Η ιστορία της πανέμορφης Μπλανς Μονιέ είναι συνταρακτική, θυμίζοντας στους Έλληνες εκείνη της Ελένης από το Κωσταλέξι Φθιώτιδας.
Γεννήθηκε την 1η Μαρτίου 1849 στο Πουατιέ της Βιέν και καταγόταν από οικογένεια ευγενών.
Πολλοί ήταν οι άνδρες που ορέγονταν να κατακτήσουν την καρδιά της, αφού εκτός από πλούσια, ήταν καλλονή.
Το 1874 θέλησε να παντρευτεί έναν δικηγόρο, ο οποίος όμως δεν είχε καταφέρει να γίνει αρεστός από τη μητέρα της κοπέλας.
Ο λόγος ήταν ότι ο επίδοξος αρραβωνιαστικός, δεν διέθετε την απαιτούμενη «τσέπη» για να σταθεί επάξια στο πλευρό της.
Η 25χρονη, τότε, Μπλανς δεν υποχωρούσε, ώσπου η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο.
Τότε άρχισε να εκτυλίσσεται η τραγική ιστορία που στη Γαλλία έμεινε ως «La séquestrée de Poitiers».
Η φράση σημαίνει «Η έγκλειστη των Πουατιέ» και, όπως ίσως καταλάβατε, η Μπλανς κλείστηκε σε δωμάτιο από την άκαρδη μάνα.
Σε ένα μικρό, σκοτεινό δωμάτιο στη σοφία του σπιτιού, η νεαρή πέρασε 25 ολόκληρα χρόνια.
Μητέρα και αδερφός υποδύονταν τους θλιμμένους, υποστηρίζοντας ότι η Μπλανς είχε εξαφανιστεί.
Ο δικηγόρος που ήθελε να παντρευτεί η άτυχη κοπέλα, πέθανε το 1885.
Δεκαέξι χρόνια μετά, συγκεκριμένα στις 23 Μαΐου 1901, ο Γενικός Εισαγγελέας του Παρισιού έλαβε μια ανώνυμη επιστολή.
Μέχρι και σήμερα, ο αποστολέας παραμένει άγνωστος.
Η επιστολή έγραφε:
«Κύριε Γενικέ Εισαγγελέα, έχω την τιμή να σας ενημερώσω για ένα εξαιρετικά σοβαρό συμβάν.
Μιλώ για μία γεροντοκόρη που βρίσκεται κλειδωμένη στο σπίτι της μαντάμ Μονιέ, λιμοκτονεί και ζει ανάμεσα στα σκουπίδια τα τελευταία 25 χρόνια».
Η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι και βρήκε την Μπλανς σε άθλια κατάσταση, με το βάρος της να έχει μειωθεί στα 25 κιλά.
Το σώμα της ήταν καλυμμένο με αποφάγια και περιττώματα, ενώ κατσαρίδες βρίσκονταν παντού.
Ένας αστυνομικός περιέγραψε την κατάσταση της Μπλανς και το κρεβάτι της ως εξής:
«Η ατυχής γυναίκα ήταν ξαπλωμένη εντελώς γυμνή πάνω σε ένα σάπιο ψάθινο στρώμα.
Γύρω της υπήρχε ένα είδος κρούστας από περιττώματα, κρέας, λαχανικά, ψάρια και σάπιο ψωμί.
Είδαμε επίσης κάποια κελύφη στρειδιών και κατσαρίδες να τρέχουν πάνω στο κρεβάτι της δεσποινίς Μονιέ.
Ο αέρας ήταν τόσο αποπνικτικός, η μυρωδιά του δωματίου ήταν τόσο δυνατή, που μας ήταν αδύνατο να μείνουμε περισσότερο μέσα για να συνεχίσουμε την έρευνά μας».
Η μητέρα της συνελήφθη, αρρώστησε και πέθανε 15 ημέρες αργότερα, όταν είδε έναν θυμωμένο όχλο να συγκεντρώνεται μπροστά από το σπίτι της.
Ο αδερφός της Μαρσέλ, ο οποίος θεωρήθηκε ψυχικά αδύναμος, εμφανίστηκε στο δικαστήριο και αρχικά καταδικάστηκε, αλλά αργότερα αθωώθηκε.
Η τραγική Μονιέ διαγνώστηκε με διάφορες διαταραχές, όπως η νευρική ανορεξία, η σχιζοφρένεια, η επιδειξιομανία και η κοπροφιλία.
Αυτό σύντομα την οδήγησε σε ένα ψυχιατρικό νοσοκομείο στο Μπλουά της Γαλλίας.
Σύμφωνα με ερευνητές, καθ’ όλη τη διάρκεια της αιχμαλωσίας της, δεν είχε δει ούτε μία φορά το φως του ήλιου.
Η Μπλανς Μονιέ έκλεισε για πάντα τα μάτια της στις 13 Οκτωβρίου 1913.
https://youtu.be/E74rNI56ElY