εγγύηση» για τη δημοκρατία.

Και μάλιστα πάνω στον συγκεκριμένο νόμο που απέρριψε το ΣτΕ, και τον είχε φέρει στη Βουλή ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, «πάτησε» όλη η επιχείρηση μαζικών παρακολουθήσεων που φέρεται να έγινε σε κινητά πολιτικών αρχηγών, υπουργών, βουλευτών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών, ακόμα και καλλιτεχνών.

Την προσεχή Δευτέρα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θα πάει στην ΑΔΑΕ να ενημερωθεί από τον πρόεδρό της Χρήστο Ράμμο και μένει να δούμε πως θα κινηθεί κατόπιν. Με παρέμβασή του στη Βουλή, ο κ. Ανδρουλάκης έκανε λόγο για «μέρα της νίκης του κράτους δικαίου απέναντι στο παρακράτος των υποκλοπών της ΝΔ», για «ήττα προσωπική του πρωθυπουργού, γιατί ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως να φτιαχτεί ένας αντισυνταγματικός νόμος που στόχο είχε να κρύψει και να συγκαλύψει τις πομπές του ίδιου και του κ. Δημητριάδη», ενώ προειδοποίησε ότι «θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα με τις θεσμικές μας πρωτοβουλίες».

Τα πολιτικά «παχιά» λόγια μπορεί να φαντάζουν ωραία σε πολλούς, αλλά το ζήτημα εξαρτάται απόλυτα από το δια ταύτα. Ο κ. Ανδρουλάκης οφείλει να λάβει γνώση του υλικού παρακολούθησης που τον αφορά, αλλά φυσικά δεν επιτρέπεται να αρκεστεί σε αυτό. Οφείλει και να κοινοποιήσει στον λαό ολόκληρη την αλήθεια για τους λόγους παρακολούθησής του, προκειμένου να πέσει φως σε αυτό το τόσο δύσοσμο σκάνδαλο των υποκλοπών.

Απομένει λοιπόν να δούμε πώς θα διαχειριστεί το θέμα ο Χρήστος Ράμμος και τι θα πράξει τελικώς ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ…

Η απόφαση του ΣτΕ και το σκεπτικό της:

Η  Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόεδρο την Ευαγγελία  Νίκα και εισηγήτρια τη σύμβουλο Επικρατείας Μαρλένα Τριπολιτσιώτη, έκανε μερικά δεκτή την αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξης του  προέδρου της ΑΔΑΕ, με την οποία απορρίφθηκε το από 7.9.2022 αίτημα του Νίκου Ανδρουλάκη να του γνωστοποιηθούν η εισαγγελική διάταξη και ο πλήρης φάκελος με το υλικό που είχε συλλεγεί, μετά την επιβολή σε βάρος του, του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του

Συγκεκριμένα το ΣτΕ έκρινε:

«Η ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίσθηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 19 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη.

Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που ερείδεται στην ανωτέρω ανίσχυρη διάταξη, είναι μη νόμιμη, και για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, η πράξη αυτή να ακυρωθεί εν μέρει και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Α.Δ.Α.Ε. για νέα, νόμιμη κρίση, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με την κριθείσα ως ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, διότι, όπως έγινε δεκτό, ο νεώτερος ν. 5002/2022 δεν είναι εφαρμοστέος σε εκκρεμή αιτήματα γνωστοποίησης στον θιγόμενο μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του ληφθέντος υπό προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς· τούτο δε διότι με τον νεώτερο αυτό νόμο εισήχθη ένα νέο νομοθετικό καθεστώς που καταλαμβάνει όλη τη διαδικασία επιβολής της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, από την υποβολή του σχετικού αιτήματος και την έγκριση του επίμαχου μέτρου έως τη γνωστοποίηση της άρσης του.

Το καθεστώς αυτό αποτελεί ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή, οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του οποίου προσιδιάζουν στις αιτήσεις άρσης του απορρήτου που υποβάλλονται δυνάμει του διατάξεών του, προκειμένου να διεκπεραιωθούν κατά τις ειδικές ρυθμίσεις του και τις εγγυήσεις που το ίδιο θεσπίζει.

Τούτο επιρρωννύεται από την απουσία μεταβατικών διατάξεων, ισχύει δε κατά μείζονα λόγο προκειμένου για πολιτικά πρόσωπα, όπως ο αιτών, για τα οποία προβλέπεται ειδική δημόσια αρχή για την κίνηση της διαδικασίας υποβολής του αιτήματος άρσης του απορρήτου και ειδικό όργανο για την χορήγηση της πρώτης από τις δύο συνολικά απαιτούμενες άδειες έγκρισής του».

Αντίθετα, το ΣτΕ  αποφάνθηκε ότι «η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που απέρριψε το αίτημα του αιτούντος να ενημερωθούν ο Πρόεδρος της Βουλής και οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων για το περιεχόμενο της εισαγγελικής διάταξης περί άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, αιτιολογείται νομίμως, ο δε περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος».

Exit mobile version