Τέμπη: Μια αποστομωτική και συγκλονιστική απάντηση έδωσε ο Βαγγέλης Βλάχος που έχασε τον αδερφό του στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, στο σύνθημα που χρησιμοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο πρώτο προεκλογικό σποτ της ΝΔ, δηλαδή το «γυρίζουμε πίσω ή προχωράμε μπροστά».
Με ένα κείμενο μόλις 44 λέξεων, ο αδερφός του αδικοχαμένου Βάϊου Βλάχου κονιορτοποίησε το τετριμμένο σλόγκαν του πρωθυπουργού:
«”Γυρίζουμε πίσω ή προχωράμε μπροστά”
Η λογική πλάνη του ψευδούς διλήμματος.
Κάτι τέτοιο σκέφτηκαν και στις 28/2/23 στα #Τεμπη_εγκλημα και τελικά αποφάσισαν “πάμε και όπου βγει”.
Ναι εγώ θέλω να γυρίσω πίσω στον Ιούλιο του 19. Όταν υπήρχε τηλεδιοίκηση. Όταν υπήρχε ο αδερφός μου».
Προφανώς, η σπαρακτική διαπίστωση του Βαγγέλη, έχει να κάνει με το αναμφισβήτητο πλέον γεγονός που επιβεβαιώθηκε και από το πόρισμα της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων που όρισε η κυβέρνηση, ότι στο σιδηροδρομικό δίκτυο της Λάρισας δεν υπήρχε καμίας μορφής τηλεδιοίκηση και πως αυτή σταμάτησε να λειτουργεί μετά την καταστροφική πυρκαγιά του Ιουλίου του 2019 στην περιοχή Ζάχαρης Λάρισας. Άρα για σχεδόν 4 ολόκληρα χρόνια, με απόλυτη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη, το σιδηροδρομικό δίκτυο παρέμενε «τυφλό» και οι επιβάτες των τρένων διέτρεχαν καθημερινό κίνδυνο.
Τι να πει κανείς σε αυτόν τον άνθρωπο και πόσο φαιδρό πρέπει να μοιάζει το προεκλογικό τσιτάτο του Κ. Μητσοτάκη στα αυτιά όλων των χαροκαμένων ανθρώπων που θρηνούν για όσους έχασαν στα Τέμπη;
Όλες αυτές οι οικογένειες που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους σε αυτό το προδιαγεγραμμένο έγκλημα, δεν βλέπουν κανένα «μπροστά» στα παχιά λόγια του Κυριάκου Μητσοτάκη που συμπεριφέρεται σαν να μην συνέβη επί των ημερών του το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα της ελληνικής ιστορίας, ως αποτέλεσμα των πολιτικών του. Βλέπουν μόνο μια εξοργιστική προσπάθεια συγκάλυψης και υποβάθμισης του ζητήματος, και αυτό είναι που προσλαμβάνουν από τα ψευτοδιλήμματα του πρωθυπουργού.
Κάποιοι βρίσκουν παρηγοριά μόνο στο παρελθόν, και συγκεκριμένα πριν από τη μοιραία νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου, και αναπολούν με πόνο τον καιρό που οι άνθρωποι τους ήταν ακόμα ζωντανοί. Για όλες αυτές τις οικογένειες, «πάγωσε» ο χρόνος και δεν υπάρχει «πίσω» και «μπροστά», άλλα μόνο ένα αίσθημα ανείπωτης αδικίας. Διότι αν λειτουργούσε το σύστημα τηλεδιοίκησης, τα – τουλάχιστον – 57 άτομα που σκοτώθηκαν, θα είχαν γλυτώσει, θα είχαν φτάσει στα σπίτια τους και θα συνέχιζαν τη ζωή τους.