Πρίν πόσα χρόνια έβγαλε η Άννα Βίσση το Δώδεκα;
μοιάζει σαν να γράφτηκε χθες. Το «Δώδεκα» της Άννας Βίσση είναι από εκείνα τα τραγούδια που δεν παλιώνουν ποτέ.
Το «Δώδεκα» της Άννας Βίσση κυκλοφόρησε το 1985. Ναι, έχουν περάσει σαράντα χρόνια από τότε. Κι όμως, αν το ακούσεις σήμερα, δεν μοιάζει παλιό. Δεν έχει τίποτα από εκείνο το σκονισμένο ύφος που κουβαλάνε πολλές επιτυχίες των ’80s. Είναι σαν να γράφτηκε χθες. Ή σαν να γράφεται κάθε φορά που κάποιος περιμένει να χτυπήσει το τηλέφωνο και δεν χτυπάει.
Το κομμάτι έχει μια απλότητα που πονάει. Ένα ρεφρέν που το θυμάσαι από την πρώτη φορά. Στίχοι που δεν φωνάζουν, αλλά λένε. Ένα τηλεφώνημα που δεν έρχεται. Ένα ρολόι που δείχνει δώδεκα. Κι αυτό το «δώδεκα» δεν είναι μια ώρα. Είναι μια παύση. Μια στιγμή κολλημένη στον χρόνο. Όλοι, σε κάποια φάση, έχουμε υπάρξει εκεί. Σ’ εκείνη τη σιωπή.
Η μουσική είναι του Νίκου Καρβέλα και οι στίχοι δικοί του μαζί με τον Φίλιππο Νικολάου. Δεν έχει πολλά όργανα, δεν έχει φανφάρες. Έχει όμως κάτι άλλο: έναν ρυθμό σχεδόν αδιόρατο και μια μελωδία που κατεβαίνει ήσυχα σαν σκέψη που δεν σ’ αφήνει να κοιμηθείς. Και μια Άννα Βίσση που δεν τραγουδάει απλώς. Μιλάει, ψιθυρίζει, ξεσπάει. Όχι θεατρικά – αληθινά.
Το περίεργο με το «Δώδεκα» είναι ότι δεν έμεινε σε μια εποχή. Νεότεροι που δεν είχαν γεννηθεί καν όταν κυκλοφόρησε, το ακούν και το νιώθουν σαν δικό τους. Δεν χρειάζεται να έχεις ζήσει τα ’80s για να καταλάβεις τι λέει. Δεν χρειάζεται να έχεις πιάσει καν στα χέρια σου σταθερό τηλέφωνο. Ο καθένας έχει περιμένει κάτι που δεν ήρθε. Ένα μήνυμα που δεν απαντήθηκε. Μια συνάντηση που δεν έγινε. Ένα «σου τηλεφωνώ σε λίγο» που χάθηκε για πάντα.
Το τραγούδι ανήκει στον δίσκο Κάτι Συμβαίνει. Έναν από εκείνους τους δίσκους που δεν είχαν απλώς hits. Είχαν στιγμές. Και το «Δώδεκα» ήταν μια από αυτές. Έγινε σταθμός στη διαδρομή της Βίσση, αλλά όχι μόνο για εκείνη. Για πολλούς, έγινε το soundtrack εκείνων των μοναχικών ωρών λίγο πριν τα μεσάνυχτα, όπου όλα μοιάζουν πιθανά και τίποτα δεν συμβαίνει.
Αυτό που κάνει το τραγούδι ξεχωριστό είναι πως, τόσα χρόνια μετά, δεν χρειάζεται εισαγωγή. Το ακούς και λες «α, το Δώδεκα». Δεν λες «ποιανού είναι;», «πότε βγήκε;». Είναι από τα κομμάτια που κουβαλάμε μαζί μας, χωρίς να τα ψάχνουμε. Και το πιο όμορφο είναι ότι δεν ανήκει σε καμία γενιά. Οι παλιότεροι το θυμούνται. Οι νεότεροι το ανακαλύπτουν και νομίζουν ότι μόλις κυκλοφόρησε. Κι αυτό λέει πολλά.