Δεκάδες εταιρείες έχουν ανακοινώσει την απόσυρσή τους από τη Ρωσία, αλλά μέχρι στιγμής λίγες διεθνείς τράπεζες βρίσκονται ανάμεσά τους.
Η αυστριακή Raiffeisen, μάλιστα, δήλωσε ότι θα συνεχίσει να λειτουργεί στη χώρα.
Επιπλέον, οι λογαριασμοί των Ρώσων πελατών της θα υποστούν την απαιτούμενη διαδικασία, προκειμένου να παρακάμπτονται οι απαγορεύσεις για την έκδοση νέων καρτών από:
- VISA
- Mastercard
«Παραμένουμε αφοσιωμένοι στους πελάτες μας», ανέφερε ο Όμιλος Raiffeisen σε επίσημη ανακοίνωση.
Γιατί οι τράπεζες παραμένουν στη Ρωσία
Η ουκρανική έκδοση του Forbes δημοσίευσε ένα σχετικό άρθρο, με σκοπό να εξηγήσει τι συμβαίνει.
«Η αμερικανική Goldman Sachs ήταν η πρώτη που ανακοίνωσε τον περιορισμό της επιχειρηματικής της δραστηριότητας στη Ρωσία.
Ορισμένοι από τους μεγαλύτερους διεθνείς τραπεζικούς ομίλους που εκπροσωπούνται στη Ρωσία, ανακοίνωσαν επίσης μείωση της παρουσίας τους στη συγκεκριμένη αγορά.
ING Group (ενεργητικό στη Ρωσία – 1,6 δισ. ευρώ), Crédit Agricole (677,6 εκατ. ευρώ), Commerzbank (787,4 εκατ. ευρώ), BNP Paribas (591,5 εκατ. ευρώ), SEB (523,9 εκατ. ευρώ) ) και Intesa Sanpaolo (890 εκατ. ευρώ). ) σταμάτησαν να χρηματοδοτούν νέα έργα υπέρ των ρωσικών εταιρειών.
Συνεχίζουν, όμως, να εξυπηρετούν διεθνείς πελάτες που παραμένουν στη Ρωσία, ενώ δεν τίθεται θέμα πλήρους απόσυρσης», αναφέρεται αρχικά.
Έπειτα, το άρθρο φιλοξενεί δηλώσεις ενός διευθυντή ουκρανικής τράπεζας με ξένο κεφάλαιο που εκπροσωπείται και στη ρωσική αγορά.
«Η τράπεζα δεν μπορεί να φύγει από τη χώρα, ρίχνοντας απλά τα κλειδιά στο τραπέζι. Ένας ιδιοκτήτης λιανικής μπορεί να πουλήσει το στοκ του, να κλείσει το κατάστημά του και να φύγει. Ο τρόπος λειτουργίας μιας τράπεζας ρυθμίζεται αυστηρά από ευρωπαϊκές οδηγίες. Πρέπει είτε να βρει αγοραστή είτε να κλείσει σταδιακά, εξοφλώντας τους καταθέτες και αποπληρώνοντας δάνεια», αναφέρει μεταξύ άλλων.
Από εκεί και πέρα, ο Σεργκέι Μπούντκιν, διευθύνων σύμβουλος της FinPoint (σ.σ. ανεξάρτητη επενδυτική τραπεζική εταιρεία με έδρα την Ουκρανία), εκτιμά ότι δεν θα υπάρξουν αγοραστές για ρωσικά τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία στο εγγύς μέλλον.
Υποστηρίζει, μάλιστα, ότι τράπεζες όπως οι BNP Paribas, Commerzbank, ING, Crédit Agricole, που διεξήγαγαν επιχειρηματικές δραστηριότητες στη χώρα, ενδέχεται να κλείσουν σύντομα.
Κι αυτό γιατί ο επιχειρηματικός σκοπός της παρουσίας τους στη χώρα, εξαφανίζεται με την αποχώρηση των δυτικών εταιρικών πελατών.
Η χρηματοδότηση του εμπορίου για τις εξαγωγές καθίσταται ουσιαστικά αδύνατη λόγω των κυρώσεων.
Ο Μπούντκιν αναφέρει ότι οι Société Générale, Unicredit και Citibank έχουν μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα στη χώρα, πως το ρούβλι δύναται να τις κρατήσει ενεργές για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και ότι ανά πάσα στιγμή μπορούν να κλείσουν χωρίς σημαντικές συνέπειες για εκείνες.
Εκτιμά ότι η απόφασή τους για τα επόμενα βήματα θα παρθεί τις επόμενες εβδομάδες και πως είναι πιθανό να αποφασίσουν για το σταδιακό κλείσιμο των επιχειρήσεων.
Αναφορικά με τη Raiffeisen, η ρωσική αγορά ήταν η μεγαλύτερη και πιο κερδοφόρα, με μερίδιο συμμετοχής 18% στο κεφάλαιο και 34% στα κέρδη του ομίλου.
Το σταδιακό κλείσιμο των περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσε να διαρκέσει για αρκετά χρόνια, ενώ όπως υπενθύμισε ο Μπούντκιν, η Swedbank ήταν κλειστή για τρία χρόνια και η Nordea για έξι, την εποχή μάλιστα που η ρωσική οικονομία βρισκόταν σε ρυθμούς ανάπτυξης.
Η αλλαγή στις στρατηγικές και ο ρόλος της Κίνας
Εν ολίγοις, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ρευστότητα στη χώρα, θεωρείται απίθανο να κλείσει μία τράπεζα με τη μορφή του κατεπείγοντος.
Σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης αφορά στις πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα.
Οι διεθνείς τράπεζες είναι οι εγγυητές της ασφάλειας αυτών των χρημάτων, επομένως, με την αποχώρησή τους, οι πελάτες υφίστανται ζημίες και «κυνηγούν» τις μητρικές εταιρείες.
Επίσης, να προστεθεί ότι δεν υπάρχουν αγοραστές, αλλά ακόμη κι αν εμφανιστούν, η διαδικασία μέχρι την τελική συμφωνία θα διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες.
Πάντως, ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε την αντίληψη των Ευρωπαίων για τη Ρωσία και η αλλαγή στις στρατηγικές αποτελεί θέμα χρόνου.
Τέλος, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ο ρόλος της Κίνας, η οποία εισέρχεται επιθετικά στη ρωσική αγορά.
Συνεπώς, θα μπορούσε να είναι αγοραστής των περιουσιακών στοιχείων των δυτικών τραπεζών στη Ρωσία, αλλά σε πολύ χαμηλές τιμές, όπως αναφέρουν ειδικοί.