Συνάντηση με τον με τον πρωθυπουργό του ομόσπονδου γερμανικού κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, ‘Αρμιν Λάσετ είχε στο Μέγαρο Μαξίμου ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Μητσοτάκης και Λάσετ συζήτησαν τα σημαντικά μέτρα που ανακοινώθηκαν στη πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, που στοχεύουν στη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για την οικονομική ανάκαμψη στην ΕΕ, που επλήγη από την πανδημία του κορονοϊού.
Ακόμη οι δύο πλευρές συζήτησαν και για τις διμερείς οικονομικές σχέσεις, εστιάζοντας στα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης σε ότι αφορά τις γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις προκλήσεις της πανδημίας και στις πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης για την έγκαιρη αντιμετώπισή της αλλά και στις πρόνοιες που έχουν ληφθεί για τη σταδιακή επανεκκίνηση του τουρισμού με στόχο τη μέγιστη ασφάλεια όλων. Επισημαίνεται ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη και υποδέχεται ήδη, εδώ και αρκετό καιρό, τους Γερμανούς επισκέπτες, λαμβάνοντας όλα τα υγειονομικά μέτρα προφύλαξης και προστασίας.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο μεταναστευτικό όπου υπογραμμίστηκε η ανάγκη έμπρακτης αλληλεγγύης από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ιδιαίτερα σημαντικό αυτό ζήτημα για την Ελλάδα και την Ευρώπη στα ανατολικά σύνορά τους.
Επίσης τέθηκε και το σοβαρότ ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας στο πλαίσιο του υπό εκπόνηση σχεδίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ευρωπαϊκή απάντηση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι η πρόσφατη απόφαση της τουρκικής ηγεσίας για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί αποτελεί μια προκλητική ενέργεια, γεγονός που, όπως τονίστηκε, έχει ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο και στη γερμανική κοινή γνώμη.
Να αναφέρουμε οτι στη συνάντηση συμμετείχαν από ελληνικής πλευράς ο αναπληρωτής υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Γιώργος Κουμουτσάκος, η διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, πρέσβης Ελένη Σουρανή, ο προϊστάμενος του οικονομικού γραφείου της Γενικής Γραμματείας πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης και ο διευθυντής του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, Δημήτρης Τσιόδρας.
Σε δηλώσεις τους κατά την έναρξη της συνάντησης σημείωσαν:
Μητσοτάκης: Χαίρομαι πάρα πολύ που σας καλωσορίζω στο Μέγαρο Μαξίμου για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε μια συζήτηση η οποία είχε ξεκινήσει όταν είχαμε βρεθεί στο Βερολίνο. Έρχεστε σε μία συγκυρία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλλά και ταυτόχρονα δύσκολη, όπου αντιμετωπίζουμε, ταυτόχρονα, μία σειρά από κρίσεις και προκλήσεις. Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό ότι ως Ευρώπη καταφέραμε και συμφωνήσαμε σε ένα πολύ τολμηρό βήμα σχετικά με τη δημιουργία του Tαμείου Ανάκαμψης, από το οποίο η Ελλάδα προσδοκά να έχει σημαντικά οφέλη. Ταυτόχρονα είμαστε σε μία φάση που θα πρέπει όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες να είναι σε αυξημένη εγρήγορση για τους επόμενους μήνες, μέχρι τουλάχιστον να βρεθεί το εμβόλιο του κορονοϊου.
Διότι, όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε πια να πάμε σ’ ένα καθολικό lockdown, δεύτερο καθολικό lockdown των οικονομιών μας και ταυτόχρονα -ένα θέμα το οποίο σας ενδιαφέρει και πάρα πολύ λόγω χαρτοφυλακίου- καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε πάντα την πρόκληση των μεταναστευτικών ροών, τις οποίες ως χώρα έχουμε καταφέρει να τις ελέγξουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό και χαίρομαι που αυτό είναι κάτι το οποίο αναγνωρίζεται και από τη Γερμανία, αλλά και από την Ευρώπη συνολικά, καθώς η Ελλάδα δεν φυλάει μόνο τα δικά της σύνορα, άλλα φυλάει ταυτόχρονα και τα σύνορα της Ευρώπης. Οπότε και πάλι, καλώς ήρθατε και πιστεύω ότι θα έχουμε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και παραγωγική συνομιλία.
Λάσετ: Σας ευχαριστώ θερμά κ. πρωθυπουργέ για την πρόσκληση, να σας επισκεφθώ εδώ στην Ελλάδα. Φέτος διανύουμε μία πολύ σημαντική χρονιά για τη σχέση μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Πριν από 60 χρόνια ο Konrad Adenauer, ο καγκελάριος είχε υπογράψει με την Ελλάδα τη συμφωνία έτσι ώστε να μπορέσουν να εργαστούν Έλληνες στη Γερμανία και στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, όπου έχουμε τη μεγαλύτερη ελληνική κοινότητα σε όλη την Ευρώπη. Οι Έλληνες βοήθησαν για την ανοικοδόμηση της Γερμανίας και του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας. Τον Μάρτιο είχαμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε και πιστεύω ότι στο πλαίσιο της σημερινής συζήτησης θα εμβαθύνουμε λίγο περισσότερο στα διάφορα θέματα. Είναι πολύ σημαντικό που η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στην ευρωζώνη, βλέπουμε ότι η οικονομική εξέλιξη διαγράφεται πάρα πολύ θετική στην Ελλάδα και θα συζητήσουμε, λοιπόν, και αυτές τις πτυχές στο πλαίσιο της σημερινής μας συνάντησης. Θα θίξουμε το ζήτημα της αλλαγής σε ενεργειακά ζητήματα, όπου η Ελλάδα προχωρά στην απολιγνιτοποίηση και το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας έχει τη δυνατότητα τόσο όσον αφορά την αιολική ενέργεια, όσο και τα φωτοβολταϊκά να υποστηρίξει την Ελλάδα εν προκειμένω.
Υπάρχουν πάρα πολλές προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζουμε και η Ελλάδα και η Γερμανία από κοινού και πρέπει να δούμε πώς θα μπορέσουν να σταθούν σε αυτές τις προκλήσεις. Η Ελλάδα κατάφερε κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού να αντιμετωπίσει με έξοχο τρόπο την κατάσταση αυτή και στον τουρισμό έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα. Διαπιστώσαμε επίσης ότι αυτή την εβδομάδα έχετε λάβει ήδη πάρα πολύ σημαντικά μέτρα και αποφάσεις για το θέμα της ψηφιοποίησης. ‘Οσον αφορά στο ζήτημα του μεταναστευτικού θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε θερμά την ελληνική κυβέρνηση που μας δίνει τη δυνατότητα να επισκεφτούμε μαζί τη Λέσβο.
Κύριε πρωθυπουργέ, καταφέρατε και βάλατε μία τάξη στο σύστημα, διότι η ασφάλεια των εξωτερικών μας συνόρων είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό και θα πρέπει να δοθεί η απαραίτητη βοήθεια προς την Ελλάδα. Είναι ένα κοινό καθήκον η ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων, θα πρέπει, λοιπόν, να υποστηριχθούν τόσο τα νησιά όσο και η χώρα εν γένει. Το μήνυμα, λοιπόν, που θα ήθελα να περάσω είναι το εξής: όταν ένας πρόσφυγας εισέρχεται σε ελληνικό έδαφος, ουσιαστικά εισέρχεται και σε ευρωπαϊκό έδαφος. Από κοινού, λοιπόν, μόνο, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτήν την κατάσταση. Η φύλαξη, λοιπόν, των συνόρων και η ανθρωπιστική αντιμετώπιση των ανθρώπων αυτών θα οδηγήσουν και θα φέρουν και μία τάξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα ζητήματα αυτά τα συζητήσαμε και με την Γερμανίδα καγκελάριο και στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προεδρίας της Γερμανίας θα γίνουν όλα τα απαραίτητα βήματα και σας ευχαριστώ και πάλι θερμά για τη δυνατότητα αυτή που μου δίνετε.
Από γερμανικής πλευράς συμμετείχαν οι κ.κ: Ernst Reichel, πρέσβης της Γερμανίας στην Ελλάδα, Joachim Stamp, αναπληρωτής υπουργός για θέματα Μετανάστευσης, Μark Speich, υπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για ομοσπονδιακές και ευρωπαϊκές υποθέσεις και Christian Wiermer, κυβερνητικός εκπρόσωπος.