Αυτός είναι ο τίτλος που έδωσε ο Χρήστος Παπαδόπουλος, λίγο πριν κλείσουμε την άκρως ενδιαφέρουσα και μελωδική κουβέντα μας και πριν τον ευχαριστήσουμε για τη φιλοξενία στο χώρο δημιουργίας του.
Συνέντευξη στον Σπύρο Οικόπουλο
«Χάριν Ευφωνίας» έγραφε το κουδούνι στο στούντιο κι όσα είπαμε, αλλά και είδαμε, πρεσβεύουν ακριβώς αυτό. Το ιδιαίτερο αυτής της κουβέντας δεν ήταν μόνο αυτά που έλεγε ο Χρήστος, αλλά και τα σπάνια μουσικά όργανα που βρίσκονταν παντού μέσα στο χώρο.
Για να γυρίσουμε στην κουβέντα μας, ο τίτλος ήταν ουσιαστικά και η πρώτη μας ερώτηση. Αν ο μεγάλος Μανώλης Χιώτης έβαλε το μπουζούκι στα σαλόνια, ο Χρήστος το σύστησε στις ροκ μουσικές σκηνές και η απορία μας ήταν αν το αγαπημένο αυτό όργανο ταιριάζει παντού.
«Θεωρώ ότι μπορεί να παίξει τα πάντα και βέβαια δεν παίζει ρόλο μόνο το τι παίζει κάποιος, αλλά και ο τρόπος. Η νέα γενιά μουσικών, ίσως ενδιαφέρεται περισσότερο για την ταχύτητα στο παίξιμο, παρά για τους κλασικούς δρόμους, όπως του Τσιτσάνη, ή του Παπαϊωάννου για παράδειγμα. Είναι σαν να θέλει κάποιος να φτάσει στον Yngwie Malmsteen, χωρίς να έχει περάσει πρώτα από τον BB King», είπε χαμογελώντας. «Όλα αυτά τα μουσικά παντρέματα, με εξαίρεση την ατονάλ μουσική, με την οποία δεν έχω ασχοληθεί ιδιαίτερα, με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η μουσική δεν έχει «δεν» και «μην». Αν το μπουζούκι υπήρχε το 15ο αιώνα θα ήταν σίγουρα ένα σολιστικό όργανο στη μουσική της Αναγέννησης ή στο μπαρόκ. Το ίδιο πιστεύω και για τα περισσότερα όργανα που προέρχονται από την Ανατολή».
Γυρνώντας το χρόνο λίγο πίσω, ο Χρήστος μας μίλησε για «Τα Παιδιά από την Πάτρα», ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο στη ζωή του.
«Είναι τα φοιτητικά μας χρόνια, είναι η γρήγορη επιτυχία που κάναμε, και η φιλία που μας έδεσε. Πρέπει να πω, ότι λόγω του χαρακτήρα μας, αλλά και της καταγωγής μας, δεν υπήρξε ποτέ έπαρση από πλευράς μας, παρόλο που στα 4 χρόνια που μείναμε μαζί πουλήθηκαν περίπου 750.000 αντίτυπα από τις δουλειές μας, αλλά και οι οικονομικές μας απολαβές, τότε, που ήταν υψηλές. Παραμένουμε φίλοι κι εξακολουθούμε και κάνουμε κάποιες εμφανίσεις μαζί. Αν αυτή η συνάντησή μας γινόταν τώρα, για 1η φορά, θα ήταν πολύ δύσκολο να πετύχουμε, όπως τότε».
Μιλώντας για τα φοιτητικά χρόνια, ο Χρήστος δεν θα έλεγε όχι στο να χρησιμοποιήσει το πτυχίο του Μηχανολόγου-Μηχανικού ως επαγγελματική καριέρα, αλλά όπως αποδείχτηκε, η μουσική τον κέρδισε ολοκληρωτικά, ευτυχώς.
Ρωτήσαμε το Χρήστο για τα talent shows, τις μουσικές εκπομπές, καθώς και ο ίδιος επιμελείται και παρουσιάζει μια εξαιρετική παραγωγή, αλλά και το λόγο που δεν υπάρχουν πλέον πετυχημένα λαϊκά συγκροτήματα.
«Ηταν ίσως η εποχή, που μάλλον πέρασε. Εμείς παίζαμε με φρέσκο τρόπο το κλασικό λαϊκό τραγούδι, σε μια περίοδο μετά τη μεταπολίτευση και ουσιαστικά κάναμε τους φοιτητές να χορέψουν και να διασκεδάσουν. Σε μας υπήρχε μια εξαιρετική χημεία και σε φιλικό, αλλά και σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Σχετικά με τα talent shows, βλέπω τα πράγματα κάπως διαπλεκόμενα. Χωρίς να κρίνω τα παιδιά που κάνουν την προσπάθειά τους, όπως άλλωστε έκανε και ο γιος μου σε κάτι αντίστοιχο. Στον τηλεοπτικό χάρτη, θα μπορούσαν να γίνουν ποιοτικές παραγωγές και θα φέρω για παράδειγμα τη γειτονική Τουρκία, όπου οι μουσικοί ζουν από τις τηλεοπτικές εκπομπές και όχι από τη νυχτερινή ζωή».
Ο Χρήστος είναι ένας από τους επιτυχημένους συνθέτες και η επόμενη ερώτηση είχε να κάνει με τους δημιουργούς, συνθέτες και στιχουργούς, κατά πόσο είναι υποτιμημένοι από το κοινό, αλλά και από τα μέσα. «Εννοείται ότι είναι και οικονομικά, αλλά και στον τομέα φήμης. Αυτό το φαινόμενο υπήρχε πάντα στη χώρα μας, ειδικά μετά τον πόλεμο του ’40, όπου οι «αγοραπωλησίες» μουσικής και στίχου ήταν συχνό φαινόμενο» είπε γελώντας και συμπλήρωσε. «Για παράδειγμα, ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το «Φίλα με» είναι σε στίχους του Κώστα Μπαλαχούτη και μουσική δική μου και πιστεύουν ότι είναι δημιουργία του Σταμάτη Κραουνάκη, που το ερμήνευσε. Ευτυχώς σε σχέση με τα πιο παλιά χρόνια, είναι καλύτερες οι συνθήκες. Εννοείται ότι το μεγάλο αγκάθι παραμένει ο τομέας και το νομικό πλαίσιο των πνευματικών δικαιωμάτων».
Αν γινόταν διευθυντής τηλεοπτικού καναλιού, θα έκανε περισσότερες μουσικές εκπομπές, με περίεργα μουσικά παντρέματα όλων των ειδών, με σολίστες κάθε είδους. Αυτοί οι περίεργοι συνδυασμοί είναι που τον οδηγούν σε μουσικές σκηνές, όπως η «Σφίγγα» και μας είπε σχετικά. «Ήταν όνειρο να κάνω τέτοιους συνδυασμούς σε ένα χώρο με εκπληκτικό ήχο. Δεσίματα ίδιας εποχής με πολλές ενορχηστρωτικές εκπλήξεις». Αυτά τα ιδιαίτερα, μπορεί να τα μαντέψει κάποιος, όταν μας είπε ποια θα ήταν η ονειρεμένη μπάντα. «Μανώλης Χιώτης και Jimmy Hendrix! Κι ας έπαιζα και 5ο μπουζούκι. Ο Ian Paice των Deep Purple στα τύμπανα και στα πλήκτρα ο Duke Ellington, μαζί με έναν Έλληνα σολίστα στο κλαρίνο τον Charlie Parker στο σαξόφωνο».
Ρώτησα τον Χρήστο για τα καλλιτεχνικά του όνειρα κι απωθημένα.
«Με είχε προσεγγίσει πριν από χρόνια ο Ian Dury, αλλά και ο Roger Hodgson των Supertramp, για να φύγω για την Αγγλία. Όταν όμως μια εποχή, όπου στην Ελλάδα δουλεύαμε πολλές μέρες και πολύ καλά χρήματα. Δεν ξέρω πως θα ήταν τα πράγματα, αν τελικά έφευγα, αλλά αυτό παραμένει ερωτηματικό και ίσως κι απωθημένο. Όσο για τα όνειρο, να είμαι υγιής και να έχω τη δυνατότητα μία φορά μέσα στο χρόνο, να ταξιδεύω και να πηγαίνω σε μέρη που θα ανακαλύψω νέες μουσικές. Επίσης, θέλω να μπορώ να παίζω μουσική μέχρι το τέλος. Είναι ο τρόπος ζωής μου και θέλω να ζω με αυτόν για όλη τη ζωή μου… Οι μουσικοί στις μέρες μας έχουν δυστυχώς όριο ηλικίας, όχι καλλιτεχνικά, αλλά ίσως αισθητικά ή οπτικά. Πιο παλιά, ο κόσμος ερχόταν ν’ ακούσει, πλέον έρχεται περισσότερο για να δει…».
Info
Σάββατο 4 και 11 Μαΐου Μουσική Σκηνή Σφίγγα Ακαδημίας και Ζωοδόχου Πηγής.
Μαζί του ο Στέργος Βόλας, ο Γιάννης Σίννης και η Ιώ Νικολάου. Συμμετέχει ο Μανώλης Καραντίνης (11/5).