Με ένα μακροσκελές άρθρο χιλιάδων λέξεων, το Reuters αναλύει πώς ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δάμασε τα δημοσιογραφικά γραφεία στην Τουρκία και παρακάτω θα διαβάσετε ένα σεβαστό απόσπασμα.
Να τονίσουμε ότι η Διεύθυνση Επικοινωνίας της τουρκικής προεδρίας απασχολεί 1.500 υπαλλήλους, έχει μπάτζετ 38.000.000 δολάρια και διατηρεί 48 γραφεία σε 43 κράτη παγκοσμίως.
Ιδού ένα μεγάλο απόσπασμα από το άκρως ενδιαφέρον άρθρο του Reuters:
«Όταν ο γαμπρός του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παραιτήθηκε ξαφνικά από τη θέση του υπουργού Οικονομικών στα τέλη του 2020, τέσσερα στελέχη στα κορυφαία δημοσιογραφικά γραφεία της Τουρκίας είπαν ότι έλαβαν μια σαφή οδηγία από τους διευθυντές τους: Μην το αναφέρετε μέχρι να το πει η κυβέρνηση.
Η παραίτηση του Μπεράτ Αλμπαϊράκ, την οποία ανακοίνωσε ο ίδιος σε ανάρτηση στο Instagram, δημοσιεύθηκε από διεθνή και ανεξάρτητα τουρκικά ειδησεογραφικά Μέσα.
Η λίρα εκτινάχθηκε στα ύψη, αναπτερώνοντας τις ελπίδες για μια νέα κατεύθυνση στην τσακισμένη οικονομία.
Ωστόσο για περισσότερες από 24 ώρες, οι φιλοκυβερνητικοί τηλεοπτικοί σταθμοί και οι εφημερίδες που κυριαρχούν στο τοπίο των Μέσων Ενημέρωσης της χώρας, παρέμειναν ουσιαστικά σιωπηλοί στο πλέον δραματικό ρήγμα στον στενό κύκλο του Ερντογάν, στις σχεδόν δύο δεκαετίες εξουσίας του.
Το επεισόδιο δείχνει πώς τα τουρκικά κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης, τα οποία άλλοτε εμπεριείχαν ζωηρή σύγκρουση ιδεών, έχουν μετατραπεί σε μια σφιχτή αλυσίδα διοίκησης εγκεκριμένων από την κυβέρνηση εξώφυλλων, πρωτοσέλιδων και θεμάτων τηλεοπτικών συζητήσεων.
Συνεντεύξεις με δεκάδες πηγές στα Μέσα Ενημέρωσης, κυβερνητικούς αξιωματούχους και ρυθμιστικές αρχές, απεικονίζουν μια βιομηχανία που έχει υποχωρήσει.
Πρώην ανεξάρτητοι θεσμοί που ο Ερντογάν έχει λυγίσει με τη θέλησή του, συμπεριλαμβανομένων, λένε οι επικριτές του, της κεντρικής τράπεζας, του δικαστικού σώματος, του στρατού και μεγάλων τμημάτων του εκπαιδευτικού συστήματος.
Η κυβερνητική πίεση και η αυτολογοκρισία των Μέσων Ενημέρωσης μοιράζονται την ευθύνη, σύμφωνα με τους ανθρώπους που ρωτήθηκαν από το Reuters.
Οι οδηγίες προς τα δημοσιογραφικά γραφεία προέρχονται συχνά από αξιωματούχους της Διεύθυνσης Επικοινωνίας της κυβέρνησης, η οποία χειρίζεται τις σχέσεις με τα Μέσα Ενημέρωσης, είπαν στο Reuters περισσότεροι από δώδεκα γνώστες του κλάδου.
Φαϊρετίν Αλτούν: Το πολύτιμο γρανάζι του Ερντογάν
Η διεύθυνση αποτελεί δημιούργημα του Ερντογάν, απασχολεί περίπου 1.500 άτομα, εδρεύει σε ένα μπλοκ στην Άγκυρα και επικεφαλής της είναι ένας πρώην ακαδημαϊκός, ο Φαϊρετίν Αλτούν.
Οι αξιωματούχοι του Αλτούν εκδίδουν τις οδηγίες τους σε τηλεφωνήματα ή μηνύματα Whatsapp, στα οποία μερικές φορές απευθύνονται στους υπεύθυνους των δημοσιογραφικών ειδήσεων με τον χαρακτηρισμό «αδερφέ», όπως υποστηρίζουν ορισμένα από αυτά τα άτομα, καθώς και μια ανασκόπηση του Reuters για ορισμένα από τα μηνύματα.
Όταν το Reuters επικοινώνησε με τη Διεύθυνση Επικοινωνίας για σχολιασμό, ένας ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος, ο οποίος γνωρίζει την προσέγγιση του Αλτούν, διέψευσε κατηγορηματικά ότι είναι εκείνος που καθορίζει την ατζέντα των ειδήσεων.
Είπε χαρακτηριστικά: «Ο Αλτούν ενημερώνει περιστασιακά τους συντάκτες και τους δημοσιογράφους ως μέρος της δουλειάς του. Ωστόσο, αυτά τα καθήκοντα δεν εκτελέστηκαν ποτέ με τρόπο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση της συντακτικής ανεξαρτησίας των ειδησεογραφικών οργανισμών ή της ελευθερίας του Τύπου».
Ο αξιωματούχος αρνήθηκε να σχολιάσει εάν η Διεύθυνση έδωσε εντολή στα ΜΜΕ να σταματήσουν να αναφέρουν την παραίτηση του Αλμπαϊράκ, ενώ εκείνος δεν απάντησε στο αίτημα του Reuters για σχόλιο σχετικά με την κάλυψη των Μέσων Ενημέρωσης.
Οι υποστηρικτές του Ερντογάν έχουν άλλα εργαλεία για να διαμορφώσουν την κάλυψη των ειδήσεων.
Οι μεγαλύτερες επωνυμίες Μέσων Ενημέρωσης ελέγχονται από εταιρείες/ανθρώπους κοντά στον Ερντογάν και το κόμμα του, έπειτα από μια σειρά εξαγορών που άρχισε το 2008.
Τα έσοδα από τις κρατικές διαφημίσεις διοχετεύονται σε μεγάλο βαθμό σε φιλοκυβερνητικές εκδόσεις, σύμφωνα με μια εξέταση των δεδομένων από το Reuters.
Αντίθετα, οι ρυθμιστικές αρχές που έχουν διοριστεί από την κυβέρνηση κατευθύνουν κυρώσεις για παραβίαση του κώδικα των Μέσων Ενημέρωσης της Τουρκίας, σχεδόν αποκλειστικά σε ανεξάρτητους ή αντιπολιτευόμενους παρόχους ειδήσεων, όπως έδειξε μια ανασκόπηση του Reuters.
«Τα κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης στην Τουρκία εξυπηρετούν περισσότερο τη λειτουργία της απόκρυψης της αλήθειας, παρά της αναφοράς των ειδήσεων», είπε ο Φαρούκ Μπιλντιριτσί, δημοσιογράφος που εργάστηκε για 27 χρόνια, έως το 2019, στη μεγαλύτερη εφημερίδα της χώρας «Hürriyet», όπου ήταν επίσης διαμεσολαβητής.
Ύστερα από την αλλαγή ιδιοκτησίας το 2018, η «Hürriyet» έγινε επίσης φιλοκυβερνητική».
Διαβάστε ολόκληρο το αφιέρωμα του Reuters